Της Όλγας Νικολαΐδου
«H Kατίνα! Σαράντα τόσα χρόνια μαζί από το σπίτι στο θέατρο, από το θέατρο στο σπίτι και ποτέ δεν είπα πως την ήξερα ολότελα. Ανανεωνόταν τόσο ραγδαία, από ώρα σε ώρα που δεν πρόφταινες να προσδιορίσεις τις πηγές απ’ όπου ανάβλυζε η τόση νεότητα. Λέω και πιστεύω από την αθωότητα, τη σύμφυτη με τη δημιουργική ευφυΐα. Απλή, ακατάστατη, απρόοπτη, εξαντλητική στη διαρκή της ένταση, στην παιδική της τρυφερότητα και αραιά και πού στη στοχαστική της ηρεμία, λες και μάζευε δυνάμεις για να ξαναρχίσει τον πετροπόλεμο».
Τα παραπάνω λόγια ανήκουν στον Αλέξη Μινωτή και αποτελούν ίσως την πιο ενδιαφέρουσα σκιαγράφηση του χαρακτήρα της κορυφαίας Ελληνίδας ηθοποιού, Κατίνας Παξινού. Όχι μόνο γιατί έχει γίνει από ένα επίσης τεράστιο μέγεθος του ελληνικού θεάτρου, αλλά γιατί ο συγκεκριμένος υπήρξε ο επί σειρά ετών, σύντροφος της ζωής της. Οι δυο τους γνωρίστηκαν το 1928, στο καμαρίνι της Μαρίκας Κοτοπούλη, στην πλατεία Ομονοίας. Τότε η Κατίνα ήταν παντρεμένη με τον Ιωάννη Παξινό. Με τον Αλέξη Μινωτή, ενώθηκαν και τυπικά, με τα δεσμά του γάμου το 1940 και για κάποια περίοδο, εγκαταστάθηκαν στις Η.Π.Α. Εκεί, το 1944, η Παξινού, γνώρισε την μεγαλύτερη διάκριση που είχε ποτέ μέχρι σήμερα Έλληνας ηθοποιός, όσκαρ δηλαδή β’ γυναικείου ρόλου, για την ερμηνεία της στην ταινία του Σαμ Γουντ «Για ποιον χτυπά η καμπάνα», έργο βασισμένο στο υπέροχο μυθιστόρημα του Έρνεστ Χέμινγουέϊ. Ενσάρκωσε τόσο καλά την ηρωίδα Πιλάρ, την Ισπανίδα αντάρτισσα που πολεμούσε ενάντια στον Φράνκο, ώστε κατάφερε να γίνει η πρώτη μη Αμερικανίδα ηθοποιός που κράτησε στα χέρια της το χρυσό αγαλματάκι. Το 1952, επέστρεψε στην Ελλάδα, για να γράψει ιστορία στην σκηνή του Εθνικού θεάτρου και στην Επίδαυρο.
Για το αρχαίο θέατρο μάλιστα, ο αστικός μύθος λέει ότι ένας αστυνομικός κάποια στιγμή, δεν την άφηνε να περάσει. Κι όταν εκείνη του είπε «Μα είμαι η Κατίνα Παξινού», το «όργανο της τάξης», της απάντησε «Και η Μάγια Μελάγια να είσαι, δεν περνάς» (Η Μάγια Μελάγια, για όσους αναρωτιούνται, έλαμψε στις νυκτερινές πίστες της Αθήνας την δεκαετία του ’50, τραγουδώντας αρχοντορεμπέτικα και ελαφρολαϊκά).
Για το αρχαίο θέατρο μάλιστα, ο αστικός μύθος λέει ότι ένας αστυνομικός κάποια στιγμή, δεν την άφηνε να περάσει. Κι όταν εκείνη του είπε «Μα είμαι η Κατίνα Παξινού», το «όργανο της τάξης», της απάντησε «Και η Μάγια Μελάγια να είσαι, δεν περνάς» (Η Μάγια Μελάγια, για όσους αναρωτιούνται, έλαμψε στις νυκτερινές πίστες της Αθήνας την δεκαετία του ’50, τραγουδώντας αρχοντορεμπέτικα και ελαφρολαϊκά).
Η Παξινού, πάντως, δεν παρεξηγήθηκε. Απεναντίας, γέλασε, και υιοθέτησε το «ανέκδοτο», το οποίο και διηγείτο στις παρέες της. Δεν φοβόταν καθόλου τον αυτοσαρκασμό. Και έπειτα η Επίδαυρος, ήταν το δεύτερο σπίτι της. Αυτό που το καλοκαίρι του 1972, ξέροντας ότι της απέμεναν λίγοι μήνες ζωής πήγε να αποχαιρετήσει, ως θεατής, για τελευταία φορά. «Το κοινό σηκώνεται όρθιο και την αποθεώνει. Οι τουρίστες αναρωτιούνται αν πρόκειται για κάποια βασίλισσα». Με αυτόν τρόπο περιέγραψε την συγκλονιστική στιγμή, ο εγγονός της, ο ηθοποιός Αλέξανδρος Αντωνόπουλος.
Η γεννημένη σαν σήμερα (17/12) του 1900, Κατίνα Παξινού, έφυγε στις 22 Φεβρουαρίου του 1973, όταν και έχασε την μάχη με την επάρατη νόσο. Κόρη μεγαλοαστικής οικογένειας, φοίτησε στη σχολή Χιλλ, στη Σχολή Καλογραιών στην Τήνο, αλλά και σε σχολείο της Ελβετίας ως εσώκλειστη. Ήταν ένα χαρισματικό πλάσμα με πολλά ταλέντα: Στην μουσική και το τραγούδι (σπούδασε στο Ωδείο της Γενεύης και σε σχολές της Βιέννης και του Βερολίνου), στη ζωγραφική, στο κέντημα, στις μεταφράσεις και στην μαγειρική, την οποία λάτρευε! Το μεγάλο της ταλέντο, όμως, ήταν στην υποκριτική. Εκεί, άφησε ανεξίτηλα τα ίχνη της.
Όπως ακριβώς το έγραψε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, στο αποχαιρετιστήριο κομμάτι του, στη «Νέα Εστία»: «Όταν φεύγει μια μεγάλη ηθοποιός φεύγουν όλα τα πρόσωπα που είχε εκείνη ενσαρκώσει. H αθέατη αυτή συνοδεία προσώπων έχει κάτι το ιερό και ανατριχιαστικά μυστηριακό. Tο αισθάνθηκα για πρώτη φορά, όταν είδα να οδηγείται στην τελευταία της κατοικία η Kατίνα Παξινού. Έκλεισα μια στιγμή τα μάτια μου και είδα να τη συνοδεύουν και να φεύγουν για πάντα μαζί της η Hλέκτρα, η Eκάβη και η Mπερνάρντα Aλμπα, η Iοκάστη και η Aννα Kρίστι, η Aτοσσα και η Πιλάρ, η Φαίδρα και η Eντα Γκάμπλερ, η Hλέκτρα, η Mήδεια και η Mάνα Kουράγιο και άλλες μορφές που έτσι όπως τις είχε ενσαρκώσει η Kατίνα δεν πρόκειται ποτέ πια να περπατήσουν πάνω στη Γη».
http://idreamteam.gr/cms/43714/panta-tha-ine-i-megali-tis-skinis/