Τρίτη 19 Μαΐου 2009

ΔΕΝ ΞΕΧΑΣΑ


ΔΕΝ ΞΕΧΑΣΑ

Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου αναφέρεται σε σφαγές και απελάσεις εναντίον χριστιανών Λάζων στην περιοχή του Πόντου που πραγματοποιήθηκαν από το κίνημα των Νεότουρκων κατά την περίοδο 1914-1923[1]. Εκτιμάται ότι στοίχισε τη ζωή περίπου 213.000-368.000 Ελλήνων[2][3]. Οι επιζώντες κατέφυγαν στον Άνω Πόντο (στην ΕΣΣΔ) και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922, στην Ελλάδα. Τα γεγονότα αυτά δεν αναγνωρίζονται διεθνώς ως γενοκτονία, με την εξαίρεση του Ελληνικού Κράτους με Νόμο του 1994, με τον οποία καθιερώθηκε η 19 Μαΐου ως ημέρα τιμής. Οι τουρκικές κυβερνήσεις αρνούνται πως υπήρξε γενοκτονία και τοποθετούν επισήμως το θάνατο των Ελλήνων στα πλαίσια των ευρύτερων απωλειών του πολέμου, του λιμού που προκλήθηκε από τη ρωσική εισβολή στη βόρεια Τουρκία ή άλλων κοινωνικών αναταράξεων[1].
Πριν από τον όρο "Γενοκτονία" υπήρχε ο όρος "Εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας". Πρόβλημα στη δίκη των γενοκτόνων μπορεί να υπάρξει με το νομικό όρο "nullum crimen nulla poena sine lege", δηλαδή δίχως προϊσχύοντα νόμο δεν υπάρχει έγκλημα ούτε ποινή. Ο όρος της Γενοκτονίας δεν υπήρχε την εποχή εκείνη, έτσι η τιμωρία και καταδίκη εκείνων τίθεται υπό ερωτηματικό. Το ποινικό Δίκαιο, για να εξασφαλίσει τη δίκαιη μεταχείριση των κατηγορουμένων δεν μπορεί να δράσει αναδρομικά. Από την άλλη άποψη όμως σε όλα τα νομικά πλαίσια υπήρχε η τιμωρία της δολοφονίας.
Η Τουρκία αρνείται την ύπαρξη γενοκτονίας των Ποντίων το 1922.
Στις 16 Δεκεμβρίου 2007 η Διεθνής Ένωση Μελετητών Γενοκτονιών (International Association of Genocide Scholars IAGS) αναγνώρισε επίσημα τη γενοκτονία των Ασσυρίων και Ελλήνων του Πόντου[4]. Στις 24 Φεβρουαρίου 1994 η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε ομόφωνα την ανακήρυξη της 19ης Μαϊου ως „Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων στο Μικρασιατικό Πόντο“, ημέρα που ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα

Ιερομάρτυρος Πατρικίου (1), επισκόπου Προύσσης και των συν αυτώ πρεσβυτέρων Ακακίου, Μενάνδρου και Πολυαίνου (†β΄αι.). Μαρτύρων Ακολούθου, Θεοτίμης και Κυριακής της νέας. Των εν Κύπρω οσιομαρτύρων Βαρνάβα, Γενναδίου, Γερασίμου, Γερμανού, Θεογνώστου, Θεοκτίστου, Ιερεμίου, Ιωάννου, Κόνωνος, Μαξίμου και Μάρκου.

Ιερομάρτυρος Πατρικίου (1), επισκόπου Προύσσης και των συν αυτώ πρεσβυτέρων Ακακίου, Μενάνδρου και Πολυαίνου (†β΄αι.). Μαρτύρων Ακολούθου, Θεοτίμης και Κυριακής της νέας. Των εν Κύπρω οσιομαρτύρων Βαρνάβα, Γενναδίου, Γερασίμου, Γερμανού, Θεογνώστου, Θεοκτίστου, Ιερεμίου, Ιωάννου, Κόνωνος, Μαξίμου και Μάρκου.


(1) Ο άγιος Πατρίκιος με τη μεγάλη του θεολογική γνώση, αλλά και τη θερμή και ζέουσα πίστη του, αναδείχθηκε επίσκοπος Προύσσης. Από τη θέση αυτή, έδωσε μεγάλους αγώνες για την επιστροφή από την πλάνη των ειδώλων πολλών ανθρώπων. Στην ιεραποστολική του αυτή δράση δεν ήταν μόνος. Διάλεξε τρεις πρόθυμους συνεργάτες, τον Ακάκιο, το Μένανδρο και τον Πολύαινο, με την πολύτιμη βοήθεια των οποίων έφερε στη χριστιανική πίστη πολλούς ειδωλολάτρες. Αυτό όμως εξόργισε τους ιερείς των ειδώλων, οι οποίοι τον κατήγγειλαν στον άρχοντα Ιουλιανό τον Υπατικό, ο οποίος διέταξε την σύλληψή τους. Ο άρχοντας προσπάθησε στην αρχή ανεπιτυχώς με θεολογικές συζητήσεις, να πείσει τον Πατρίκιο ότι ο Χριστός δεν είναι Θεός. Ο άγιος δεν δείλιασε ούτε μία στιγμή και με τη ρητορική του δεινότητα, την άριστη θεολογική του κατάρτιση και την πλούσια επιχειρηματολογία του, ανέτρεψε όλα τα σαθρά επιχειρήματα του Ιουλιανού, όπως το επιχείρημα ότι τα αναβλύζοντα ύδατα θερμαίνονται με την πρόνοια των Θεών των ειδώλων. Ο άγιος μάρτυρας του απήντησε, ότι και τα αναβλύζοντα ύδατα όπως και ολόκληρη η κτίση τελούν υπό την πρόνοια του πλάστη και δημιουργού τους, του ενός και αληθινού Θεού. Βλέποντας τη διαλεκτική συντριβή, ο άρχοντας διέταξε τον αποκεφαλισμό του Πατρικίου και των συνεργατών του, στολίζοντας την Εκκλησία με τέσσερις νέους Μάρτυρες.