Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2019

Γιατί λέμε ΝΑΙ στις μαθητικές παρελάσεις

Γράφει ο Κωνσταντίνος Χολέβας.
Η απαράδεκτη ενέργεια μιας μικρής ομάδας, που ειρωνεύθηκε τη μαθητική παρέλαση στη Νέα Φιλαδέλφεια, έφερε πάλι στο προσκήνιο τις φωνές που ζητούν την κατάργηση των μαθητικών παρελάσεων.
Για μία ακόμη φορά στο όνομα της ψευδούς προοδευτικότητος ακούονται ανιστόρητα επιχειρήματα, ότι δηλαδή τις μαθητικές παρελάσεις καθιέρωσε για πρώτη φορά το 1936 ο Ιωάννης Μεταξάς. Ε, λοιπόν, καλόν είναι να θυμηθούμε λίγο την Ιστορία.
Μαθητικές παρελάσεις υπήρχαν πολύ πριν από το καθεστώς Μεταξά. Στο βιβλίο του «Θράκη» και συγκεκριμένα στην σελίδα 374 ο καθηγητής του Α.Π.Θ. Κωνσταντίνος Βακαλόπουλος αναφέρεται στα ελληνικά σχολεία της Αδριανούπολης στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνος. Εκεί περιγράφει παρελάσεις μαθητικές, παρουσιάζει δε και σχετικές φωτογραφίες όπου βλέπουμε αγόρια και κορίτσια να παρελαύνουν υπό το βλέμμα του Οθωμανικού καθεστώτος.
Οι μελετητές της ιστορίας της Μικράς Ασίας περιγράφουν τις μαθητικές παρελάσεις που διοργάνωναν τα σχολεία της Σμύρνης από το 1919 έως και το 1922 στο γήπεδο του Πανιωνίου με τιμώμενο πρόσωπο τον μαρτυρικό Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομο.
Ο μακεδονομάχος Δικώνυμος-Μακρής περιγράφει την απελευθέρωση της Σιάτιστας το 1912 από ανιχνευτές του Ελληνικού Στρατού και διηγείται ότι στην πανηγυρική εκδήλωση προπορεύονταν οι μαθητές κρατώντας εκκλησιαστικά λάβαρα.
Εξ άλλου στην Κύπρο οι μαθητικές παρελάσεις καθιερώθηκαν πολύ πριν από το 1936 ως εκδήλωση πατριωτισμού των Ελλήνων που κατεπιέζοντο από τους Βρετανούς.
Έναν θεσμό, λοιπόν, τον οποίο ανέχθηκαν οι Οθωμανοί κατακτητές και οι Βρετανοί αποικιοκράτες θέλουν να τον καταργήσουν σήμερα κάποιοι Έλληνες δήθεν προοδευτικοί!
Έχω, πάντως, την εντύπωση ότι με πρόσχημα τις παρελάσεις οι πάσης φύσεως αποδομητές επιχειρούν να πλήξουν την συνέχεια του Ελληνισμού. Ουσιαστικά οι μαθητικές παρελάσεις είναι ένας ύμνος και ένας φόρος τιμής στην διαχρονική παρουσία της νεολαίας στους αγώνες των Ελλήνων για την Ελευθερία. Όποιος μαθητής αρνείται να συμμετάσχει αποκόπτει τον εαυτό του από το αντιστασιακό πνεύμα της ελληνικής νεολαίας.
Οι παρελάσεις των νέων τιμούν τη νεότητα, η οποία αγωνίζεται από την εποχή των Αθηναίων εφήβων (την πατρίδα ουκ ελάττω παραδώσω) μέχρι τα αγόρια και τα κορίτσια της πανεθνικής αντίστασης κατά της τριπλής κατοχής του 1941 -44.
Οι μαθητικές παρελάσεις ξαναζωντανεύουν με συγκίνηση τη μνήμη των εφήβων ηρωομαρτύρων του Κυπριακού Αγώνος του 1955-59 και των μαθητριών που μετέφεραν τα μηνύματα με τα ποδήλατά τους. Χαιρετώντας τους σημαιοφόρους στη μαθητική παρέλαση τιμούμε τον έφηβο σημαιοφόρο του Λυκείου Αμμοχώστου, τον Πετράκη Γιάλλουρο, που έπεσε νεκρός από Βρετανική σφαίρα επειδή κρατούσε την ελληνική σημαία.
Τότε ήταν η εχθρότητα των αποικιοκρατών. Τώρα είναι η εμπάθεια και τα ανιστόρητα βέλη των δήθεν προοδευτικών. Και οι δύο ενοχλούνται από τη διαχρονική συνέχεια του Ελληνισμού.
Άρθρο στην ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, 3.11.2019
http://www.antibaro.gr/article/24931

Η αγνόηση του ιστορικού ρόλου του Ι. Μεταξά από τα ΜΜΕ

Γράφει ο Δημ. Θ. Καραμήτσος,
Ομ. Καθηγητής ΑΠΘ, Συγγραφέας.

Την 28η Οκτωβρίου εορτάζεται σε όλη την Ελλάδα η επέτειος του ΟΧΙ, αλλά σπανίως γίνονται αναφορές από τα ΜΜΕ στον Ιωάννη Μεταξά. Έχω διαβάσει αρκετά βιβλία για τον Μεταξά, καθώς και το προσωπικό ημερολόγιό του και έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι υπήρξε όντως μεγάλη προσωπικότητα της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Οι νεοέλληνες δεν αναφέρουν τον Μεταξά για δυο λόγους: πρώτον επειδή έκανε δικτατορία (αντιπαθούμε τους δικτάτορες) και δεύτερον επειδή το καθεστώς του κυνήγησε τους κομμουνιστές (βάσει του «ιδιωνύμου νόμου» του Βενιζέλου). Το μένος των αριστερών για τον Μεταξά είναι απερίγραπτο. Τελευταίως επιδιώκουν να παύσει να εορτάζεται το ΟΧΙ και αντ’ αυτού να εορτάζεται η απελευθέρωση του 1944, μάλιστα με ειδική αναφορά στον ΕΛΑΣ, ότι δήθεν χάρη σε αυτόν απελευθερώθηκε η Ελλάδα. Στο σημείο αυτό υπενθυμίζω την αποστομωτική απάντηση για τη δήθεν συμβολή του ΕΛΑΣ στην απελευθέρωση της χώρας μας που έδωσε ο στρατηγός Πλαστήρας στον Γ. Σιάντο (τότε γραμματέα του ΚΚΕ και επικεφαλής της ΚΕ του ΕΛΑΣ) στη συγκέντρωση των πολιτικών αρχηγών τα Χριστούγεννα του 1944. (Πλαστήρας: «Εγώ δεν δέχομαι ότι τα αντάρ­τικα κόμματα απε­λευθέρωσαν την Ελλάδα. Η Ελλάδα απε­λευ­θε­ρώθηκε από την εξέλιξη του πολέμου» και παρακάτω, μετά την αντί­­δραση του Σιάντου που είπε «μη κατηγορείτε τους αγωνιστές της αντίστασης», ο Πλαστήρας συνέχισε: «ερω­­­τώ, γιατί βρίσκονται τό­σα χω­ριά καμένα στην Ελλάδα; Αν έπρεπε να βγουν αντάρτες έπρε­πε να βγουν για να τη σώσουν, όχι για να την κατα­στρέ­ψουν. Και γι’ αυτό δεν παραδέχομαι ότι αυτοί απελευθέρωσαν την Ελλάδα…»).

Ο Δήμος Θεσσαλονίκης επί δημαρχίας Ι. Μπουτάρη τοποθέτησε μια ανιστόρητη αναθηματική πλάκα δίπλα στο βασιλικό θέατρο, στην οποία αναγράφεται «ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΜΑΧΗΤΩΝ ΤΟΥ ΕΛΑΣ ΠΟΥ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΑΝ ΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΑΠΟ ΤΑ ΝΑΖΙΣΤΙΚΑ ΣΤΡΑΤΕΥΜΑΤΑ ΚΑΤΟΧΗΣ». Ο ΕΛΑΣ ήταν το στρατιωτικό σκέλος του αντιστασιακού ΕΑΜ που με το πρόσχημα της εθνικής αντίστασης επεδίωκε από τα μέσα του 1943 να διαλύσει με τη βία των όπλων όλες τις άλλες αντιστασιακές οργανώσεις ή να τις ενσωματώσει. Απώτερος στόχος του ήταν η κατάληψη της εξουσίας μετά την αποχώρηση των Γερμανών.  Η εν λόγω αναφορά στον ΕΛΑΣ αποτελεί κραυγαλέα παραχάραξη της ιστορίας, δεδομένου ότι οι Γερμανοί αποχώρησαν οικειοθελώς από την Ελλάδα και δεν είχαν προηγηθεί στον ελλαδικό χώρο ήττες τους μετά από μεγάλες μάχες.  Οι Γερμανοί έφυγαν για να  μην αποκλειστούν στη βαλκανική χερσόνησο από τους Σοβιετικούς που κατέβαιναν στα Βαλκάνια. Ήταν πλέον φανερό ότι έχαναν τον πόλεμο (Τον Αύγουστο του 1944 είχε ολοκληρωθεί επιτυχώς η απόβαση στη Νορμανδία).

Για το θέμα της αναθηματικής πλάκας στάλθηκε προσφάτως επιστολή στον νέο Δήμαρχο Θεσσαλονίκης κ. Κ. Ζερβά από 25 κατοίκους της Θεσσαλονίκης, με την οποία του ζητούμε να αποσυρθεί η προπαγανδιστική πλάκα ή να αντικατασταθεί από άλλη, χωρίς την παραπλανητική αναφορά στον ΕΛΑΣ ως δήθεν  απελευθερωτή, δεδομένου ότι οι αντάρτες του ΕΛΑΣ μπήκαν εκ του ασφαλούς στη Θεσσαλονίκη στις 30 Οκτωβρίου μια ημέρα μετά την αποχώρηση των Γερμανών.

Μια ακόμη διαπίστωση: Οι νεοέλληνες, ενώ αδικούν τον Μεταξά,  τιμούν υπερβολικά τον Ελ. Βενιζέλο (όντως μεγάλο πολιτικό) ξεχνώντας ή αγνοώντας ότι κυβέρνησε μια τριετία δικτατορικά με τις λόγχες των Αγγλογάλλων (Ιούνιος 1917-Οκτώβριος 1920) και ότι έκανε προσπάθεια πραξικοπήματος το 1935, το οποίο αν πετύχαινε θα ακολουθούσε νέα δικτατορία του. Ας αφήσουμε και το πραξικόπημα το 1933 του Πλαστήρα, για το οποίο ο Βενιζέλος δεν αντέδρασε ενώ μπορούσε. Μάλιστα ο Βενιζέλος ήταν θαυμαστής του Μουσολίνι για τα επιτεύγματά του. Θα μου πείτε γνωστά όλα αυτά. Ναι,  αλλά είναι γνωστά σε λίγους ενώ οι πλείστοι συμπατριώτες μας –ιδίως οι νέοι– τα αγνοούν.

Και το τελευταίο. Ο Μεταξάς δεν ήταν φασίστας, όπως αναφέρεται κατά κόρον σε βιβλία αριστερών συγγραφέων και σε εφημερίδες, καθότι δεν είχε φασιστική ιδεολογία ούτε διέθετε φασιστικό κόμμα όπως ο Μουσολίνι. Αντιθέτως ο Μεταξάς απαγόρευσε τη λειτουργία του ρατσιστικού αντισημιτικού κόμματος «Εθνική Ένωση Ελλάς» (ή 3Ε). Ο Μεταξάς, σχετικά φτωχός και ο ίδιος,  συμπονούσε τον φτωχό λαό και αγαπούσε την Ελλάδα. Μπορούμε να πούμε γι’ αυτόν πως  ήταν απλώς η προσωποποίηση της «πεφωτισμένης δεσποτείας». Με τη δημιουργία της ΕΟΝ (Εθνική Οργάνωση Νεολαίας) προσπάθησε να αποκτήσει ευρύ λαϊκό έρεισμα, αλλά ταυτόχρονα σκληραγώγησε και στρατιωτικοποίησε τη νεολαία εν όψει του επερχόμενου πολέμου. Δικά του μέτρα ήταν το οκτάωρο εργασίας, οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας, η ίδρυση της Εργατικής Εστίας, η εφαρμογή του ΙΚΑ, και η ρύθμιση των αγροτικών χρεών. Επιπλέον προετοίμασε την Ελλάδα για τον πόλεμο και φρόντισε για την κατασκευή των οχυρών στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα που εξασφάλιζαν την Ελλάδα απέναντι σε ενδεχόμενη επίθεση της Βουλγαρίας. Με το ΟΧΙ του 1940 (και όχι μόνο χάρη σε αυτό) καθιερώθηκε  ως μια σημαντική προσωπικότητα που διαμόρφωσε την ιστορία του τόπου και είναι τα  ακολουθήσαντα πολεμικά γεγονότα του 1940-1941, για τα οποία είμαστε οι Έλληνες και σήμερα υπερήφανοι. Ο μεγάλος αντίπαλος του Ι. Μεταξά, ο Ελ. Βενιζέλος, εκτιμούσε τον Μεταξά και γνώριζε την αξία του (ο Μεταξάς ως λοχαγός  υπήρξε υπασπιστής σύμβουλός του Βενιζέλου επί μια πενταετία), γι’ αυτό και σε μια επιστολή του προς στον φίλο του Λουκά Κανακάρη Ρούφο (9 Μαρτίου 1936) εξέφρασε τη χαρά του για την ενέργεια του Βασιλιά Γεωργίου Β’ με το να αναθέσει το υπουργείο Στρατιωτικών στον Ι. Μεταξά.

Η απόφαση του Μεταξά να αμυνθεί σε επίθεση της Ιταλίας είχε γίνει γνωστή σε σύσκεψη με στρατηγούς δυο χρόνια πριν από τον πόλεμο του 1940 και την επανέλαβε μετά τον τορπιλισμό της Έλλης. Αλλά και απέναντι στη Γερμανία είχε σκοπό να αμυνθεί και είχε δηλώσει ότι θα δεχόταν βρετανική βοήθεια μόλις τα γερμανικά στρατεύματα θα περνούσαν τον Δούναβη. Έλεγε δε ότι η θέση της Ελλάδος που έχει εκτεταμένα παράλια και νησιά είναι παρά το πλευρό της μεγάλης ναυτικής χώρας που είναι η Αγγλία. Άρα το ΌΧΙ (=Λοιπόν έχουμε πόλεμο) ειπώθηκε από τον Μεταξά  με πλήρη συνείδηση του βάρους της απόφασης και είναι μικρότητα και παραποίηση της ιστορίας να μην αναφέρεται η σημαντική συμβολή του στο έπος του 1940. Δυστυχώς το ότι ήταν δικτάτωρ δεν μπορούμε να το αλλάξουμε.

Δημ. Θ. Καραμήτσος

Ομ. Καθηγητής ΑΠΘ

Συγγραφέας


Dtkaram.webpages.auth.gr.
http://www.antibaro.gr/article/24922

Αν πάτε στην παρέλαση χειροκροτηστε δυνατά. Αν παρελαύνετε, παρελάστε περήφανα. Για αυτούς που φύγαν και για αυτούς που έρχονται.



Γράφει η Άννυ Λιγνού.

Επειδή πάλι θα ειπωθούν πολλές μπούρδες για την παρέλαση, το νόημά της, την καταγωγή της, την αξία της και το λόγο ύπαρξης της στις μέρες μας, σκέφτομαι τα εξής:

ΟΧΙ, η παρέλαση δεν είναι φασιστικό κατάλοιπο του Μεταξά, ακόμα κι αν και όλα τα ολοκληρωτικά καθεστώτα την χρησιμοποίησαν.

Η παρέλαση αντλεί την καταγωγή της από την αρχαιότητα, τους Αθηναϊκούς θριάμβους αλλά και τους τρεις Σπαρτιατικούς χορούς. Ακόμα και τώρα, βλέπουμε μια παραλλαγή τους:

Μπροστά οι γέροντες (όσοι μας έχουν απομείνει ανάπηροι πολέμου) που δηλώνουν πως ήταν κάποτε γενναία παλικάρια (Άμμες ποκ΄ ήμες άλκιμοι νεανίαι).

Μετά ακολουθούν οι στρατιώτες, οι μάχιμοι άντρες (και γυναίκες πια) της εποχής, που λένε “εμείς είμαστε τώρα γενναία παλικάρια, κι αν σου βαστάει, δοκίμασε” (Άμμες δε γ΄ ειμέν, αι δε λης πείραν λάβε).

Μια μέρα πριν τη στρατιωτική παρέλαση, γίνεται η μαθητική. Ο τρίτος χορός των παιδιών στην ουσία, αυτών που θα αναλάβουν στο μέλλον και μας διαβεβαιώνουν ότι θα γίνουν πολύ καλύτεροι από μας (Άμμες δε γ΄ εσσόμεθα πολλώ κάρρονες).

Στην παρέλαση συμμετέχει ενεργά η πόλις. Ολος ο κόσμος, ο οποίος παρακολουθεί, τραγουδά, ζητωκραυγάζει, σιωπά, καμαρώνει και βουρκώνει.

Οχι, η παρέλαση δεν είναι χαιρετούρες προς τους επισήμους. Κανείς ζωντανός δεν είναι επίσημος εκείνη τη μέρα. Οι επίσημοι είναι ντεκόρ για τον πραγματικό τιμώμενο: Τους Νεκρούς του Πολέμου.

Η παρέλαση όλη, οι μαθητές, τα σωματεία, οι αντιπροσωπείες, η μπάντα κι οι στρατιώτες στρέφονται προς το Μνημείο των Πεσόντων, χαιρετούν και αποδίδουν τιμή στους νεκρούς της Ελλάδας, εκείνους που έδωσαν τη ζωή τους για το ύψιστο αγαθό, την Ελευθερία.

Δεν έχουμε γιορτή της πατάτας στην Ελλάδα, ούτε Χάλογουιν. Κάθε επίσημη γιορτή μας όμως αυτό το νόημα έχει. Τιμή και μνήμη σε κείνους που αντιστάθηκαν στην υποδούλωση.

Τι είναι Έλληνας και τι Ελλάδα;

Κατ’ αρχάς, ποια ήταν η Ελλάδα ανά τους αιώνες; Οι 6 τόσες δα μικρούλες Πόλεις-Κράτη της αρχαιότητας ή η μισή υφήλιος του Μεγαλέξανδρου;

Η Ελλάδα δεν είναι τόπος. Είναι τρόπος. Η ελληνικότητα δεν είναι hardware, είναι software.

Γιαυτό και Έλληνας είναι ο καθένας που μετήλθε της ελληνικής παιδείας. Έμαθε, κατανόησε, αποδέχτηκε και φωτίστηκε από αυτήν κι έτσι άλλαξε για πάντα. Όπου κι αν έχει γεννηθεί.

Τι συμβολίζει η Γαλανόλευκη;

Η σημαία μας τώρα, η οποία άλλαξε μορφές (λάβαρο, φλάμπουρο, μπαϊράκι), μπήκαν κορώνες, βγήκαν στέμματα, ιερές επιγραφές (Η ταν ή επι τάς, Ελευθερία ή Θάνατος, Εν τούτω Νίκα κλπ), αποδόθηκαν χίλιοι συμβολισμοί (το λευκό του κύματος και το γαλάζιο του ουρανού, το μπλε του ράσου του Παπαφλεσσα και το άσπρο της φουστανέλας του Κολοκοτρώνη, τα σήματα της Αεροπορίας, του Πεζικού και του Ναυτικού κλπ) δεν είναι ένα απλό έμβλημα.

Η σημαία αποτελεί το πιο σεβαστό κρατικό σύμβολο και προστατεύεται από το Σύνταγμα της κάθε χώρας. Είναι η εθνική πολεμική σημαία μπροστά από την οποία ορκίζονται πίστη στην πατρίδα οι στρατεύσιμοι κάθε χώρας.

Αυτός είναι και ο λόγος που η σημαία αποτελεί το σπουδαιότερο λάφυρο της μάχης και πρέπει να φυλάγεται με νύχια και με δόντια κυριολεκτικά.

Οι Ρωμαίοι διέλυαν αμέσως τις λεγεώνες που έχαναν τη σημαία τους, διαβάζουμε στην ιστορία.

Πολεμική;

Ναι. “Πόλεμος πάντων μεν πατήρ εστί” μάς λέει ο Ηράκλειτος, εννοώντας ότι όλα στη ζωή κερδίζονται με μάχη. Τίποτα δεν σου χαρίζεται.

Αν είσαι υπόδουλος, πρέπει να πολεμήσεις για απελευθερωθείς. Κι αν έχεις την τύχη να γεννηθείς ελεύθερος, σίγουρα κάποιος άλλος πολέμησε για σένα.

Επιτρέπεται να κρατάει τη σημαία μας κάποιος “μη Έλληνας;”

Το κάθε σχολείο, σύλλογος, ένωση, σύνδεσμος, σωματείο, ομάδα, σύνολο κλπ, θα έπρεπε να έχει το δικό του έμβλημα, το σήμα του δηλαδή και με αυτό να συμμετέχει στην παρέλαση.

Φυσικά το δικαίωμα να παρελάσει, θα πρέπει να έχει κάθε μαθητής του σχολείου, κάθε μέλος του συλλόγου, ή του σωματείου κ.λ.π. ανεξάρτητα από την εθνικότητα και τη θρησκεία του, εφόσον το επιθυμεί και του εξηγηθούν οι λόγοι για τους οποίους παρελαύνει:

Δηλαδή, φόρος τιμής στους πεσόντες για την Ελευθερία και την Ανεξαρτησία και υπόσχεση ότι και ο ίδιος θα αγωνιστεί και θα πράξει ανάλογα κάτω από τα ελληνικά ιδεώδη.

Ο Σημαιοφόρος ειδικά, με το που σηκώνει τη σημαία, αποδέχεται ακόμα και να πεθάνει για αυτήν και τα ιδανικά της, παρά να του πέσει από τα χέρια.

Η σημαία λοιπόν δεν είναι ούτε έπαθλο ούτε βραβείο ούτε αριστείο. Είναι τιμή κι ευθύνη για αυτόν που την φέρει.

Είναι ο Αντεντοκούμπο Έλληνας;
Είναι ο Πύρρος Δήμας;
Είναι τα παιδιά των Ελλήνων ομογενών που έχουν γεννηθεί σε ξένη χώρα;
Είναι τα παιδιά των ξένων που έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα;
Είναι ο Αμίρ το προσφυγάκι από το Αφγανιστάν που θέλει διακαώς να παρελάσει;

Έλληνας μπορείς να είσαι επειδή γεννήθηκες στην Ελλάδα μα αυτό δεν φτάνει. Μπορείς να είσαι επειδή σπούδασες ελληνικά μα κι αυτό δεν φτάνει. Μπορεί να είσαι επειδή έχεις έναν ή δυο γονείς Έλληνες μα κι αυτό επίσης δεν φτάνει από μόνο του.

Από την άλλη, μπορείς επίσης να είσαι Ελληνας με δυο γονείς Αφρικανούς. Γεννημένος στην Ελλάδα ή αλλού. Μπορείς να είσαι Ελληνας μουσουλμάνος (όπως οι Πομάκοι ή οι περισσότεροι Ρομά).

Μπορείς ακόμα να είσαι Έλληνας χωρίς να έχεις το διαβατήριο και τη “βούλα”. Σαν τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό:

“Αγάπησα αυτή τη γλώσσα (την ελληνική) … γιατί ό,τι έχει λεχθεί καλό από τον άνθρωπο έχει ως επί το πλείστον λεχθεί σ’ αυτή τη γλώσσα. Με τα λατινικά κυβέρνησα την αυτοκρατορία μου. Ο επιτάφιος μου θα χαραχτεί στα λατινικά στον τοίχο του μαυσωλείου μου στις όχθες του Τίβερη, ΑΛΛΑ ΕΓΩ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΧΩ ΣΚΕΦΤΕΙ ΚΑΙ ΖΗΣΕΙ.”

Οπότε, δεν θα το πούμε εμείς ποιος είναι Έλληνας και ποιος όχι. Αυτό, θα το πουν οι ίδιοι. Με τις πράξεις, τα έργα τους και τον τρόπο ζωής τους.

Λένε πως είμαστε από τους πιο περήφανους λαούς για την καταγωγή μας. Αλήθεια είναι. Η ελληνικότητα είναι τίτλος τιμής, όχι απλά ένα ενδεικτικό ιθαγένειας και γλώσσας.

Είναι ένα άυλο σύνολο κουλτούρας και πολιτισμού που πραγματώνεται και διαιωνίζεται μέσα από τον κάθε φύσει η θέσει Έλληνα.

Ο Αλέξανδρος ο Μέγας, για τον οποίον ερίζουν ξαφνικά μερικοί μετά από 2.500 χρόνια, αυτοπροσδιορίζεται διακηρύττοντας πανηγυρικά: “Ευτυχώς που γεννήθηκα Έλληνας!” (“ευγνωμονώ τοις θεοίς ότι εγεννήθην Έλλην”) και τιμά με τη ζωή του την ελληνικότητά του αυτή.

Είμαστε Γραικοί και Πανέλληνες, λέξεις πανάρχαιες που εμφανίζονται στον Αριστοτέλη και στα Ομηρικά Έπη.

Τέλος, η παρέλαση ουδεμία σχέση έχει με στρατιωτική πειθαρχία και φασιστική ρομποτοποίηση των παιδιών, που διάβασα κάπου και με έπιασαν τα γέλια.

Η δικιά μας παρέλαση δεν έχει να κάνει με βήματα της χήνας και ομοιομορφία κομμένη με το μαχαίρι. Στη δική μας παρέλαση δεν προσπαθούμε να μοιάσουμε στους άλλους σε βαθμό τέτοιο που να χάνεται η προσωπικότητα μας.

Η παρέλαση για τους Έλληνες και τους ελληνοπαιδευμένους, είναι εκείνη η μοναδική ώρα που ο ασύνταχτος, ελεύθερος κι απείθαρχος λαός μας (κι όσοι τον αποδέχονται και τον ακολουθούν), ΣΥΝΤΟΝΙΖΕΤΑΙ και συγχρονίζει το βήμα του, τη σκέψη του και την καρδιά του με το νταούλι, ακολουθώντας τη σημαία, για να τιμήσει όλα αυτά που είπαμε παραπάνω. Χορός και μνημόσυνο ταυτόχρονα.

Το ίδιο νταούλι που χτυπάει άλλοτε σαν όργανο για γιορτή κι άλλοτε σαν τύμπανο του πολέμου. Του αιώνιου δηλαδή Αγώνα.

Έτσι, όταν στέλνουμε τα παιδιά μας στην παρέλαση, όταν γιορτάζουμε τις εθνικές επετείους (σε όποιο μέρος του κόσμου κι αν είμαστε) δεν το κάνουμε για το φολκλόρ, ούτε το παίζουμε Ελληναράδες.

Το κάνουμε “τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι” και με την κρυφή ελπίδα τα παιδιά μας να γίνουν “πολλώ κάρρονες” από εμάς.

Επειδή κάθε γιορτή μας ανεξαιρέτως εμπεριέχει τη χαρμολύπη, έτσι και η 28η Οκτωβρίου εκτός από ημέρα αφιερωμένη στην άρνηση στην υποταγή και την υποδούλωση είναι και μέρα μνήμης.

Ένα πραγματικό μνημόσυνο σε αυτούς που έδωσαν τη ζωή τους στον αγώνα αυτόν, αποδεικνύοντας πως για ό,τι αξίζει κανείς να ζει, αξίζει και να πεθαίνει.

Στη φωτογραφία βλέπουμε να παρελαύνουν στην πλατεία Συντάγματος (κατά άλλες πηγές στο Ναύπλιο και κατά άλλους στην Τρίπολη), την 28η Οκτωβρίου του 1946, μανάδες, χήρες και κόρες πεσόντων στους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1922.

Αν κάποιος μισεί τον πόλεμο, είναι σίγουρα αυτές οι γυναίκες. Γιατί παρελαύνουν όμως; Για να μην ξεχάσουμε.

με σεβασμό,
Αννυ Λιγνού

27/10/2017
http://www.antibaro.gr/article/24923