Παρασκευή 26 Μαρτίου 2021

Σαράντος Καργάκος: Το Κρυφό Σχολειό

 Ἐπειδή πρόσφατα (2007) ἀσκήθηκε λογοκρισία σέ µιά δήλωσή µου σέ κάποιον τηλεοπτικό σταθμό καί δημιουργήθηκαν εἰς βάρος µου ἀνόητες παρεξηγήσεις (ἡ δήλωση ἀκούστηκε ὡς ἑξῆς:

«Βέβαια δέν ὑπάρχουν γραπτές μαρτυρίες ἐπαρκεῖς γιά τό κρυφό σχολειό…»· τά λοιπά λόγια κόπηκαν!), ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ νά παραθέσω αὐτούσια ὅσα εἶχα γράψει γιά τό θέµα αὐτό στή δίτοµη «Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Κόσµου καί τοῦ Μείζονος χώρου» (τ. Β’, σσ. 223-24).

«Σημαντική ἦταν καί ἡ συμβολή τῶν ἐκκλησιῶν καί µοναστηριῶν στή διάδοση μιᾶς ὑποτυπώδους θρησκευτικῆς παιδείας πού ἐκάλυπτε καί τή γλωσσική διδασκαλία. Ἐπειδή ἡ διδαχή γινόταν ὑπό συνθῆκες τραγικῆς δουλείας καί μυρίων κινδύνων, κυρίως ὅμως ἐπειδή τά παιδιά, λόγῳ ἐπαγγελματικῶν ἀσχολιῶν, πήγαιναν νύχτα στό “σχολειό”, πλάσθηκε ὁ θρῦλος τῶν “Κρυφῶν Σχολειῶν”.

Ὅ,τι ὅμως εἶναι θρῦλος δέν σηµαίνει πώς εἶναι ψέμα. Ὁ θρῦλος διασώζει τή μνήμη τοῦ γεγονότος µέ τή στοματική παράδοση. Τό “Κρυφό Σχολειό” ἐνέχει καί τούτη τή σημασία: ἡ διδαχή γινόταν σέ δύο ἐπιπεδα, στό ἐπίπεδο τοῦ “φανεροῦ”, ὅπου λέγονταν τά ἀκίνδυνα γιά τόν κατακτητή, καί στό ἐπίπεδο τοῦ “κρυφοῦ”, γιά ἐπιλεγμένα παιδιά, ὅπου λέγονταν τά ἐπικίνδυνα». Ὅταν κάποιος εἶναι σκλάβος, εἶναι ὑποχρεωμένος ὅσα κάνει νά τά κάνει κρυφά. Πολύ περισσότερο ὅταν αὐτά δέν εἶναι ἀρεστά καί εἶναι «οὐ φωνητά».

Ἐξ ἄλλου, ἀφοῦ τά σχολεῖα ἦσαν κρυφά, θά κρατοῦσαν πρακτικά καί µαθητολόγια; Ἄς τό σκεφθοῦμε κι ἀλλιῶς. Γιατί φωτισµένοι δάσκαλοι, μέ τεράστια παιδεία ἔπαιρναν τά βουνά καί δημιουργοῦσαν σχολεῖα στίς πιό ἀπρόσιτες περιοχές; Εἶναι ἁπλό: αὐτά τά ὁποῖα ἐδίδασκαν χρειάζονταν ἀέρα λευτεριᾶς πού χαρίζει τό βουνό. Γι’ αὐτό κι ὁ Πατρο-Κοσμᾶς στίς διδαχές του ἔλεγε: «Από τά βουνά θά ἕλθει ἡ λευτεριά». Κι ἀκόμη, γιατί στούς νάρθηκες πάμπολλων ἐκκλησιῶν καί μοναστηριῶν εἶναι ζωγραφισμένες χορεῖες ἀρχαίων σοφῶν;

Απλούστατα στά δύσκολα χρόνια οἱ νάρθηκες γίνονταν σχολεῖα καί µέσα σ᾿ αὐτούς δειχνόταν λεκτικά καί ὀπτικά ἡ ἀρχαία σοφία. Ὡστόσο, λόγῳ ἑλλείψεως ἐπαρκῶν μαρτυριῶν ἐσχάτως ἀνακινήθηκε θέµα ὑπάρξεως ἤ ἀνυπαρξίας τοῦ «Κρυφοῦ Σχολειοῦ». Νέοι ἱστορικοί, οἱ λεγόμενοι «ἀποδομητές», ἀνακάλυψαν πώς εἶναι μῦθος. Καί νοσφίσθηκαν αὐτοί τήν «δόξα» τῆς ἀνακαλύψεως!

Κι ὅμως ὁ πρῶτος πού ἀμφισβήτησε τήν ὕπαρξή του ἦταν ἕνας ἄνθρωπος στενά δεμένος μέ τὸ πατριαρχεῖο, ὁ σπουδαῖος ἱστοριοδίφης Μανουήλ Γεδεών. Κι αὐτό λόγῳ ἐλλείψεως γραπτῶν μαρτυριῶν. Ἀκολούθησαν κι ἄλλοι, ὅπως ὁ Γιάννης Βλαχογιάννης, ὁ Γ. Κορδᾶτος, ὁ Λῖνος Πολίτης. Αὐτός ὅμως πού πρό δεκαετίας ἀμφισβήτησε μέ ἰσχυρή ἐπιχειρηματολογία τήν ὕπαρξη «Κρυφοῦ Σχολειοῦ» εἶναι ὁ καθηγ. Ἄλκης Ἀγγέλου µέ τήν ἀξιοπρόσεκτη ἐργασία του «Τό Κρυφό Σχολειό. Χρονικό ἑνός Μύθου» (1997).

Ὡστόσο, ὁ καθηγ. Ἀγγέλου εἶχε τήν ἐντιμότητα νά παραθέσει 4-5 γραπτές μαρτυρίες, βάσει τῶν ὁποίων μαρτυρεῖται ἡ ὕπαρξη «Κρυφοῦ Σχολειοῦ». Ἡ πρώτη ἀφορᾶ στόν λόγιο γιατρό Στέφανο Κανέλλο, φίλο τοῦ Κοραῆ, συναθλητή καί διάδοχο τοῦ Ρήγα, Φιλικό πού συμμετεῖχε στόν Ἀγῶνα καί πέθανε πολεμώντας στήν Κρήτη. Σέ µία ἐπιστολή, τήν ὁποία ἀπηύθυνε ὁ Κανέλλος στίς 4 Ἰανουαρίου 1822 πρός τόν Γερμανό Φιλέλληνα Carl Iken, γράφει τά ἀκόλουθα:

«Οἱ Τοῦρκοι ἀπαγόρευαν αὐστηρότατα τά σχολεῖα ἀκόμη καί ἀπό τίς ἐκκλησίες. Αὐτή κι ἀνάλογες αἰτίες ἀνάγκαζαν τούς Ἕλληνες νά θεωροῦν τή θρησκεία συνδεδεμένη µέ τά γράµµατα καί τά σχολεῖα. Γι’ αὐτό προσπαθοῦσαν µέ χρηματικές δωρεές καί μέ ἄλλα µέσα νά ἱδρύσουν κρυφά κοινά σχολεῖα τόσο σέ µεγάλες ὅσο καί σέ µικρές πόλεις, ὅπου καί τά παιδιά τῶν φτωχῶν διδάσκονταν χωρίς νά πληρώνουν…»

Ἡ ἐπιστολή αὐτή ἔχει γραφτεῖ σέ ἀνύποπτο χρόνο, τό δεύτερο ἔτος τῆς Ἐπαναστάσεως, καί ἀπό ἄνθρωπο πού βρισκόταν ἔξω ἀπό τήν ἐπιρροή τῆς ἐκκλησίας. Δημοσιεύθηκε στό ἔργο τοῦ Iken «Leucothea» στή Λειψία τό 1525. Τήν μαρτυρία αὐτή μπορεῖ ἕνας ἱστορικός νά τήν θεωρήσει ἀνεπαρκῆ, ἀλλά δέν μπορεῖ νά ἀμφισβητήσει τήν ὕπαρξή της. Ἄρα, τό λεγόμενον ὅτι δέν ὑπάρχουν γραπτές μαρτυρίες δέν εὐσταθεῖ. Θά παραβλέψω τίς ἄλλες τρεῖς μαρτυρίες (μεταξύ αὐτῶν καί τήν ἔγκυρη τοῦ προξένου τῶν ΗΠΑ στήν Κωνσταντινούπολη Καρόλου Τάκερµαν) καί θά σταθῶ στά ὅσα γράφει ὁ Νικ. Δραγούµης στό ἔργο του «Ἱστορικαί ἀναμνήσεις».

Ὁ Δραγούμης, βαθύτατος γνώστης τῶν τότε πραγμάτων, ἀναφερόμενος στίς δυσκολίες πού ξεπέρασαν οἱ ὑπεύθυνοι γιά τήν διάδοση τῆς παιδείας τῶν κοριτσιῶν, γράφει τά ἀκόλουθα: «Ὅθεν οὔτε γωνίαν εὑρίσκεις σήμερον ἄνευ σχολείου κορασίων, οὔτε πατέρα οὔτε μητέρα µή φλεγοµένους ὑπό τοῦ πόθου τῆς ἀγωγῆς τῶν ἰδίων θυγατέρων. Ἐπειδή δέ ὁ τοσοῦτος ἔρως τῆς ἐκπαιδεύσεως τοῦ γυναικείου φύλου εἰσήλασε τροπαιοῦχος καί εἰς τήν δούλην Ἑλλάδα (σημ. Σ.Ι.Κ.: ἐννοεῖ τίς µή ἀπελευθερωμένες, κυρίως τίς ἀσιατικές περιοχές), ἀνηγέρθηκαν γυναικῶν φροντιστήρια καί κατά τάς ἀσιάτιδας ἔτι χώρας, ὅπου πρό αἰώνων δέν εἶχε ἀκουσθεῖ ἡ γλυκεῖα τοῦ Πλάτωνος ἤ τοῦ Χρυσοστόµου φωνή, ὅπου διά τόν φόβον τῶν κρατούντων ἐλάχιστος ἀριθμός μαθητῶν µετέβαινον εἰς σχολεῖον, κείµενον ἐν παραβύστῳ ( =σέ ἀπόκρυφο μέρος), ἄδοντες, ὡς εἰ ἐπλανῶντο ( = ὡσάν νά εἶχαν χαθεῖ) χάριν εὐθυμίας εἰς τάς ὁδούς, τό ἐπίτηδες ποιηθέν τοῦτο ἄσμα: Φεγγαράκι µου λαμπρό, φέγγε µου νά περπατῶ, νά πηγαίνω στό σχολειό, νά μαθαίνω γράµµατα γράµματα µαθήµατα τοῦ Θεοῦ ποιήµατα».

Εἶναι ἡ πρώτη ἴσως καταγραφή τοῦ ποιήµατος αὐτοῦ, πού δέν εἶναι βέβαια δημοτικό, ἔγινε ὅμως δημοτικό λόγῳ τῆς εὐρείας χρήσης του, ἐπειδή ἀπηχοῦσε στό αἴσθημα τοῦ λαοῦ καί τίς ἀναμνήσεις του. Βέβαια εἶναι δικαίωµα ἑνός ἱστορικοῦ νά ἀμφισβητεῖ τήν ἀξιοπιστία μιᾶς γραπτῆς μαρτυρίας, νά ἀμφισβητεῖ καί τήν λαϊκή παράδοση καί νά ἀποδίδει ἀξιοπιστία στά ἔγγραφα.

Διερωτῶμαι: πόση ἀξιοπιστία ἔχουν τά σημερινά -ἔστω κρατικά- ἔγγραφα; Διερωτῶμαι ἀκόμη, µήπως εἶναι ἀντιεπιστημονικό -γιά νά μήν πῶ ἀντιδημοκρατικό- τό νά ἀμφισβητεῖται ἡ συλλογική μνήμη ἑνός λαοῦ; Ἀκόμη καί σήµερα ὁ λαός ἔχει διασώσει τήν παράδοση ὅτι σέ ὁρισμένα σημεῖα τῆς Ἑλλάδος λειτούργησαν «Κρυφά Σχολειά» καί δείχνεται τό µέρος ὅπου λειτούργησαν. Πέρα ἀπ᾿ ὅσα ἔχουν καταγραφεῖ ἀπό ἄλλους ἱστορικούς, ὁ γράφων στό βιβλίο του «Ἡ Ἱερά Μονή Αγίων Αναργύρων “Σταματήρας” Πάρνωνος» (Σπάρτη 1993) ἀναφέρεται σέ δύο «Κρυφά Σχολειά», τό ἕνα ἑντός τῆς μονῆς καί τό ἄλλο σέ ἀπόκρημνη περιοχή στὀ δρόμο Βασσαρᾶ-Βεροίων, στά ὁποῖα περί τό 1958 τόν ὁδήγησαν ἐντόπιοι συγκυνηγοί του καί τοῦ διηγήθηκαν ὅσα εἶχαν ἀκούσει ἀπό τοὺς γονεῖς τους. Τό δικαίωµα τῆς ἀμφισβητήσεως εἶναι σεβαστό· ἐπίσης σεβαστό ὅμως εἶναι καί τό δικαίωµα τῆς παραδοχῆς .

Δική µου ἀρχή εἶναι νά μήν ἀμφισβητῶ τήν προφορική παράδοση, ἡ ὁποία σφάλλεται μέν ὡς πρός τήν ἀκρίβεια, ὄχι ὅμως ὡς πρός τήν οὐσία. Ἐξ ἄλλου κι ὁ μῦθος -πολύ περισσότερο ὁ θρῦλος- ἔχει τήν δική του ἱστορικότητα. Κλείνουµε τό κεφάλαιο αὐτό µέ µιά ἀναφορά σέ δύο μεγάλους ἱστορικοῦς: Ὁ Λεοπ. φόν Ράνκε στόν πρόλογο τῆς «Παγκόσμιας ἱστορίας» του γράφει: «Ἡ ἱστορία ἀρχίζει ὅταν τά μνημεῖα γίνονται κατανοητά καί διαθέτουµε ἀξιόπιστες γραπτές μαρτυρίες».

Σωστό ὥς ἕνα βαθμό. Τι θά γινόταν ὅμως, ἄν δέν ὑπῆρχε ὁ Ξενοφῶν; Ὁ Πελοποννησιακός πόλεμος δέν θά γινόταν; Δέν θά γινόταν ἡ µάχη στά Κούναξα; Τό ὅτι δέν ἀναφέρεται σέ γραπτές πηγές ἡ λειτουργία Κρυφῶν Σχολειῶν, δέν σημαίνει πώς δέν ὑπῆρχαν. Ὁ Ἔντουαρντ Μάγερ στό περίφημο ἔργο του «Zur Theorie Und Methodik Der Geschichte» (1910) ὑποστηρίζει ὅτι στήν ἱστορία ἀνήκει ὅ,τι ἀσκεῖ ἐπίδραση. Καί ἡ ἐπίδραση τοῦ «Κρυφοῦ Σχολειοῦ» ὑπῆρξε ἰσχυρή ὥς τούς παρόντες καιρούς.
Σαράντος Ι. Καργάκος, «Μαθήματα Νεότερης Ἱστορίας», τ. Α΄, Ἐκδ. Γεωργιάδης, 2007


*Ὁ λαός ἀσφαλῶς δέν θά διαµόρφωνε τήν ἀντίληψη περί «Κρυφοῦ Σχολειοῦ», ἄν αὐτό δέν ἦταν ὑπαρκτό µέχρι τή νεώτερη ἐποχή στίς µή ἀπελευθερωμένες ἑλληνικές περιοχές. Πρόσφατα ὁ Φάνης Κακριδῆς μετέφρασε µέρος τῶν ἀνταποκρίσεων τοῦ γνωστοῦ δημοσιογράφου René Puaux, πού τὶς εἶχε δημοσιεύσει στή γαλλική ἐφημερίδα Καιροί τό 1914 µέ τίτλο Δυστυχισμένη Ἤπειρος. Ὁ R. Puaux γράφει ὅτι συναντήθηκε στό Αργυρόκαστρο στό σπίτι τοῦ Μ. Ζωτίδη µέ ἕνα δάσκαλο καί µιά δασκάλα καί τούς µαθητές τους πού προσπαθοῦσαν, ὑπό συνθῆκες παρανοµίας σχεδόν, νά συντηρήσουν τήν ἑλληνικὴ ἰδέα, χωρίς νά γίνουν ἀντιληπτοί ἀπό τούς Τούρκους. Γράφει ὁ Puaux, κατά μετάφραση Κακριδῆ:

«Θά μποροῦσε κανείς νά ἀφιερώσει ἕνα ὡραῖο κεφάλαιο στό σῶμα τῶν Ἑλλήνων δασκάλων τῆς Ἠπείρου, πού, άντιμετωπίζοντας τόσες ἀντιξοότητες καί ταπεινώσεις, δὲν ἔπαυσαν γι’ αὐτό νά προχωροῦν τό πατριωτικό τους ἔργο. Κανένα ἑλληνικό βιβλίο δέν γινόταν δεκτό, ἄν εἶχε τυπωθεῖ στήν Ἀθήνα. Ἔπρεπε ὅλα νά ἔλθουν ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη. Ἡ ἑλληνική ἱστορία ἦταν ἀπαγορευμένη. Ἔτσι, ἔκαναν συµπληρωματικές μυστικές παραδόσεις, ὅπου χωρίς βιβλίο, χωρίς τετράδιο, ὁ μικρός Ἠπειρώτης μάθαινε νά γνωρίζει τήν πατρίδα μητέρα του, τόν ἐθνικό του ὕμνο, τά ποιήματα καί τούς ἥρωές του. Οἱ µαθητές κρατοῦσαν στά χέρια τους τήν ζωή τῶν δασκάλων τους. Ἕνας λόγος ἀστόχαστος ἤ µιά καταγγελία θά ἦταν μοιραία».

**Από τό βιβλίο τοῦ καθηγητῆ Νικολάου Β. Χρονόπουλου: «Ἡ ἀλήθεια γιά τό Κρυφό Σχολειό», ἐκδ. Πλάτανος, Ἀθήνα 2002.
***Ὁ Νικ. Δραγούμης διεδραµάτισε σηµαντικό ρόλο στά πολιτικά πράγματα τῆς ἀπελευθερωμένης Ἑλλάδος. Τό βιβλίο του «Ἱστορικαί ἀναμνήσεις» εἶναι µία ἀπό τίς σημαντικώτερες πηγές γιά τά χρόνια τοῦ Ἀγώνα, κυρίως γιά τήν μετέπειτα περίοδο. Ἡ πρώτη ἔκδοση, δυστυχῶς µόνον τοῦ Α΄ τόμου, ἔγινε τό 1874, ἡ δεύτερη τό 1879 καί ἡ τρίτη τό 1973 ἀπό τίς ἐκδόσεις «Ἑρμῆς» μέ τήν ἐπιμέλεια τοῦ Ἄλκη Αγγέλου. Ἀπό τήν ἔκδοση αὐτή καί τό παραπάνω παράθεµα.
****Ἔκδοση 1973, σ. 164. Στή δεύτερη ἔκδοση (1879) εἶναι στή σ. 214.

https://aristeia.site/archives/38288?utm_source=rss&utm_medium=rss&utm_campaign=%25cf%2583%25ce%25b1%25cf%2581%25ce%25ac%25ce%25bd%25cf%2584%25ce%25bf%25cf%2582-%25ce%25ba%25ce%25b1%25cf%2581%25ce%25b3%25ce%25ac%25ce%25ba%25ce%25bf%25cf%2582-%25cf%2584%25ce%25bf-%25ce%25ba%25cf%2581%25cf%2585%25cf%2586%25cf%258c-%25cf%2583%25cf%2587%25ce%25bf%25ce%25bb%25ce%25b5%25ce%25b9%25cf%258c

Η πνευματική πλάνη και οι δύο βασικές μορφές της

 ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ SERAPHIM ROSE

Η ιδέα της πλάνης, βασική στην Ορθόδοξη ασκητική διδασκαλία, είναι εντελώς απούσα στον Προτεσταντικό-Καθολικό κόσμο που παρήγαγε το «χαρισματικό» κίνημα·

κι αυτό το γεγονός εξηγεί γιατί μια τόσο ολοφάνερη πλάνη μπορεί να κερδίσει τέτοιο κύρος σε κατ’ όνομα «χριστιανικούς» κύκλους, κι ακόμα γιατί ένας «προφήτης» σαν τον Νικολάι Μπερντιάγιεφ ο οποίος προέρχεται από Ορθόδοξο υπόβαθρο, θεωρεί απολύτως ουσιώδες ότι στη «νέα εποχή του Αγίου Πνεύματος» «δεν θα υπάρχει πια ασκητική κοσμοθεωρία». Ο λόγος είναι προφανής: Η Ορθόδοξη ασκητική κοσμοθεωρία δίνει το μόνο μέσο με το οποίο οι άνθρωποι, έχοντας λάβει το Άγιο Πνεύμα με το Βάπτισμα και το Χρίσμα τους, μπορούν πραγματικά να συνεχίσουν να αποκτούν το Άγιο Πνεύμα στη ζωή τους· και διδάσκει πως να διακρίνουμε την πνευματική πλάνη και να φυλαγόμαστε από αυτήν. Η «νέα πνευματικότητα» την οποία ονειρεύτηκε ο Μπερντιάγεφ και την οποία ουσιαστικά εξασκεί η «χαρισματική αναζωπύρωση» έχει ένα εντελώς διαφορετικό θεμέλιο και φαίνεται να είναι απάτη στο φως της Ορθόδοξης ασκητικής διδασκαλίας. Γι’ αυτό, δεν υπάρχει χώρος και για τις δυο αντιλήψεις στο ίδιο πνευματικό σύμπαν: για να αποδεχτεί κάποιος τη «νέα πνευματικότητα» και τη «χαρισματική αναζωπύρωση», πρέπει να απορρίψει τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό· και αντιστρόφως, για να παραμείνει κάποιος Ορθόδοξος Χριστιανός, πρέπει να απορρίψει τη «χαρισματική αναζωπύρωση», που είναι μια παραχάραξη της Ορθοδοξίας.

Για να γίνει αυτό απόλυτα σαφές, θα δώσουμε στη συνέχεια τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας σχετικά με την πνευματική πλάνη, κυρίως όπως διαμορφώθηκε στη συλλογή αυτής της διδασκαλίας κατά τον 19ο αιώνα από τον Επίσκοπο Ιγνάτιο Brianchaninov, που ο ίδιος ήταν ένας Ορθόδοξος Πατέρας της σύγχρονης εποχής (1ος τόμος από τα επιλεγμένα έργα του).

Υπάρχουν δυο βασικές μορφές πλάνης. Η πρώτη και πιο θεαματική μορφή προκύπτει όταν ένα πρόσωπο μοχθεί για μια υψηλή πνευματική κατάσταση ή πνευματικά οράματα χωρίς να έχει πρώτα καθαρθεί από τα πάθη και την επανάπαυση στη δική του κρίση. Σε κάποιον τέτοιο ο διάβολος παρέχει σπουδαία «οράματα». Υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα στους βίους των Αγίων, που ανήκουν στα βασικά εγχειρίδια της Ορθόδοξης ασκητικής διδασκαλίας. Έτσι ο άγιος Νικήτας, αργότερα Επίσκοπος του Novgorod (31 Ιαν.) εισήλθε στην ερημιτική ζωή απροετοίμαστος και παρά τις αντίθετες συμβουλές του πνευματικού του, και σύντομα άκουσε μια φωνή να προσεύχεται μαζί του. Τότε ο «Κύριος» μίλησε στο Νικήτα κι έστειλε έναν «άγγελο» να προσεύχεται στη θέση του, και του έδωσε εντολή να διαβάζει βιβλία αντί να προσεύχεται, και να διδάσκει εκείνους που έρχονταν σ’ αυτόν. Έτσι κι έκανε, βλέποντας πάντα τον «άγγελο» να προσεύχεται δίπλα του, και οι άνθρωποι έμεναν έκπληκτοι από την πνευματική σοφία του και τις «δωρεές του Αγίου Πνεύματος» που φαινόταν να κατέχει, συμπεριλαμβανομένων «προφητειών» οι οποίες πάντα εκπληρώνονταν. Η απάτη αποκαλύφθηκε μόνο όταν οι πατέρες του μοναστηριού έμαθαν για την αποστροφή του προς την Καινή Διαθήκη (παρ’ ότι την Παλαιά Διαθήκη, την οποία δεν είχε διαβάσει ποτέ, μπορούσε να την πει απ’ έξω), και μέσω των προσευχών τους μετανόησε, τα «θαύματά» του σταμάτησαν, και αργότερα έφθασε σε γνήσια αγιότητα. Παρομοίως, ο άγιος Ισαάκ των σπηλαίων του Κιέβου (14 Φεβρ.), είδε ένα μεγάλο φως και εμφανίστηκε σ’ αυτόν ο «Χριστός» με «αγγέλους» όταν ο Ισαάκ, χωρίς να κάνει το σημείο του σταυρού, γονάτισε μπροστά στο «Χριστό», οι δαίμονες απέκτησαν εξουσία πάνω του και, αφού χόρεψαν μαζί του μανιασμένα, τον παράτησαν μισοπεθαμένο. Κι αυτός επίσης έφτασε αργότερα σε γνήσια αγιότητα. Υπάρχουν πολλές παρόμοιες περιπτώσεις όπου ο «Χριστός» και οι «άγγελοι» εμφανίστηκαν σε ασκητές και παραχώρησαν εκπληκτικές δυνάμεις και «δωρεές του Αγίου Πνεύματος», οι οποίες συχνά οδήγησαν τελικά τους παραπλανημένους ασκητές σε παράνοια ή αυτοκτονία.

Αλλά υπάρχει κι άλλη, λιγότερο θεαματική μορφή πνευματικής πλάνης, η οποία δεν προσφέρει στα θύματά της σπουδαία οράματα αλλά μόνο εξυψωτικά «θρησκευτικά συναισθήματα». Αυτό συμβαίνει, όπως έχει γράψει ο Επίσκοπος Ιγνάτιος, «όταν η καρδιά επιθυμεί και πασχίζει για άγια και θεϊκά αισθήματα ενώ είναι ακόμα εντελώς ακατάλληλη γι’ αυτά. Ο καθένας που δεν έχει συντετριμμένο, μεταμελημένο πνεύμα, που αναγνωρίζει οποιοδήποτε είδος πλεονεκτήματος ή αξίας στον εαυτό του, που δεν τηρεί σταθερά τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας αλλά σε μια ή άλλη παράδοση πιστεύει στη δική του αυθαίρετη κρίση ή έχει ακολουθήσει μια μη Ορθόδοξη διδασκαλία – είναι σε αυτή την κατάσταση πλάνης». Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία έχει ολόκληρα πνευματικά εγχειρίδια γραμμένα από ανθρώπους σε αυτή την κατάσταση· τέτοιο είναι η «Μίμησις Χριστού» του Thomas a Kempis. Ο Επίσκοπος Ιγνάτιος λέει γι’ αυτό: «Σ’ αυτό το βιβλίο κυριαρχεί και αναπνέει μέσα από τις σελίδες ο υποκριτικός ζήλος του κακού πνεύματος, κολακεύοντας και μεθώντας τον αναγνώστη… Το βιβλίο καθοδηγεί τον αναγνώστη απ’ ευθείας σε επικοινωνία με το Θεό, χωρίς προηγούμενο εξαγνισμό δια της μετανοίας… Από αυτό οι σαρκικοί άνθρωποι εισέρχονται σε έκσταση από ηδονή και μέθη που αποκτάται χωρίς δυσκολία, χωρίς αυταπάρνηση, χωρίς μετάνοια, χωρίς σταύρωση της σάρκας με τα πάθη και τις επιθυμίες της (Γαλ. 5:24), με κολακεία της πεπτωκυΐας κατάστασής τους». Και το αποτέλεσμα, όπως έχει γράψει ο I. M. Kontzevitch, ο μεγάλος μεταφραστής της πατερικής διδασκαλίας, είναι ότι «ο ασκητής, κοπιάζοντας να ανάψει στην καρδιά του αγάπη για το Θεό ενώ παραμελεί τη μετάνοια, καταβάλλει προσπάθεια να επιτύχει ένα συναίσθημα ηδονής, έκστασης, και ως αποτέλεσμα επιτυγχάνει ακριβώς το αντίθετο: ‘’έρχεται σε κοινωνία με το σατανά και μολύνεται με μίσος για το Άγιο Πνεύμα’’ (Επίσκοπος Ιγνάτιος)».

Κι αυτή είναι η πραγματική κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι οπαδοί της «χαρισματικής αναζωπύρωσης», ακόμα και χωρίς να το υποπτεύονται. Αυτό μπορεί να φανεί πιο καθαρά όταν εξεταστούν οι εμπειρίες και απόψεις τους, βήμα προς βήμα, σε αντιπαραβολή με τη διδασκαλία των Ορθόδοξων Πατέρων όπως εκτέθηκαν παραπάνω από τον Επίσκοπο Ιγνάτιο.

από το βιβλίο: «Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ και η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ» – ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ SERAPHIM ROSE

https://simeiakairwn.wordpress.com/2016/01/11/η-πνευματική-πλάνη-και-οι-δύο-βασικές-μ/