Του Γιώργου Χ. Παπαγεωργίου
Σε πολιτικό επίπεδο έχει μεταφερθεί η διαπραγμάτευση για τα κόκκινα δάνεια, καθώς το ζήτημα μπορεί να αποτελέσει κοινωνική και κατ’ επέκταση πολιτική ωρολογιακή βόμβα το επόμενο διάστημα.
Μιλώντας με αριθμούς η αρχική θέση των δανειστών είναι ότι πρέπει να προστατεύεται από τον πλειστηριασμό πρώτης κατοικίας μόνο το 17% όσων έχουν στεγαστικό δάνειο, ενώ η κυβέρνηση στοχεύει στο 72%.
Καλά πληροφορημένες πηγές εκτιμούν ότι μπορεί να επιτευχθεί ένας συμβιβασμός ο οποίος θα αντιστοιχεί στην κάλυψη του 50% περίπου των νοικοκυριών με στεγαστικό δάνειο και απομένει να προσδιοριστούν τα συγκεκριμένα όρια ετήσιου εισοδήματος και αξίας του ακινήτου, με βάση τα οποία θα καθορίζονται οι δικαιούχοι προστασίας για την πρώτη κατοικία με τον «νόμο Κατσέλη».
Σε μια τέτοια περίπτωση, ασφαλώς θα πρόκειται για έναν πολιτικό συμβιβασμό και μια υποχώρηση από την αρχική θέση των δανειστών οι οποίοι, εκφράζοντας κυρίως τη θέση του ΔΝΤ, επιμένουν να υπάρχει νομοθετική κάλυψη μόνο για τα πολύ φτωχά νοικοκυριά, έτσι ώστε να επικρέμαται η απειλή του πλειστηριασμού για τους περισσότερους δανειολήπτες, σε αντίθεση με την κυβέρνηση η οποία επιδιώκει να προστατεύσει και τα «μεσαία» νοικοκυριά.
Το ζήτημα, όμως, είναι ότι ακόμα και μια τέτοια διευθέτηση, θα ανοίξει την πόρτα σε πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας, για μια μεγάλη κατηγορία δανειοληπτών οι οποίοι δεν παύουν να είναι θύματα της οικονομικής κρίσης και της ύφεσης, έστω και εάν τα εισοδήματά τους ή η αξία του σπιτιού τους ξεπερνούν το όποιο όριο τεθεί.
Οι συνέπειες της κρίσης είναι γενικευμένες αλλά ασύμμετρες, με όσους έχουν δάνεια να αντιμετωπίζουν ένα βάρος περισσότερο, είτε καταφέρνουν να τα εξυπηρετούν είτε όχι.
Ένα νοικοκυριό που πήρε στεγαστικό δάνειο με τα δεδομένα της προηγούμενης δεκαετίας, αντιμετωπίζει σήμερα ένα τριπλό πρόβλημα: Τα εισοδήματα έχουν μειωθεί, η αξία του ακινήτου επίσης, αλλά το βάρος εξυπηρέτησης του δανείου παραμένει σταθερό.
Ένα νοικοκυριό που πήρε στεγαστικό δάνειο με τα δεδομένα της προηγούμενης δεκαετίας, αντιμετωπίζει σήμερα ένα τριπλό πρόβλημα: Τα εισοδήματα έχουν μειωθεί, η αξία του ακινήτου επίσης, αλλά το βάρος εξυπηρέτησης του δανείου παραμένει σταθερό.
Στην πραγματικότητα, η λεγόμενη «εσωτερική υποτίμηση», πέραν της γενικευμένης οικονομικής καταστροφής που προκάλεσε, δημιούργησε μια επιπλέον αδικία σε βάρος όλων όσων είχαν κάποιου είδους δάνειο, καθώς το πραγματικό βάρος του τελευταίου αυξήθηκε και μάλιστα σημαντικά.
Το μεγαλύτερο μέρος από την πρόσθετη αυτή ζημία που υπέστησαν οι δανειολήπτες δεν έχει ακόμα υλοποιηθεί, αφού η απώλεια της αξίας του ακινήτου παραμένει θεωρητική, δεδομένου ότι τα νοικοκυριά διατηρούν το σπίτι τους.
Όμως η λεγόμενη «εκκαθάριση» των κόκκινων δανείων από τις τράπεζες, εάν καταλήξει σε πλειστηριασμούς θα έχει ως αποτέλεσμα να αποτυπωθούν οι ζημιές, καθώς οι τιμές στις οποίες θα αλλάζουν χέρια τα ακίνητα θα είναι πολύ κατώτερες από τις σημερινές και θα οδηγήσουν σε χαμηλότερα επίπεδα συνολικά τις αξίες στην κτηματαγορά.
Κάτι τέτοιο θα επηρεάσει αρνητικά όχι μόνο τα θύματα των πλειστηριασμών και την κτηματαγορά, αλλά και τις τράπεζες, αφού τα ακίνητα που είναι ενεχυριασμένα έναντι των δανείων -και των εξυπηρετούμενων- θα χάσουν την αξία τους.
Επιπλέον, οι τράπεζες δεν έχουν αυτή τη στιγμή κίνητρο για να αποκτήσουν μαζικά ακίνητα, τουλάχιστον στο βαθμό που πρόκειται για μικρά «λαϊκά» ακίνητα, καθώς κάτι τέτοιο θα δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα (πρόσθετο κόστος, βάρος διαχείρισης) από όσα πιθανόν θα τους λύσει.
Οι πλειστηριασμοί ακινήτων, επομένως, θα έχουν οδυνηρές επιπτώσεις στην ελληνική κοινωνία αλλά και στην οικονομία και το πρόβλημα δεν θα ξεπεραστεί εάν γίνουν «λίγοι» πλειστηριασμοί ή εάν περιοριστούν σε κάποιους υποτιθέμενους «έχοντες» των 25-30.000 ευρώ ετησίως.
Στην κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην Ελλάδα ύστερα από πέντε χρόνια μνημονίου, ύφεσης και γενικευμένης δυσπραγίας, τα όρια ανοχής σε τέτοια φαινόμενα είναι πρακτικώς ανύπαρκτα.
Δεδομένου άλλωστε ότι το ελληνικό Δημόσιο, ύστερα και από την τρίτη ανακεφαλαιοποίηση που ξεκινά, θα έχει διαθέσει περί τα 40-45 δισ. ευρώ για να καλύψει ακριβώς τα κεφάλαια που έχασαν οι τράπεζες από τα κόκκινα δάνεια, οι πλειστηριασμοί της πρώτης κατοικίας δεν έχουν την παραμικρή λογική, πέραν από εκείνη της εμμονικής προσήλωσης των δανειστών στις πιο σκληρές νεοφιλελεύθερες πρακτικές.
http://www.ert.gr/i-megali-pagida-ton-plistiriasmon/