Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2015

ΑΦΙΕΡΩΜΑ:Η ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΡΑΓΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ 1922

ΤΡΑΓΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ 1922
Μετά τη συνθήκη των Σεβρών (28 Ιουλίου/10 Αυγούστου 1920) , το όνειρο της μεγάλης ιδέας είχε γίνει σχεδόν πραγματικότητα. Η Ελλάδα έγινε το κράτος των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών..
 
              Δυστυχώς, όμως, αυτό κράτησε μόνο δύο χρόνια. Παραμόνευε o εθνικός διχασμός στην κρίσιμη αυτή στιγμή για την Ελλάδα. Επί πλέον, τα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα των Ευρωπαϊκών δυνάμεων, που ήταν φίλοι και σύμμαχοι της Ελλάδας, υποστήριξαν την Τουρκία, που ήταν αντίπαλός τους στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.
 
Συνέπεια των γεγονότων αυτών ήταν η κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου τον Αύγουστο του 1922, η άτακτη υποχώρηση και αποχώρηση του ελληνικού στρατού και πληθυσμού.
 
Οι συγκυρίες που συνήργησαν για τη Μικρασιατική καταστροφή το 1922 ήταν πολλές και ποικίλες. Η ελληνική κυβέρνηση της περιόδου 1920-1922 δεν στάθηκε ικανή να κατανοήσει που κατευθυνόταν η χώρα με την πολιτική που ακολουθούσε. Τα πολιτικά και στρατιωτικά λάθη της ελληνικής ηγεσίας ήταν μια από τις αιτίες που οδήγησαν στην ελληνική ήττα. Ο κυριότερος λόγος ίσως, όμως, ήταν η αντιπαλότητα και τα συγκρουόμενα συμφέροντα της Αγγλικής, Γαλλικής, Αμερικανικής, Ιταλικής και Ρωσικής πολιτικής στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και η ταχύτητα με την οποία ανασυγκροτήθηκε ο τουρκικός στρατός υπό τον Κεμάλ Ατατούρκ. Το αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν ο θάνατος, οι κακουχίες και η προσφυγιά για ενάμισι περίπου εκατομμύριο Έλληνες που ζούσαν στη Μικρά Ασία μέχρι τον Αύγουστο του 1922.
 
Με την αποχώρηση και των τελευταίων από τη Μικρά Ασία στις 6/19 Σεπτεμβρίου του 1922 δεν υπήρχε μέτωπο των δυνάμεων Ελλάδας και Τουρκίας. Παρέμενε όμως ανοιχτό για τους Τούρκους το ζήτημα της Ανατολικής Θράκης. Στις 31 Αυγούστου / 12 Σεπτεμβρίου ο Κεμάλ δήλωσε στον Άγγλο πρόξενο στη Σμύρνη ότι θεωρούσε πως η Τουρκία βρισκόταν σε εμπόλεμη κατάσταση με την Αγγλία και ότι μόνο η άμεση παραχώρηση της Ανατολικής Θράκης θα μπορούσε να αποτρέψει τη σύγκρουση ανάμεσα στο συμμαχικό και τον τουρκικό στρατό στην ουδέτερη ζώνη των στενών. Θορυβημένη η Γαλλία, με τη σύμφωνη γνώμη της Ιταλίας, πρότεινε στην Αγγλία τη μετατόπιση των ελληνικών συνόρων στη Θράκη στη γραμμή Αίνου Μηδείας, από τη γραμμή Τσατάλτζας της Συνθήκης των Σεβρών. Η ρήξη των συμμάχων άφησε μόνους τους Άγγλους στα Δαρδανέλια να αντιμετωπίσουν τους Τούρκους, γιατί η γαλλική πλευρά παρέμενε ανένδοτη στην άποψη ότι "ο μόνος τρόπος με τον οποίο θα μπορούσε να αποφευχθεί ο πόλεμος ήταν να δεσμευθούν, άμεσα και δημόσια, οι σύμμαχοι στο ζήτημα της παραχωρήσεως στην Τουρκία της Ανατολικής Θράκης".
 
             Έτσι, σε κοινή ανακοίνωση τους προς την κυβέρνηση της Άγκυρας με ημερομηνία 10/23 Σεπτεμβρίου, καλούσαν την Τουρκία σε διαπραγμα-τεύσεις ειρήνης με αντάλλαγμα την προσφορά της Ανατολικής Θράκης. Μέχρι τη σύγκληση του Συνεδρίου Ειρήνης, αναλαμβάνουν να πείσουν την Ελλάδα να αποσύρει τα στρατεύματα της στην Ανατολική Θράκη, σε μια νέα γραμμή που θα την καθόριζαν από κοινού οι διοικητές των συμμαχι-κών δυνάμεων στην ουδέτερη ζώνη και εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποι της Ελλάδας και της Τουρκίας, σε σύσκεψη στα Μουδανιά της Προπο-ντίδας. Η Ελλάδα δεν έπαιξε κανένα ρόλο, στις διασυμμαχικές αυτές διαπραγματεύσεις, αλλά ενημερώθηκε για τα αποτελέσματα τους. Η κυβέρνηση Τριανταφυλλάκου, στο βαθμό που κυβερνούσε, στις 12/25 Σεπτεμβρίου δέχτηκε να συμμορφωθεί με την απόφαση των Δυνάμεων, ως προς το ζήτημα της Θράκης.
 
Η Ανατολική Θράκη, ωστόσο, κάθε άλλο παρά "Χαμένη" μπορούσε να θεωρηθεί για την Ελλάδα. Το Τέταρτο Σώμα Στρατού όχι μόνο δεν είχε καμιά ανάμιξη, στο μικρασιατικό μέτωπο, αλλά είχε σημαντικά ενισχυθεί από το βόρειο συγκρότημα του ελληνικού στρατού που είχε περάσει με ελληνικά πολεμικά στη Ραιδεστό. Ακόμα και αν υποτεθεί ότι η Τουρκία ήταν αποφασισμένη να πετύχει με πόλεμο την κατάληψη της Ανατολικής Θράκης, το Σεπτέμβριο/Οκτώβριο του 1922, έπρεπε να νικήσει τις βρετανικές δυνάμεις στην ουδέτερη ζώνη, να καταλάβει τα Δαρδανέλια και, το σπουδαιότερο, να αποδεχθεί η Αγγλία την τυπική αυτή ήττα της και να αποχωρήσει από τα Στενά και την Κωνσταντινούπολη, χωρίς να χρησιμοποιήσει το στόλο της, έπρεπε επίσης οι δυνάμεις της να περάσουν στην Ευρώπη μη διαθέτοντας αξιόλογη ναυτική υποστήριξη (ο ελληνικός στόλος ήταν ακόμη στην Προποντίδα) και έπρεπε να νικήσει τον ελληνικό στρατό και να καταλάβει την Ανατολική Θράκη. Όλα αυτά έπρεπε να ολοκληρωθούν μέσα σε μερικές εβδομάδες, γιατί ερχόταν ο χειμώνας.
 
Ο ελληνικός στρατός, που με την "επέκταση της ελληνικής ζώνης" μετά τις επιχειρήσεις του 1920 σχημάτιζε προστατευτική ασπίδα για τις συμμαχικές θέσεις στην ασιατική πλευρά της ουδέτερης ζώνης, βρέθηκε στην Ανατολική Θράκη καλυπτόμενος από τα συμμαχικά στρατεύματα και τη στιγμή εκείνη καλείται να προσφέρει μια ύστατη υπηρεσία. Να αποχωρήσει στα δυτικά πίσω από τον Έβρο και μάλιστα πριν από το Συνέδριο της Ειρήνης (πράγμα που σήμαινε 250.000 νέους πρόσφυγες) για να αποκλειστεί με τον τρόπο αυτό η πιθανότητα πολέμου ανάμεσα στην Τουρκία και την Αντάντ, ουσιαστικά με την Αγγλία.
 
Στις 13/26 Σεπτεμβρίου στρατιωτικό αεροπλάνο έριχνε πάνω από την Αθήνα προκηρύξεις με υπογραφή του συνταγματάρχη Στυλιανού Γονατά. Ανελάμβανε τη διακυβέρνηση η "Επαναστατική Επιτροπή" με πρόεδρο τον συνταγματάρχη Νικόλαο Πλαστήρα. Στις 15/28 Σεπτεμβρίου, ο Πλαστήρας και ο Γονατάς είχαν κοινή συνάντηση με τους πρεσβευτές Αγγλίας και Γαλλίας. Δοκίμασαν μεγάλη απογοήτευση, όταν πληροφορήθηκαν από τους δυο πρεσβευτές ότι η απόφαση των δυνάμεων σχετικά με την παραχώρηση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία ήταν οριστική. Πίστευαν ότι με την απομάκρυνση του Κωνσταντίνου θα άλλαζε η στάση της Αγγλίας και της Γαλλίας σε όλα τα ζητήματα, ακόμα και στο ζήτημα της Ανατολικής Θράκης.
 
Οι αρχηγοί δεν πρόβαλαν καμιά ουσιαστική αντίρρηση για το θέμα της Θράκης. Σε νέα συνάντησή του με τον Πλαστήρα, στις 19 Σεπτεμβρίου/2 Οκτωβρίου, ο Άγγλος πρεσβευτής διευκρίνισε ότι η Ελλάδα δε θα έπρεπε να περιμένει βοήθεια από την Αντάντ, αν δεν αποδεχόταν τις αποφάσεις της. Ο Πλαστήρας δήλωσε ότι ο ίδιος δεν ήταν πολιτικός και ότι θα ακολουθούσε στο σημείο αυτό τις συμβουλές του Βενιζέλου, που το κίνημα τον είχε διορίσει, από τις 14/27 Σεπτεμβρίου, αντιπρόσωπο της Ελλάδας στο εξωτερικό.
 
Ο Βενιζέλος είδε τον Άγγλο υπουργό εξωτερικών στο Λονδίνο, στις 20 Σεπτεμβρίου / 3 Οκτωβρίου και ενημερώθηκε επίσημα για την απόφαση της Αντάντ. Την ίδια μέρα, διαβίβασε τηλεγραφικά τις απόψεις του στην Αθήνα. "Η απώλεια της Ανατολικής Θράκης", έγραφε, "ήταν καταστροφή ανεπανόρθωτος... εφόσον οι Δυνάμεις απεφάσισαν την απόδοσιν ταύτην εις την Τουρκίαν". "Η κυβέρνηση είναι ανάγκη όσον τάχιστα να χάραξη την πολιτικήν της. Εάν η πολιτική αυτή περιλαμβάνη την απόφασιν όπως εμμείνωμεν να κρατήσωμεν την Θράκην και εναντίον της γνώμης πρώην συμμάχων μας, αι θερμοί μου ευχαί θα συνοδεύουν τον αγώνα τούτον του Έθνους, αλλά ευρίσκομαι εν τοιαύτη περιπτώσει εις την θλιβεράν ανάγκην να αρνηθώ την αποδοχήν της τιμητικής εντολής όπως αντιπροσωπεύσω την χώραν εις το εξωτερικόν".
 
Αμέσως μετά το τηλεγράφημα Βενιζέλου, η ελληνική αντιπροσωπεία αναχώρησε για τα Μουδανιά για τη σύσκεψη που θα άρχιζε το πρωί της 20ης Σεπτεμβρίου / 3ης Οκτωβρίου. Στις 25 Σεπτεμβρίου / 8 Οκτωβρίου ο Βενιζέλος έστειλε το ακόλουθο τηλεγράφημα στους πληρεξούσιους Θράκες στα Μουδανιά, από το Παρίσι: "Ανακοινώσατε, παρακαλώ, τηλεγράφημα εις πληρεξουσίους Θράκης, Ανατολική Θράκη απωλέσθη ατυχώς δι' Ελλάδα και επανέρχεται εις άμεσον κυριαρχίαν Τουρκίας, αποκλειόμενης πάσης διαμέσου λύσεως, οία υπονοούμενη εις τηλεγράφημα σας. Επιπλέον υποχρεούμεθα να εκκενώσωμεν από τούδε Θράκην. Ολόκληρος προσπάθεια μου στρέφεται πως χάνοντες Θράκης να σώσωμεν εν μετρώ δυνατώ Θράκας. Γνωρίζετε ότι πάσαι αι εγγυήσεις, ας συνθήκη ειρήνης ηδυνατο να προΐδη και ας Τούρκοι θα εδέχοντο, ουδεμίαν ασφάλειαν πραγματική αποτελούσι δια χριστιανούς και χαίρω, διότι επί τούτω συμφωνείτε εντελώς. Όσον τραγικόν και αν είναι, ανάγκη Θράκες να εγκαταλείψωσι την γην, ην από τόσων αιώνων κατοικούσιν αυτοί και προγονοί των, δεν υπάρχει άλλο μέσον σωτηρίας δι' αυτούς μετά την θριαβευτικήν επιστροφήν των Τούρκων εις Ευρώπην. Κάμνω ότι δυνατόν, όπως επιτύχω, ίνα την αποχώρησιν της Ελληνικής Διοικήσεως μη επακολούθηση αμέσως επαναφορά Τουρκικής Διοικήσεως και Χωροφυλακής, αλλά συμμαχικά στρατεύματα αναλάβωσι προσωρινώς διοίκησιν, ίνα δοθή καιρός εις θέλοντας εκ των κατοίκων να μετοικήσουν αποκομίζοντες την κινητήν περιουσίαν των. Νομίζω δια τούτο ότι από τούδε πρέπει ν' αρχίση μεταφορά, χωρίς να χάνηται διόλου καιρός και δέον να φροντίσητε συνεννοούμενοι μετά της Κυβερνήσεως, όπως πλοία χρησιμοποιούμενα μέχρι τούδε δια μεταφοράν προσφύγων Μ. Ασίας διατεθώσιν εις μεταφοράν προσφύγων Θράκης. Μέρος υμών πρέπει ίσως να μεταβή επί τόπου, όπως εκ συμφώνου μετά κατοίκων και Κυβερνήσεων δέον να απαιτήσητε διορισμόν ανώτατου υπαλλήλου, όστις να εξουσιοδοτηθή με οργάνωσιν εκκενώσεως. Εάν, ως μανθάνω εξ εφημερίδων, στρατηγός Νίδερ διωρίσθη αρχηγός στρατιάς Θράκης, δύναται ούτος λαμβάνων σχετικάς οδηγίας Κυβερνήσεως να παράσχη πολύτιμον επικουρίαν εις εκκένωσιν υπό πνεύμα αληθώς ανθρώπινον. Ζήτημα στεγάσεως μεταναστευόντων είναι σχεδόν άλυτον. Από της Κυβερνήσεως δέον να ζητήσητε, όπως κατά δεινοτάτην αυτήν εθνικήν κρίσιν, αφού εκλεγώσι καταλληλότερα μέρη προορισμού, επιβληθή εις κατοίκους να δεχθώσι εντός των οικιών των ανάλογους οικογενείας μεταναστών. Ο Ερυθρός Σταυρός δε ν' απευθυνθή επειγόντως εις διεθνή Επιτροπήν Ερυθρού Σταυρού, όπως ζήτηση άμεσον επικουρίαν αυτού προς πρόληψιν επιδημιών".
 
Ο ελληνικός στρατός διατάχθηκε ν' αρχίσει αμέσως τα μεσάνυχτα της 1ης/14ης Οκτωβρίου να αποχωρεί από την επαρχία. Μαζί με τις ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις άρχισε και η έξοδος του ελληνικού πληθυσμού. Στις 12/25 Νοεμβρίου, σύμφωνα με τους όρους της ανακωχής, οι Έλληνες παρέδωσαν στους Συμμάχους και εκείνοι την ίδια μέρα διαβίβασαν στην Τουρκία τη διοίκηση της Ανατολικής Θράκης.
 
          Η εκκένωση της Ανατολικής Θράκης σήμαινε τη μετακίνηση των 260.000 Θρακών προσφύγων με την οικοσκευή τους και μέρος της σοδειάς τους, όπως και την αποχώρηση δεκάδων χιλιάδων προσφύγων από τη Μικρά Ασία, οι οποίοι τον προηγούμενο μήνα, με την κατάρρευση του μετώπου της Μικράς Ασίας, είχαν καταφύγει στη Θράκη. Μετακινήθηκαν επίσης Αρμένιοι, Κιρκάσιοι και Τούρκοι αντικεμαλικοί των οποίων ο αριθμός δεν είναι γνωστός. Τη μετακίνηση συμπλήρωσε η αποχώρηση 70.000 περίπου στρατιωτών της Στρατιάς Θράκης, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν δυτικά του Έβρου. Μαζί και τελευταίοι αποχώρησαν οι Έλληνες δημόσιοι υπάλληλοι και η ελληνική χωροφυλακή. Κατά τις είκοσι ημέρες της εκκένωσης της Θράκης δηλαδή, μετακινήθηκαν προς δυτικά πάνω από 400.000 άτομα. Οι μετακινήσεις έγιναν με τραίνα, με πλοία και οδικώς με κάρα, τα οποία ήταν τότε διαθέσιμα στη Θράκη. Στις 16 Οκτωβρίου του 1922 το σύνολο των Ελλήνων της Ανατολικής Θράκης (περισσότεροι από 160.000) συναποκομίζοντας ένα μέρος από την κινητή τους περιουσία, πλην των σιτηρών, εγκατέλειψαν τις εστίες τους. Οι πρόσφυγες μετέφεραν ακόμα και κειμήλια καθώς και βιβλία. Οι 25.000 Έλληνες της χερσονήσου της Καλλιπόλεως έφυγαν αργότερα (μέχρι 11 Νοεμβρίου) . Οι Έλληνες της Τσατάλτζας και ένα μεγάλο μέρος του νομού Κωνσταντινουπόλεως έφυγαν το 1924, σύμφωνα με τα μέτρα της ανταλλαγής των πληθυσμών
Η εκκένωση της Ανατολικής Θράκης
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ.
 
13.08.1922 -Τουρκική επίθεση στο Αφιόν Καραχισάρ
14.08.1922- Διάσπαση του ελληνικού μετώπου στο Αφιόν Καραχισάρ
21.08.1922- Διάταγμα αποστράτευσης των προ του 1918 κλάσεων του Ελληνικού Στρατού
27.08.1922- Είσοδος των Τούρκων στη Σμύρνη
29.08.1922- Οι Άγγλοι αρχίζουν να οχυρώνουν το Τσανάκ Καλέ και να συγκεντρώνουν δυνάμεις
31.08.1922- Ο Κεμάλ στη Σμύρνη. Δήλωσή του ότι μόνο η παραχώρηση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία θα απέτρεπε τη σύγκρουσή του με τους Συμμάχους
02.09.1922- Το αγγλικό υπουργικό συμβούλιο αποφασίζει να αντιμετωπίσει ένοπλα απόπειρα παραβίασης της ουδέτερης ζώνης στο Τσανάκ Καλέ από τους Τούρκους
02.09.1922- Έκκληση των Άγγλων προς τις αποικίες για στρατιωτική ενίσχυση κατά της Τουρκίας
03.09.1922- Άρνηση των αποικιών, εκτός της Νέας Ζηλανδίας, για αποστολή στρατευμάτων στα Δαρδανέλλια.
03.09.1922- Ανακοίνωση της αγγλικής κυβέρνησης ότι θα αντιμετωπισθεί με πόλεμο η παραβίαση της ουδέτερης ζώνης από την Τουρκία
03.09.1922- Άφιξη του Πλαστήρα στη Χίο. Αμέσως αρχίζει την προετοιμασία κινήματος
04.09.1922- Αποχώρηση των γαλλικών και ιταλικών στρατευμάτων από το Τσανάκ Καλέ
05.09.1922- Τουρκικά στρατεύματα εισέρχονται στην ουδέτερη ζώνη στην περιοχή του Τσανάκ Καλέ. Αμφότεροι Τούρκοι και Άγγλοι δεν ανοίγουν πυρ
06.09.1922- Οι τελευταίοι Έλληνες στρατιώτες αποχωρούν από τη Μικρά Ασία
07.09.1922- Αποχώρηση των γαλλικών και ιταλικών στρατευμάτων από το Τσανάκ Καλέ
09.09.1922- Συμφωνία των Συμμάχων στο Παρίσι για εκχώρηση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία .
 
10.09.1922- Οι τρεις δυνάμεις ζητούν με κοινή ανακοίνωσή τους προς την Τουρκία τη συμμετοχή της σε Διάσκεψη Ειρήνης με αντάλλαγμα την απόδοση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία
11.09.1922- Έκρηξη επαναστατικού κινήματος Πλαστήρα-Γονατά στη Χίο και στη Μυτιλήνη. Στόχος του η ανατροπή του Κωνσταντίνου και η σωτηρία της Ανατολικής Θράκης. Το σύνθημα είναι «Ελλάς-Σωτηρία»
12.09.1922- Επιβίβαση σε πλοία των επαναστατικών στρατευμάτων της Χίου και της Μυτιλήνης με προορισμό την Αττική
12.09.1922- Η Κυβέρνηση Τριανταφυλλάκου αποδέχεται την παράδοση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία
14.09.1922- Ο Βενιζέλος αναλαμβάνει την εκπροσώπηση του επαναστατικού καθεστώτος στο εξωτερικό
15.09.1922- Είσοδος των επαναστατικών στρατευμάτων στην Αθήνα
15.09.1922- Ο Κωνσταντίνος παραιτείται
16.09.1922- Τελεσίγραφο των Άγγλων προς τους Τούρκους στο Τσανάκ Καλέ. Το τελεσίγραφο δεν επιδίδεται στους Τούρκους από τον στρατηγό Χάριγκτον
17.09.1922- Ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος φεύγει από την Ελλάδα
18.09.1922- Συμφωνείται μεταξύ Συμμάχων και Τούρκων Διάσκεψη Ανακωχής που θα διεξαχθεί στα Μουδανιά
19.09.1922- Θυελλώδης συζήτηση Βενιζέλου-Λόρδου Κώρζον στο Παρίσι
20.09.1922- Αρχίζει η Διάσκεψη των Μουδανιών
20.09.1922- Τηλεγράφημα του Βενιζέλου προς την Επανάσταση για την αποχώρηση από την Ανατολική Θράκη
21.09.1922- Άφιξη της ελληνικής αντιπροσωπίας στα Μουδανιά
22.09.1922- Ο Βενιζέλος δηλώνει στον Λόρδο Κώρζον ότι η Ελλάδα θα αποχωρήσει από την Ανατολική Θράκη
23.09.1922- Αποχώρηση του Πλαστήρα από τα Μουδανιά
24.09.1922- Η Ελληνική Κυβέρνηση αποδέχεται την παράδοση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία
25.09.1922- Η Ελληνική Κυβέρνηση εξουσιοδοτεί τον Έλληνα Αρμοστή στην Κωνσταντινούπολη να υπογράψει τη Συνθήκη Ανακωχής των Μουδανιών
28.09.1922- Υπογραφή της Συνθήκης των Μουδανιών. Αποχώρηση Έλληνα αντιπρόσωπου
30.09.1922- Ο Στρατηγός Νίδερ εκδίδει διαταγές για την αποχώρηση των Ελλήνων από την Ανατολή Θράκη
30.09.1922- Σύσκεψη του υπουργικού συμβουλίου στην Αθήνα και αποδοχή της εκχώρησης της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία
02.10.1922- Αρχίζει η εγκατάλειψη της Ανατολικής Θράκης από τους Έλληνες
06.10.1922- Παραίτηση της Κυβέρνησης Λόυδ Τζωρτζ
20.10.1922- Συμπλήρωση της εγκατάλειψης της Ανατολικής Θράκης από τους Έλληνες
11.11.1922- Αρχίζει η αποχώρηση των Ελλήνων από τη Θρακική Χερσόνησο
15.11.1922- Παράδοση της Ανατολικής Θράκης στους Τούρκους

ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΗΣ - 1923

Στις 8 /20 Νοεμβρίου 1922, αρχίζει η διάσκεψη  της Λωζάνης -εκείνη την εποχή  ζούσαν ακόμη στη Μικρά  Ασία 400.000 Έλληνες,  την Κωνσταντινούπολη 300.000  και στον Πόντο 100.000 εκτός τους κρυπτοχριστιανούς- που διήρκησε συνολικά 9 μήνες με  ενδιάμεση διακοπή 75 ημερών .

Στις 30 Ιανουαρίου 1923 υπεγράφη η Ελληνοτουρκική σύμβαση και το πρωτόκολλο «περί ανταλλαγής των ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών». Σύμφωνα με το  πρώτο άρθρο του πρωτοκόλλου από 1ης Μαΐου 1923,  θα έπρεπε να γίνει υποχρεωτική ανταλλαγή των χριστιανών Τούρκων υπηκόων με τους μουσουλμάνους Ελληνικής υπηκοότητας. Τόσο οι  Έλληνες όσο και οι Τούρκοι υπήκοοι δεν θα έχουν το  δικαίωμα επιστροφής στους τόπους,  που ζούσαν χωρίς την άδεια της τουρκικής και ελληνικής κυβέρνησης.

Ανταλλάχθηκαν  1.500.000 Έλληνες ορθόδοξοι , με 460.000 μουσουλμάνους Έλληνες υπηκόους. Η ανταλλαγή έγινε στη βάση του θρησκεύματος και γι΄αυτό  και δεν ανταλλάχθηκαν πολλοί Έλληνες του Πόντου που είχαν εξισλαμιστεί βίαια και παραμένουν μέχρι σήμερα στην περιοχή. Εξαιρέθηκαν οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης , που χαρακτηρίστηκαν μη ανταλλάξιμοι που με βάση τα στοιχεία που προσκόμισε στη διάσκεψη ο πρόεδρος της λόρδος Κorzon ήταν 390.000 επί συνολικού πληθυσμού της Κωνσταντινούπολης  1.000.000 , όλοι εγκατεστημένοι εκεί πριν την 30/10/1918  , οι Έλληνες   της Ίμβρου και της Τενέδου (12.000) και οι Μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης (περίπου 100.000).

             Στη Συνδιάσκεψη της Λωζάνης η Ελλάδα, μολονότι αντιτίθονταν στη άποψη και της εκούσιας ανταλλαγής (καταστροφική για τον ευημερούντα Ελληνισμό της Μικράς Ασίας), εντούτοις πιεζόμενη από το ατυχές αποτέλεσμα του πολέμου, δήλωσε να συζητήσει εκούσια και αμοιβαία ανταλλαγή.

          Η Τουρκία όμως δεν δέχθηκε ούτε εκούσια ούτε αμοιβαία αλλά υποχρεωτική. Μάταια το Οικουμενικό Πατριαρχείο διαμαρτυρήθηκε για κήρυξη της Εκκλησίας «εν διωγμώ». Αλλά και οι διαμαρτυρίες της τότε ελληνικής κυβέρνησης προς τη Τουρκία και τις Μεγάλες Δυνάμεις υπήρξαν ατελέσφορες.

          Τελικά η Συνδιάσκεψη απεφάνθη ότι αν και μισητό αυτό καθ΄ αυτό το μέτρο της υποχρεωτικής ανταλλαγής ήταν το μόνο ενδεδειγμένο στη περίπτωση και συνέστησε την αποδοχή αυτής με τον όρο να εξαιρεθούν οι Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης και οι Μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης. Τότε η Ελλάδα που είχε εγκαταλειφθεί απ’ όλους τους Συμμάχους αναγκάσθηκε να υποκύψει και να υπογράψει την παραπάνω Σύμβαση της υποχρεωτικής ανταλλαγής με την οποία χιλιάδες Έλληνες της Μικράς Ασίας , μεταξύ αυτών και ο Πατριάρχης Κωνσταντίνος ΣΤ΄, εξαναγκάσθηκαν σε εκπατρισμό.

           Στην εν λόγω Σύμβαση καθορίζονταν τα εις την υποχρεωτική ανταλλαγή υποκείμενα πρόσωπα, η ιθαγένειά τους, ο χρόνος της ανταλλαγής, η εκκαθάριση των περιουσιών τους, καθώς και η τύχη των εξαιρουμένων της ανταλλαγής προσώπων. Στη συνθήκη δε αυτή υπάχθηκαν και οι μετά την 12 Οκτωβρίου 1912 αποχωρήσαντες εκ των εδαφών που χαρακτηρίστηκαν «ανταλλάξιμοι». Οι κινητές και ακίνητες περιουσίες των ευαγών ή θρησκευτικών ιδρυμάτων που ανήκαν σε ανταλλάξιμους ή εις πρόσωπα που κατοικούσαν εκτός των εδαφών τους, υπάχθηκαν επίσης σε ανταλλαγή. Σε μικτή επιτροπή εκ της συμβάσεως ανετέθη η εκτίμηση και εκκαθάριση των περιουσιών που εγκαταλείφθηκαν. Η αξία τους μετά την εκτίμηση περιέρχεται στο κράτος όσο παραμένουν – ανταλλάξιμη περιουσία – και αυτό (το κράτος) καθίσταται οφειλέτης των δικαιούχων. Οι αξίες τέλος θα συνοψίζονταν και όση προέκυπτε διαφορά αυτή θα καταβάλλονταν από το οφειλόμενο κράτος στο έτερο.

   Η Σύμβαση αυτή άρχισε να εφαρμόζεται από τον Αύγουστο του 1923, η δε μικτή επιτροπή περάτωσε το έργο της κατά το έτος 1925. Για δε την εκτέλεσή της εκδόθηκε σωρεία νόμων, διαταγμάτων, αποφάσεων κλπ ενώ πλείστες Υπηρεσίες δημιουργήθηκαν για τη περαίωση του όγκου της εργασίας προς εγκατάσταση των εκατοντάδων χιλιάδων ομοεθνών προσφύγων, την εκκαθάριση των περιουσιών τους και την τακτοποίηση των αξιώσεών τους.
Η ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ


Οι πρόσφυγες που ήρθαν στην Ελλάδα μπορούν να χωριστούν σε διάφορες κατηγορίες: Η διαδικασία αναχώρησης των ελληνικών πληθυσμών καθορίστηκε από τις διαφορετικές συνθήκες της ιστορικής τους ύπαρξης. Στα δυτικά μικρασιατικά παράλια, περιοχή με συμπαγές και ακμάζον ελληνικό στοιχείο, ο αιματηρός διωγμός εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων κορυφώθηκε μετά την καταστροφή της Σμύρνης, το Σεπτέμβριο του 1922. Αντίθετα, στην Ανατολική Θράκη η παρουσία ελληνικών στρατευμάτων επέτρεψε την ειρηνική εκκένωση της περιοχής.
            Οι ορθόδοξοι, τουρκόφωνοι, στην πλειονότητά τους, κάτοικοι της κεντρικής και νότιας Μικράς Ασίας αναχώρησαν οργανωμένα κάτω από την εποπτεία της Διεθνούς Μικτής Επιτροπής από τον Οκτώβριο του 1923 έως το 1925. Στον Πόντο η έξοδος πήρε διαφορετική μορφή. Αν και οι παραλιακές περιοχές εκκενώθηκαν σύμφωνα με τους όρους της Σύμβασης της Ανταλλαγής, στις ορεινές περιοχές δημιουργήθηκε αντάρτικο κίνημα αντίστασης στη μοίρα του ξεριζωμού. Αρκετές κοινότητες, με την καθοδήγηση ένοπλών σωμάτων, έφυγαν προς τον Καύκασο ελπίζοντας στη σύντομη επιστροφή τους.
 
           Ο τρόπος και ο χρόνος αναχώρησης καθόρισαν το σχηματισμό δύο κατηγοριών προσφύγων. Στην πρώτη εντάσσονται αυτοί που εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα πριν από το 1922, οι κανονικά ανταλλαγέντες και οι κάτοικοι της Ανατολικής Θράκης, οι οποίοι μπόρεσαν να διασώσουν την κινητή περιουσία τους ή μέρος αυτής, σε αντίθεση με το μεγάλο ποσοστό εκείνων που έχασαν τα πάντα με την καταστροφή. Πέρα από αυτό, μεταξύ του πολυάριθμου προσφυγικού πληθυσμού υπήρχαν οικονομικές και κοινωνικές διακρίσεις, πολιτιστικές και κοινωνικές ιδιαιτερότητες, οι οποίες, ως ένα βαθμό, αμβλύνονταν από την κοινή μοίρα του ξεριζωμού. Για τον αριθμό των προσφύγων δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία εκτός από εκείνα της απογραφής του 1928, στην οποία καταγράφονται 1.221.849 πρόσφυγες (περιλαμβάνονται 117.633 προερχόμενοι από τη Βουλγαρία, Καύκασο και αλλού) και διακρίνονται σε 673.025 αστούς και 578.824 αγρότες.
 
 
 
             Ο διαχωρισμός έγινε με βάση τον τρόπο αποκατάστασής τους στην Ελλάδα και σε καμιά περίπτωση δεν δηλώνει το προηγούμενο επάγγελμα ή τον τόπο κατοικίας τους. Οι γυναίκες και τα παιδιά αποτελούσαν το μεγαλύτερο τμήμα του προσφυγικού πληθυσμού, καθώς πολλοί άνδρες εξοντώθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν. Αν υπολογίσουμε το υψηλό ποσοστό θνησιμότητας λόγω των επιδημιών και των άθλιων συνθηκών διαβίωσης και το γεγονός της αναχώρησης πολλών προσφύγων σε άλλες χώρες, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι σαφώς μεγαλύτερος πληθυσμός φυγάδων ζήτησε καταφύγιο στο ελληνικό κράτος. Η χώρα με πληθυσμό μόλις πέντε εκατομμύρια κατοίκους, με κλονισμένη οικονομία και αποδιοργανωμένη κρατική μηχανή, βρέθηκε αντιμέτωπη με τα τεράστια προβλήματα τα οποία συνεπαγόταν η άφιξη τόσων εξαθλιωμένων ανθρώπων.
 
          Τα κριτήρια με τα οποία τα κατά τόπους εποικιστικά γραφεία επέλεγαν το χώρο για την εγκατάσταση των προσφύγων ήταν οικονομικής και εθνικο - πολιτικής φύσεως. Η δημιουργία αγροτικών προσφυγικών οικισμών αποσκοπούσε στην κάλυψη του δημογραφικού κενού που είχαν δημιουργήσει οι απώλειες των πολέμων στους ενήλικους άνδρες - το πιο σημαντικό τμήμα του ενεργού πληθυσμού - και στη συνέχεια η αναχώρηση των μουσουλμάνων καλλιεργητών, κυρίως από τις καπνοπαραγωγικές περιοχές, ώστε να εξασφαλιστεί η συνέχεια της αγροτικής παραγωγής και η είσπραξη των προσόδων. Κυρίως όμως επεδίωκε την επίτευξη εθνικής ομοιογένειας στις Νέες Χώρες, με τη δημογραφική ενίσχυση του ελληνικού πληθυσμού και τη διάσπαση και αραίωση των σλαβόφωνων κατοίκων, που ήταν εγκατεστημένοι στο βόρειο και μεθόριο τμήμα της Μακεδονίας, και τη δημιουργία προσφυγικών οικισμών στις παραμεθόριες περιοχές που θα κάλυπταν τις αμυντικές και στρατιωτικές ανάγκες της χώρας.
 
          Μέχρι το 1928 δημιουργήθηκαν 2.085 αγροτικοί οικισμοί, στους οποίους εγκαταστάθηκαν 145.127 οικογένειες. Από αυτές, 87.084 εγκαταστάθηκαν από την ΕΑΠ σε 1.088 οικισμούς στη Μακεδονία, 41.828 σε 623 οικισμούς στη Θράκη και 4.962 σε 212 οικισμούς στην Κρήτη. Οι υπόλοιπες εγκαταστάθηκαν από την ΕΑΠ ή το κράτος σε διάφορες περιοχές της χώρας».
 
 
 
 Ο πληθυσμός της Ανατολής προ του 1915 με βάση την Οθωμανική απογραφή
 
 
 
Περιοχή
Μουσουλμάνοι
(Τούρκοι,
Κούρδοι)
Έλληνες
(Ρωμιοί)
Αρμένιοι
Εβραίοι
Άλλοι
Σύνολο
Κων/πόλεως
150.347
120.921
37.695
5.695
20.557
335.107
Νικομήδειας
142.830
116.372
52.635
2.587
2.200
316.624
Πήγας
74.522
89.054
3.688
2.962
1.472
171.698
Προύσας
1.127.785
376.299
88.995
3.985
32.836
1.629.900
Σμύρνης
634.706
691.090
18.328
36.834
76.803
1.457.761
Ικονίου
895.440
180.000
15.000
605
10.504
1.101.549
Άγκυρας
669.232
107.798
94.200
478
2.824
874.532
Κασταμονής
817.880
134.919
5.000
1.300
2.100
961.200
Τραπεζούντας
752.521
404.633
46.500
400
5.000
1.209.054
Σεβάστειας
706.334
180.000
170.433
400
766
1.057.500
Αδάμων
190.861
128.000
87.000
10
16.939
422.810
Χαλυβώνος
140.378
72.226
23.118
1.715
79.535
316.971
Σύνολο
5.596.529
2.601.312
642.457
56.970
251.536
9.148.80
 
 

Ο αριθμός προσφύγων στην Ελλάδα στα 1928*

 
Τόπος προελεύσεως
Σύνολο
Πριν από το 1922
Μετά το 1922
Μικρά Ασία
626.954
37.728
589.226
Ανατολική Θράκη
256.635
27.057
229.578
Πόντος
182.169
17.528
164.641
Καύκασος
47.091
32.421
14.670
Κωνσταντινούπολη
38.458
4.109
35.349
Ρωσία
11.435
5.213
6.221
Δωδεκάνησα
738
355
383
Αίγυπτος
8
1
7
Κύπρος
57
25
32
Ρουμανία
722
266
456
Σύνολο
1.164.267
124.698
1.040.343
 
 
*Όπως αποτυπώθηκε στην Επετηρίδα της Στατιστικής Υπηρεσίας το 1930.
 
        Η αγροτική εγκατάσταση αποδείχθηκε σαφώς πιο εύκολη από την αστική, γιατί η διαθέσιμη γη που υπήρχε ήταν αρκετή, ιδίως στη Μακεδονία και τη Θράκη. Η Ε.Α.Π. αναλάμβανε να χορηγήσει στους αγρότες-πρόσφυγες σπίτια, συνήθως αντιστοιχούσε 1 σπίτι σε κάθε 2 ή 3 οικογένειες, ενώ τους προμήθευε και τον απαραίτητο εξοπλισμό για να μπορέσουν να καλλιεργήσουν τη γη. Η αγροτική εγκατάσταση των προσφύγων προχώρησε με γοργούς ρυθμούς και το 1930 είχε σχεδόν ολοκληρωθεί.
 
        Αντίθετα, η αστική εγκατάσταση συναντούσε μεγαλύτερες δυσχέρειες, κι αυτό γιατί οι πρόσφυγες έπρεπε όχι μόνο να εγκατασταθούν στις πόλεις, αλλά  να έχουν και τη δυνατότητα να βρουν δουλειά. Οι αστοί αποτελούσαν το 42% μεταξύ των προσφύγων, ενώ την ίδια εποχή ο συνολικός αστικός πληθυσμός της χώρας δεν ξεπερνούσε το 23%. Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθούν γύρω από τις μεγάλες πόλεις προσφυγικοί συνοικισμοί από χαμόσπιτα, όπου οι συνθήκες διαβίωσης ήταν κυριολεκτικά άθλιες. Η αστική αποκατάσταση των προσφύγων προχώρησε τελικά με πολύ αργούς ρυθμούς και ουσιαστικά παρέμεινε ανολοκλήρωτη. Μάλιστα, μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1970, υπολογίζεται πως υπήρχαν περίπου 3.000 πρόσφυγες που ήταν ακόμη άστεγοι.

Η ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΤΩΝ ΑΝΤΑΛΛΑΓΕΝΤΩΝ

Πρόσφυγες αναμένοντες εγκατάσταση

Μυρμηγκιές κατεβαίνουν από τα κατάφορτα καράβια οι πρόσφυγες στο Καραμπουρνάκι. Τα καράβια ασταμάτητα κουβαλούν. Από το καράβι με τους μποχτσάδες στο χέρι ίσια στο λοιμοκαθαρτήριο. Άντρες, γυναίκες, παιδιά. Γέροι κι άρρωστοι. Μαζί και τα λιγοστά υπάρχοντα, όσα κατόρθωσαν να περισώσουν από τη λαίλαπα της καταστροφής.
        Στην πλαζ της Αρετσούς, στα πρώην κτίρια των συμμαχικών στρατευμάτων, είχε εγκατασταθεί το περίφημο απολυμαντήριο ή λοιμοκαθαρτήριο. Όλοι στον κλίβανο. Στριμωγμένοι κάτω από το ντους με μια πλάκα πράσινο σαπούνι με ποτάσα να λούζουν κεφάλι και σώμα. Έξω έρχεται κιόλας η δεύτερη μπαταριά. Τους πρώτους έτσι βρεγμένους, ακόμη αχνιστούς, τους βάζουν σε ολάνοιχτους θαλάμους.
          Εκεί κουρεύονταν οι πρόσφυγες με μια μηχανή όπως τα πρόβατα στη σειρά και περνούσαν ιατρική εξέταση. Ο κίνδυνος μετάδοσης ασθενειών ήταν παραπάνω από ορατός. Κάποιοι είχαν πεθάνει από τύφο μέσα στα καράβια. Γι’  αυτό και οι ίδιοι αλλά και τα υπάρχοντά τους περνούσαν από κλίβανο. Μόλις τελείωνε η διαδικασία, τους διοχέτευαν προς τα πάνω, όπου στεγάζονταν σε τολ πολλές οικογένειες μαζί, τους “θαλάμους” όπως τους έλεγαν.
 
           Από τον δρόμο την οδό Κομνηνών και προς την παραλία κάτω είχαν εγκαταστήσει σκηνές. Γύρω-γύρω αυτή η έκτασις των θαλάμων και των σκηνών ήταν περιφραγμένη με ισχυρό συρματόπλεγμα και υπήρχαν και έξοδοι, στις οποίες υπήρχαν φυλάκια του στρατού να φυλάξουν, ούτως ώστε οι πρόσφυγες να μην μπουν στη Θεσσαλονίκη διότι εδώ παρετηρήθη τύφος και ήταν κίνδυνος να μολυνθεί και η υπόλοιπη Θεσσαλονίκη.
 
           Χιλιάδες εξαθλιωμένοι πρόσφυγες θα χάσουν τη ζωή τους στον προθάλαμο της «μητέρας-πατρίδας». «Γεμάτη από στερήσεις η ζωή. Ιατροφαρμακευτική περίθαλψη καμιά. Δουλειά δεν υπήρχε πουθενά. Ζώα και γεωργικά εργαλεία για να επιδοθούμε στην καλλιέργεια δεν είχαμε… Περάσαμε μια ζωή δραματική. Ο κόσμος λιποθυμούσε από την πείνα. Τα παιδιά μας είχαν μείνει πετσί και κόκαλο…» [αφηγείται ένας πρόσφυγας]
 
           Οι πρόσφυγες, με επικρατέστερο είχαν να αντιμετωπίσουν την πείνα, τις στερήσεις, την ανεργία αλλά και τις αρρώστιες, κυρίως ελονοσία, που μαζί με τις κακουχίες τους θέριζαν. Η δυσκολία της προσαρμογής στην καινούργια πατρίδα μεγάλη. Αλλά ακόμη μεγαλύτερο το πείσμα τους, η δύναμη και το πάθος για ένα καινούργιο ξεκίνημα, μια νέα ζωή.
 
         Από δω και πέρα αρχίζει μια νέα Οδύσσεια οριστικής εγκατάστασης προσφύγων. Η Βόρεια Ελλάδα έχει γεμίσει και γεμίζει συνεχώς με πρόσφυγες που καταφθάνουν από Ανατολική Θράκη, Πόντο και Μικρά Ασία. Η Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων του Ελληνικού Κράτους, αναλαμβάνει ένα μακροχρόνιο, δύσκολο και επίπονο έργο. Πρέπει να καταγράψει μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών τα κενά σπίτια και χωράφια σε πόλεις και χωριά που κατείχαν οι Τούρκοι και στη συνέχεια να προωθήσουν τους πρόσφυγες για εγκατάσταση.
 
           Μετά τη διαμονή τον πρώτο καιρό σε σκηνές και σε θαλάμους, από το 1926 και ύστερα ξεκινά η διανομή των οικοπέδων και η κατασκευή των πρώτων σπιτιών, τα περισσότερα παράγκες στην αρχή, με τη βοήθεια της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων και της Κοινωνικής Πρόνοιας.
 
          Επειδή οι περισσότεροι ήρθαν με τα κάρα και τα κοπάδια τους, αλλά και με τις οικονομίες τους, κατευθύνθηκαν αμέσως χωρίς καθυστέρηση και εγκαταστάθηκαν στις περιοχές που είχαν επιλέξει, σε χωριά και σπίτια που κατοικούσαν οι Τούρκοι. Συνάντησαν όμως την εχθρότητα των γηγενών κατοίκων, όπως δυστυχώς συμβαίνει και σήμερα με τους καταφθάνοντες πρόσφυγες, ιδίως στα μεικτά ελληνοτουρκικά χωριά, που προσπαθούσαν να εμποδίσουν την εγκατάσταση προσφύγων για να καρπωθούν αυτοί τα χωράφια και τα σπίτια. Κανένα βέβαια εμπόδιο δεν συνάντησαν οι πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν σε χωριά που κατοικούσαν αμιγώς από τουρκικό πληθυσμό.
Πολλές χιλιάδες πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στη Μακεδονία. Aυτοί οι Θρακιώτες πήγαν εκεί οι περισσότεροι με τα κάρα και τα κοπάδια τους, μεταφέροντας οικοσυσκευές και το ρουχισμό τους. Αυτό τους βοήθησε πάρα πολύ να τακτοποιηθούν πιο άνετα και μέσα σε 2 χρόνια να ξαναστήσουν το νοικοκυριό τους και να ορθοποδήσουν οικονομικώς, εν αντιθέσει με τους Μικρασιάτες και Ποντίους που έφθασαν εδώ σχεδόν ρακένδυτοι και έπρεπε με τη βοήθεια του κράτους να αρχίσουν από το μηδέν.
          Εδώ συναντήθηκαν πέντε, διαφορετικής προελεύσεως, πολιτισμού, νοοτροπίας, ηθών και εθίμων ελληνικοί πληθυσμοί. Ήτοι: Πόντιοι, Μικρασιάτες, Θρακιώτες, γηγενείς που μιλούσαν την ελληνική και έλληνες γηγενείς που μιλούσαν την βλάχικη, αρβανίτικη γλώσσα.
 
            Δεν είναι υπερβολή να τονίσουμε ότι σε όλα υπερτερούσε το θρακικό στοιχείο. Ήταν εργατικοί, πολιτισμένοι, πράοι, νοικοκύρηδες με όλη τη σημασία της λέξεως, έντιμοι και προοδευτικοί.
 
            Από την στιγμή της άφιξης των άρχισε μια πρόοδος στην περιοχή σε όλους τους τομείς και τα θρακιώτικα χωριά ήταν παράδειγμα προς μίμηση από τους λοιπούς κατοίκους της  Μακεδονίας. Οι Θρακιώτες άρχισαν από την πρώτη κιόλας στιγμή μια συστηματική καλλιέργεια της γης και ανάπτυξη της Κτηνοτροφίας, ώστε σε μικρό χρονικό διάστημα να είναι όλοι τους σε άριστη κατάσταση οικονομική. Καλλιεργούσαν τα πάντα εκτός από εσπεριδοειδή, και ελιές και βαμβάκι που ποτέ δεν ευδοκιμούν, λόγω του σκληρού και παρατεταμένου χειμώνα στην περιοχή. Γνώστες της αμπελοκαλλιέργειας από τη Θράκη, δημιούργησαν υποδειγματικούς αμπελώνες, δενδροκαλλιέργειες, καλλιέργειες σιτηρών, οσπρίων και λαχανικών κ.λ.π.
 
           Παράλληλα ασχολήθηκαν με την κτηνοτροφία, ώστε όλοι τους να είναι αυτάρκεις παράγοντας τα πάντα από όσα χρειάζονταν η οικογένεια τους σε τρόφιμα και ιματισμό. Ο τρόπος της ενδύσεως, Ευρωπαϊκού στυλ, της διατροφής, της εργασίας, της νοικοκυροσύνης, της πολιτιστικής παρουσίας ήταν ολοφάνερα και τους έκανε να ξεχωρίζουν.
 
           Πάρα πολλοί Θρακιώτες και κυρίως γυναίκες απόφοιτοι της Αρχιγενείου Σχολής και των Ελενείων που λειτουργούσαν από το 1857 στους Επιβάτες διορίσθηκαν σαν εκπαιδευτικοί στα σχολεία της περιοχής για να διδάσκουν στα ιδρυόμενα σχολεία τα ελληνόπουλα μέχρι να αποφοιτήσουν από τα ιδρυθέντα στην περιοχή από το 1925 διδασκαλεία.
 
           Οι Θρακιώτισες ήταν και είναι υποδειγματικές και άριστες νοικοκυρές, καλές μητέρες και δεξιοτέχνες. Αν οι άνδρες και ειδικά η οικογένεια είχε να εκτελέσει όλες τις γεωργοκτηνοτροφικές εργασίες, η Θρακιώτισσα που συμμετείχε σ'αυτές είχε και την ευθύνη του νοικοκυριού.
 
           Οι Θρακιώτες για αρκετές δεκαετίες διατήρησαν τα ήθη και τα έθιμα τους. Φορούσαν όλοι τους ευρωπαϊκού στυλ ρούχα πλην ορισμένων γέρων που επέμεναν στα σαγιακένια ποτούρια τους. Είχαν εξευρωπαϊστεί από τον 19ο αιώνα, γι΄αυτό και στην περιοχή αυτή πουθενά δεν φορούσαν τοπικές ενδυμασίες, ούτε και μετέφεραν τοπικούς χορούς και τραγούδια. Χόρευαν ευρωπαϊκούς χορούς καθώς και συρτό, χασάπικο και καρσιλαμά (αντικριστό).
 
          Όλοι οι Θρακιώτες προέρχονται από περιοχές που απείχαν από 30 μέχρι 70 χιλιόμετρα από την Κωνσταντινούπολη, γι΄αυτό και απέκτησαν πολύ νωρίς ευρωπαϊκές συνήθειες λόγω, συχνής επαφής με την Κωνσταντινούπολη την οποίαν επεσκέπτοντο οι περισσότεροι είτε ως εργαζόμενοι, είτε ως περιηγητές.
 
           Στον εκπολιτισμό τους πολύ συνέβαλαν τα Αρχιγένεια Εκπαιδευτήρια των Επιβατών, στα οποία από το 1857 έως το 1922 εφοίτησαν και αποφοίτησαν χιλιάδες μαθητές οι περισσότεροι των οποίων κάλυψαν την περιοχή τους σε διδακτικό προσωπικό στα σχολεία που λειτουργούσαν σε όλα τα ελληνικά χωριά της Ανατολικής Θράκης αλλά και της απέναντι περιοχής της βορειοδυτικής Μικρός Ασίας.

Ο ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΜΙΑΣ ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ Ή Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ;
  Η ανταλλαγή των πληθυσμών αποφασίστηκε τον Ιανουάριο του 1923. Σε μία σύμβαση μιας σελίδας, όπου συμβαλλόμενοι είναι οι δύο εμπόλεμοι του 22, χώρεσε η διακοπή μιας ιστορίας αιώνων. Οι Ρωμιοί της Ανατολικής Θράκης, της Μικράς Ασίας, κυρίως αυτοί της ενδοχώρας, της Καππαδοκίας και του Πόντου, ξεριζώθηκαν από τη γη τους για να ξεκινήσουν μια καινούργια ζωή στην Παλιά Ελλάδα, πένητες και ανέστιοι.
          Η συνθήκη της Λωζάνης, ορίζει τα δικαιώματα που θα απολαμβάνουν οι Ρωμιοί που εξαιρέθηκαν της ανταλλαγής, αφορά δηλαδή το μικρό μέρος εκείνο του Μικρασιατικού Ελληνισμού που παρέμεινε στις εστίες του για να εκδιωχθεί συστηματικά και σταδιακά στις επόμενες δεκαετίες.
 
        Τα ζητήματα της Μικρασιατικής εκστρατείας, των εκλογών του 20, της Καταστροφής και της Ανταλλαγής μας έχουν απασχολήσει και θα μας απασχολούν, καθώς αποτελούν κομβικά σημεία της ιστορίας μας. Τα κλειδιά για να ερμηνεύσουμε τις σημερινές σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας, καθώς και την εξωτερική μας πολιτική, θα τα βρούμε σ’ αυτή την περίοδο, σαν απαντήσεις στα αναρίθμητα γιατί που προκύπτουν.
 
      Έπρεπε, άραγε να γίνει η ανταλλαγή; Και τότε και τώρα, πολλοί Μικρασιάτες και Ελλαδίτες θεωρούν ότι δεν έπρεπε. Ότι η αντιμετώπιση ανθρωπίνων ζωών σαν αντικείμενο που του αλλάζουμε θέση είναι μια λάθος αντιμετώπιση. Τον Ιανουάριο του 23, ενώ οι διαπραγματεύσεις για την υπογραφή της Συνθήκης Ανταλλαγής βρίσκονταν σε εξέλιξη, οι πρόσφυγες από την καταστροφή, που βρίσκονταν ήδη στην Αθήνα, πραγματοποίησαν συλλαλητήριο κατά της Ανταλλαγής, κι έστειλαν τηλεγραφήματα με το ίδιο περιεχόμενο. Παρά τα όσα είχαν περάσει, παρά το ότι όλοι είχαν νεκρούς και εξαφανισμένους και από το διωγμό του 22 και από τις εκτοπίσεις του 14, παρά το ότι οι περιουσίες πολλών ήταν ήδη ένας σωρός ερείπια και στάχτες, δε διανοούνταν ότι η παρουσία τους στην παλιά Ελλάδα ήταν κάτι άλλο από προσωρινή, πίστευαν ότι η επιστροφή είναι δεδομένη.
 
         Όμως, η ανταλλαγή ήταν μονόδρομος. Αν δεν έφευγαν, υποθέταμε τότε και γνωρίζουμε σήμερα, η τύχη τους ήταν προδιαγεγραμμένη. Ή θα τούρκευαν ή θα εξοντώνονταν, έρμαια στις διαθέσεις των Τούρκων, όπως -εκ των υστέρων αποδείχτηκε- οι εξαιρεθέντες. Και τελικά, όσοι γλύτωναν θα έφευγαν στην Ελλάδα, κυνηγημένοι όπως αυτοί. Δηλαδή, η ανταλλαγή θα συνέβαινε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, αλλά μόνο ως προς τους Ρωμιούς. Οι Μουσουλμάνοι της Ελλάδας, θα παρέμεναν, θα απολάμβαναν όλων των δικαιωμάτων μειονότητας και πιθανόν σήμερα να χειραγωγούνταν από την Άγκυρα, αποτελώντας ένα ακόμη πρόβλημα στο εσωτερικό. Ας μη ξεχνούμε ότι οι Μουσουλμάνοι ψήφισαν και στις εκλογές του 20, καθορίζοντας το αποτέλεσμα.
 
         Ο Βενιζέλος τα είχε υπόψη του αυτά όταν, στο δικό του απαντητικό τηλεγράφημα σ’ εκείνα των Μικρασιατών κατά της ανταλλαγής, τόνιζε δραματικά την αδυναμία της Ελλάδας να εγγυηθεί την ασφάλεια τους από τους Τούρκους σε περίπτωση που επέστρεφαν.
 
         Η ανταλλαγή λοιπόν δεν ήταν επιλογή. Ήταν πράγματι μονόδρομος, όσο κι αν συναισθηματικά αρνούμαστε πολλοί ακόμα και τώρα να τη δεχτούμε, όσο κι αν άλλα ήταν τα όνειρα κι άλλες οι ελπίδες εκείνες που θάφτηκαν στη στάχτη από το γιαγκίνι της Σμύρνης.
 
        Τονιζόταν, ακόμα, τότε, ότι και να επέστρεφαν οι πρόσφυγες της Καταστροφής, δεν θα είχαν δικαίωμα στις περιουσίες τους. Οι Τούρκοι θα τους αντιμετώπιζαν όχι ως παλιννοστούντες, αλλά ως νεοφερμένους, καθώς οι περιουσίες τους ήταν ήδη κτήμα του Τουρκικού Κράτους.
 
        Τέλος, ένα «θετικό» σημείο που θα μπορούσε να βρει κανείς στην ανταλλαγή, ήταν και η απελευθέρωση των γαιών που θα εγκατέλειπαν οι Μουσουλμάνοι, οι οποίες θα χρησιμοποιούντο για την αποκατάσταση των εξαθλιωμένων προσφυγικών πληθυσμών.
 
        Κοιτώντας κανείς πίσω σήμερα, με την ασφάλεια του να κρίνει βάσει δεδομένων κι όχι βάσει υποθέσεων, μπορεί να δει πόσο δικαιώθηκε η σκληρή πολιτική της ανταλλαγής.

Η ΣΥΜΒΟΛΗ  ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ  ΚΟΙΝΩΝΙΑ

  Παρά τα προβλήματα που αναφύονταν, η εγκατάσταση των προσφύγων στη μητροπολιτική Ελλάδα κρίνεται τελικά ικανοποιητική. Η μαζική άφιξη χιλιάδων προσφύγων προκάλεσε ισχυρό σοκ σε μια κοινωνία με απαρχαιωμένους θεσμούς και σε μια ουσιαστικά καθυστερημένη οικονομία. Οι θετικές αλλαγές της άφιξης των προσφύγων εντοπίζονται σε διάφορες πτυχές του οικονομικού και κοινωνικού βίου:
Εθνολογικά. Το 1913 οι μειονότητες στην Ελλάδα αποτελούσαν περίπου το 13% του συνολικού πληθυσμού. Λίγο αργότερα, το 1920, το ποσοστό αυτό πλησίασε το 20%. Αυτό σημαίνει πως το 1920 ο ένας στους πέντε κατοίκους της χώρας δεν ήταν Έλληνας. Μάλιστα στη Μακεδονία, το 1920, το ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού κυμαίνονταν γύρω στο 45%. Η μαζική εγκατάσταση προσφύγων, κυρίως στη Μακεδονία και τη Θράκη, σε συνδυασμό με την ταυτόχρονη αποχώρηση 300.000 περίπου Μουσουλμάνων και 60.000 περίπου Βούλγαρων, ανέτρεψε δραστικά τα πληθυσμιακά δεδομένα. Έτσι, το 1926 το ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού της Μακεδονίας έφτασε το 88,8% , ενώ το 1928 οι Έλληνες αποτελούσαν το 93,8% του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Αυτό σημαίνει πως στα τέλη της δεκαετίας του 1920 η Ελλάδα ήταν το κράτος με τη μεγαλύτερη εθνική ομοιογένεια στη Βαλκανική και ένα από τα πλέον ομοιογενή κράτη στην Ευρώπη. Η άποψη μάλιστα αυτή πιστοποιείται και από τα πλέον επίσημα χείλη, τους προέδρους της Ε.Α.Π., Morgentau, Eddy και Howland.
 
 
 Οικονομικά. Κι εδώ η προσφορά των προσφύγων ήταν τεράστια. Στα τέλη του 1922 η οικονομία της χώρας είχε σχεδόν αποσυντεθεί και η παραγωγή είχε πέσει πολύ χαμηλά. Οι ανάγκες της εγκατάστασής οδήγησαν στην απαλλοτρίωση των τσιφλικιών και των μεγάλων κτημάτων που μέχρι τότε αποτελούσαν την κύρια μορφή ιδιοκτησίας γης. Ακόμη, εισήχθησαν νέες καλλιέργειες και εφαρμόσθηκαν νέες τεχνικές. Πιο συγκεκριμένα, μέχρι το 1922 η σταφίδα αποτελούσε την κύρια καλλιέργεια, λόγω όμως των συνεχών σταφιδικών κρίσεων αντικαταστάθηκε από τον καπνό ο οποίος κάλυψε το 70% περίπου των ελληνικών εξαγωγών. Η καλλιέργεια του καπνού γινόταν μάλιστα κατά τα 2/3 από πρόσφυγες.
  Το αποτέλεσμα ήταν ότι δέκα χρόνια μετά την άφιξη των προσφύγων η καλλιεργήσιμη γη είχε αυξηθεί κατά 55% και το αγροτικό εισόδημα είχε διπλασιασθεί. Αλλά και στον τομέα της βιοτεχνίας και της βιομηχανίας η προσφορά των προσφύγων ήταν ευεργετική. Αναπτύχθηκαν νέοι κλάδοι όπως η μεταξουργία, η κεραμεική, η χαλκουργία, η ταπητουργία, η αργυροχοΐα και η βυρσοδεψία. Στο διάστημα 1923-1930, ιδρύθηκαν περισσότερες από 900 βιομηχανίες . Στο ίδιο διάστημα, οι εμπορικές συναλλαγές της χώρας με το εξωτερικό σχεδόν διπλασιάσθηκαν. 
 
Πνευματικά. Κι εδώ η συμβολή των προσφύγων υπήρξε τεράστια. Επιστήμονες, διανοούμενοι και διάφοροι άλλοι πνευματικοί άνθρωποι από τη Μ. Ασία λάμπρυναν με την παρουσία τους τον χώρο των ελληνικών γραμμάτων. Αναφέρονται ενδεικτικά ορισμένα ονόματα. Ο αξέχαστος αρχαιολόγος Μανώλης Ανδρόνικος, ο ιστορικός Παύλος Καρολίδης, ο φιλόλογος Ιωάννης Συκουτρής, ο Δημήτρης Γληνός, ο Γιώργος Σεφέρης, ο Ηλίας Βενέζης, ο Φώτης Κόντογλου, η Διδώ Σωτηρίου, η Μαρία Ιορδανίδου, ο Μενέλαος Λουντέμης, ο Δημήτρης Ψαθάς, ο Κάρολος Κουν, ο Πάνος Κατσέλης, ο Μανώλης Καλομοίρης, η Σοφία Βέμπο. Ολόκληρη η μετέπειτα λογοτεχνική παραγωγή είναι σφραγισμένη από την τραγωδία της Μικράς Ασίας. 

Πηγή:http://users.sch.gr/deshourmou/index.htm



Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovoion.com/products/%CE%B1%CF%86%CE%B9%CE%B5%CF%81%CF%89%CE%BC%CE%B1%3A%CE%B7%20%CE%B5%CE%B3%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B1%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%83%CE%B7%20%CF%84%CF%89%CE%BD%20%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%83%CF%86%CF%85%CE%B3%CF%89%CE%BD%20%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD%20%CE%B5%CE%BB%CE/