του Νίκου Σοφιανού - Τους τελευταίους δύο μήνες με αποκορύφωμα τον περασμένο Ιούλιο η Ελλάδα βίωσε ίσως την πιο εφιαλτική περίοδο των τελευταίων 40 ετών ακροβατώντας μεταξύ επιβίωσης και απόλυτου ολέθρου.Τελικά, και παρά το γεγονός ότι επετεύχθη μια προκαταρκτική συμφωνία στις 13 Ιουλίου μεταξύ Ελλάδος και διεθνών δανειστών η αποσταθεροποίηση δεν απεφεύχθη στους κύριους πυλώνες σταθερότητας δηλαδή την πολιτική και την οικονομία (θυμίζουμε απλά τις κλειστές τράπεζες, τα capital controls, την παύση λειτουργίας του χρηματιστηρίου, το σκηνικό έντονης πολιτικής αστάθειας, το δημοψήφισμα και άλλα πολλά..). Όλα τα παραπάνω αποτελούν τις άμεσες ενδείξεις μιας παραπαίουσας πολιτικοοικονομικής κατάστασης η οποία ξεκινώντας από την Ελλάδα επηρεάζει άμεσα τις δυναμικές, τις ισορροπίες, τις συμμαχίες στην ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Ευρώπης, έναν χώρο ζωτικό για την ανάπτυξη της Ελλάδας και την δημιουργία σφαιρών επιρροής.
Οι χώρες της Βαλκανικής χερσονήσου εξαιρουμένης της Ελλάδος και με την πρώην Γιουγκοσλαβία διασπασμένη σε 7 διαφορετικές κρατικές οντότητες (Σλοβενία, Κροατία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Σερβία, Μαυροβούνιο, Κόσοβο, ΠΓΔΜ) αποτελούν ζώνες επιρροής και ιδιότυπα buffer states, όπου η γεωπολιτική σκακιέρα σχηματίζεται αναλόγως των συμφερόντων των ισχυρών. Ο ρόλος δε της Ελλάδας στην περιοχή αυτή είναι διάφορος, ιδιαίτερος και άκρως σημαντικός αφού πληροί τις περισσότερες από τις 4 βασικές παραμέτρους γεωπολιτικής ισχύος (Άμυνα-ασφάλεια, Οικονομία-ενέργεια, Πολιτική και Πολιτισμός) ενώ βρίσκεται αναγκαστικά σε ανταγωνισμό με την γείτονα Τουρκία η οποία κι εκείνη απ’ την πλευρά της πληροί τις παραπάνω παραμέτρους και σε υπερθετικό μάλιστα βαθμό. Η δε Τουρκία με ένα πλέγμα δραστηριοτήτων και ένα πλήθος επενδύσεων, σε κατασκευαστικά έργα, χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, ενεργειακές υποδομές, διακρατικές συμφωνίες, ανάπτυξη πολιτισμικών σχέσεων κ.α. έχει δημιουργήσει μια ισχυρή βάση επιρροής.
Απ’ την άλλη η Ελλάδα με επίσης βαθιές πολιτισμικές ρίζες στην ευρύτερη ΝΑ Ευρώπη, προσπάθησε μετά την πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων να αναπτύξει μια δραστήρια παρουσία στις παραπάνω χώρες κυρίως στον τραπεζικό τομέα, στον ενεργειακό, κατασκευαστικό και στον τομέα των τηλεπικοινωνιών. Αν και ο τραπεζικός τομέας κι αυτός των τηλεπικοινωνιών ήταν οι κυρίαρχες ελληνικές δραστηριότητες ωστόσο και οι επενδύσεις στην ενέργεια έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της ελληνικής επιρροής. Θυμίζουμε την δραστηριότητα των ΕΛΠΕ σε όλη την ΝΑ Ευρώπη στην αγορά καυσίμων, το διυλιστήριο της ΟΚΤΑ στην ΠΓΔΜ, τον αγωγό πετρελαίου Θεσσαλονίκης – Σκόπια, τις ελληνικές επενδύσεις στα υδροηλεκτρικά της Αλβανίας, τις διασυνοριακές συνεργασίες στις ηλεκτρικές διασυνδέσεις καθώς και σχέδια για διασυνδέσεις φυσικού αερίου ( IGB, Vertical Corridor) πολλά εκ των οποίων αποτελούν ελληνικές πρωτοβουλίες. Από την άλλη η ύπαρξη μεγάλων και φερέγγυων εγχώριων ενεργειακών εταιρειών (στον ηλεκτρισμό, στα πετρελαιοειδή, στο φυσικό αέριο, στις ΑΠΕ) ήτο πάντοτε μια σταθερή εγγύηση που εξασφάλιζε την ισχυρή θέση της Ελλάδος στην περιοχή και αύξανε την οικονομική και ως εκ τούτου και την γεωπολιτική επιρροή της.
Ωστόσο με την αρχή της οικονομικής κρίσης το 2011 και πολύ περισσότερο με την οικονομική καταστροφή που συνετελέσθη τους τελευταίους μήνες σε χρηματοοικονομικό επίπεδο, η θέση της Ελλάδος στην περιοχή έχει εξασθενίσει σημαντικά ενώ η ελληνική παρουσία στην Ρουμανία, Σερβία και Αλβανία τείνει συνεχώς μειούμενη με την εξαίρεση ίσως της Βουλγαρίας όπου κάποιες ελληνικές εταιρείες βρήκαν ένα προσωρινό καταφύγιο. Η αξιοπιστία όμως της Ελλάδος έχει βληθεί αν όχι ανεπανάληπτα σίγουρα δραματικά στην ΝΑ Ευρώπη ενώ η πολιτική αποσταθεροποίηση στο εσωτερικό της χώρας εξάγεται ως σύμπτωμα γεωπολιτικής αστάθειας στις χώρες της περιοχής που σε συνδυασμό με έξαρση άλλων φαινομένων όπως το ισλαμικό κίνημα, οπλισμένες απελευθερωτικές ομάδες ( UCK), όξυνση στο τρίγωνο Σερβίας – Αλβανίας – Κοσσόβου, δυναμιτίζει ακόμα περισσότερο την σταθερότητα της περιοχής .
Σε αυτό το κλίμα θα πρέπει κανείς να δει την περιοδεία που έκαναν σημαντικοί Δυτικοί αξιωματούχοι κυρίως στα δυτικά Βαλκάνια όπως η Αμερικανίδα υφυπουργός Εξωτερικών, Βικτόρια Νούλαντ, ο Γερμανός πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς, ο Νορβηγός ΓΓ του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ καθώς και η Γερμανίδα Καγκελάριος Άγγελα. Μέρκελ που επισκέφθηκε την Αλβανία. Όλοι οι παραπάνω αξιωματούχοι πέρασαν το τελευταίο τρίμηνο από τα Δυτικά Βαλκάνια υποσχόμενοι αφενός τη «στήριξη» στις φιλοδοξίες για ένταξη των χωρών σε ΕΕ και ΝΑΤΟ ενώ έδειξαν απειλητικές διαθέσεις σε όλους όσους φλερτάρουν ακόμη και με την ιδέα μίας πιθανής συνεργασίας με τη Ρωσία. Πιο ξεχωριστή και σημαντική ίσως απ’ όλες τις επισκέψεις - παρέμβαση ήταν αυτή της Αμερικανίδας Βικτόρια Νούλαντ η οποία πραγματοποίησε περιοδεία σε Κροατία, Βοσνία - Ερζεγοβίνη, Κοσσυφοπέδιο, ΠΓΔΜ, Μαυροβούνιο, Σερβία και Αλβανία.
Το ίδιο διάστημα (τέλη Ιουνίου – μέσα Ιουλίου) και ενώ η Ελλάδα βρισκόταν μεταξύ σφύρας και άκμονος και ενώ επιτελούνταν ένας πραγματικός Αρμαγεδώνας πολιτικών και οικονομικών εξελίξεων στο εσωτερικό της χώρας, είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον και φυσικά διόλου τυχαίο ότι ο υπουργός Εξωτερικών κ. Νίκος Κοτζιάς πραγματοποιούσε μια μεγάλη περιοδεία σε ΠΓΔΜ, Σερβία, Μαυροβούνιο, Αλβανία, Βοσνία - Ερζεγοβίνη και Κόσσοβο προσπαθώντας να διασκεδάσει αφενός τις υποψίες για επέκταση της ελληνικής κρίσης στην γύρω περιοχή αλλά και να κάνει εμφανές ότι η Ελλάδα παραμένει παράγοντας σταθερότητας, επενδυτικής αξιοπιστίας και γεωπολιτικής ισχύος στην περιοχή. Ιδιαίτερα δε όταν το Υπουργείο Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας με επιπολαιότητα, μονοδιάστατα και με πλήρη πολιτική αστοχία έκανε σχέδια επί χάρτου θέτοντας τον τουρκικό αγωγό και την επέκτασή του στην Ελλάδα ως προμετωπίδα της εθνικής ενεργειακής πολιτικής, το Υπουργείο Εξωτερικών ορθώς πράττον προσπαθούσε να αναπτύξει περαιτέρω τις γέφυρες επικοινωνίας με τα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων τονίζοντας τον ευρωπαϊκό τους προσανατολισμό και αποτρέποντας την πλήρη απομόνωση της Ελλάδος από τα γειτονικά κράτη εξαιτίας των πολιτικών εξελίξεων.
Φυσικά αυτό από μόνο του δεν είναι αρκετό. Η Ελλάδα αν θέλει να αυξήσει την επιρροή της στην περιοχή πρέπει να δουλέψει πρώτα απ’ όλα στο εσωτερικό της, στην ανάπτυξη των τεσσάρων παραμέτρων γεωπολιτικής ισχύος και σ’ αυτήν την προοπτική ο τομέας της ενέργειας μπορεί να παίξει ουσιαστικό ρόλο. Οι στρατηγικές επενδύσεις που αφορούν στην κατασκευή FSRU στη Βόρεια Ελλάδα, η περαιτέρω ανάπτυξη του LNG, η κατασκευή της υπόγειας αποθήκης φυσικού αερίου στον Πρίνο, o IGB και ο Vertical Corridor αυξάνουν την ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού ολόκληρης της περιοχής κι έτσι ενισχύεται η πρώτη παράμετρος της γεωπολιτικής ισχύος που είναι η Άμυνα – Ασφάλεια. Από την άλλη η εξωστρεφής στρατηγική των μεγάλων ελληνικών ενεργειακών εταιρειών στην περιοχή και η συμμετοχή τους είτε ανεξάρτητα είτε σε κονσόρτσια σε projects της περιοχής θα φέρει ένα συγκριτικό πλεονέκτημα στην δεύτερη παράμετρο γεωπολιτικής ισχύος που είναι η Οικονομία – Ενέργεια. Η τρίτη παράμετρος δηλαδή η πολιτική θα πρέπει να κινείται στα πλαίσια της μακροχρόνιας εθνικής στρατηγικής σε όλους τους τομείς, όπως στον νευραλγικό τομέα της ενέργειας με ελάχιστες διορθωτικές παρεκκλίσεις δίδοντας μ’ αυτόν τον τρόπο την εικόνα στο εξωτερικό της σταθερότητας και της αξιοπιστίας. Τέλος, η τέταρτη παράμετρος γεωπολιτικής ισχύος δηλαδή ο πολιτισμός είναι ένας ευρύς τομέας που θα μπορούσε να γίνει εύκολα εκμεταλλεύσιμος με πάρα πολλούς τρόπους. Στον τομέα της ενέργειας επί παραδείγματι θα μπορούσε η Ελλάδα να γίνει κέντρο για όλη την περιοχή, εκπαίδευσης και επιμόρφωσης σε τεχνολογίες ΑΠΕ και εξοικονόμησης ενέργειας, κεφαλαιοποιώντας έτσι την μεγάλη της εμπειρία στους συγκεκριμένους κλάδους.
Ανακεφαλαιώνοντας τα παραπάνω μπορούμε πολύ εύκολα να συμπεράνουμε ότι η τελευταία κρίση στην Ελλάδα που για πολλούς σήμανε το τέλος της μεταπολίτευσης, δεν θα γίνει η απαρχή νέων εξελίξεων και δημιουργίας συγκριτικών πλεονεκτημάτων αν δεν μεταλλαχθεί άρδην ο τρόπος με τον οποίον βλέπουμε την Ελλάδα ως πολιτική, οικονομική και πολιτισμική οντότητα στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή της ΝΑ Ευρώπης η οποία και αποτελεί για τη χώρα μας φυσική προέκταση δραστηριότητας, ανάπτυξης και ωφέλιμων συνεργασιών.
* Συντονιστής Ερευνητικών Προγραμμάτων, Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ)
http://www.energia.gr/article.asp?art_id=96885
Οι χώρες της Βαλκανικής χερσονήσου εξαιρουμένης της Ελλάδος και με την πρώην Γιουγκοσλαβία διασπασμένη σε 7 διαφορετικές κρατικές οντότητες (Σλοβενία, Κροατία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Σερβία, Μαυροβούνιο, Κόσοβο, ΠΓΔΜ) αποτελούν ζώνες επιρροής και ιδιότυπα buffer states, όπου η γεωπολιτική σκακιέρα σχηματίζεται αναλόγως των συμφερόντων των ισχυρών. Ο ρόλος δε της Ελλάδας στην περιοχή αυτή είναι διάφορος, ιδιαίτερος και άκρως σημαντικός αφού πληροί τις περισσότερες από τις 4 βασικές παραμέτρους γεωπολιτικής ισχύος (Άμυνα-ασφάλεια, Οικονομία-ενέργεια, Πολιτική και Πολιτισμός) ενώ βρίσκεται αναγκαστικά σε ανταγωνισμό με την γείτονα Τουρκία η οποία κι εκείνη απ’ την πλευρά της πληροί τις παραπάνω παραμέτρους και σε υπερθετικό μάλιστα βαθμό. Η δε Τουρκία με ένα πλέγμα δραστηριοτήτων και ένα πλήθος επενδύσεων, σε κατασκευαστικά έργα, χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, ενεργειακές υποδομές, διακρατικές συμφωνίες, ανάπτυξη πολιτισμικών σχέσεων κ.α. έχει δημιουργήσει μια ισχυρή βάση επιρροής.
Απ’ την άλλη η Ελλάδα με επίσης βαθιές πολιτισμικές ρίζες στην ευρύτερη ΝΑ Ευρώπη, προσπάθησε μετά την πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων να αναπτύξει μια δραστήρια παρουσία στις παραπάνω χώρες κυρίως στον τραπεζικό τομέα, στον ενεργειακό, κατασκευαστικό και στον τομέα των τηλεπικοινωνιών. Αν και ο τραπεζικός τομέας κι αυτός των τηλεπικοινωνιών ήταν οι κυρίαρχες ελληνικές δραστηριότητες ωστόσο και οι επενδύσεις στην ενέργεια έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της ελληνικής επιρροής. Θυμίζουμε την δραστηριότητα των ΕΛΠΕ σε όλη την ΝΑ Ευρώπη στην αγορά καυσίμων, το διυλιστήριο της ΟΚΤΑ στην ΠΓΔΜ, τον αγωγό πετρελαίου Θεσσαλονίκης – Σκόπια, τις ελληνικές επενδύσεις στα υδροηλεκτρικά της Αλβανίας, τις διασυνοριακές συνεργασίες στις ηλεκτρικές διασυνδέσεις καθώς και σχέδια για διασυνδέσεις φυσικού αερίου ( IGB, Vertical Corridor) πολλά εκ των οποίων αποτελούν ελληνικές πρωτοβουλίες. Από την άλλη η ύπαρξη μεγάλων και φερέγγυων εγχώριων ενεργειακών εταιρειών (στον ηλεκτρισμό, στα πετρελαιοειδή, στο φυσικό αέριο, στις ΑΠΕ) ήτο πάντοτε μια σταθερή εγγύηση που εξασφάλιζε την ισχυρή θέση της Ελλάδος στην περιοχή και αύξανε την οικονομική και ως εκ τούτου και την γεωπολιτική επιρροή της.
Ωστόσο με την αρχή της οικονομικής κρίσης το 2011 και πολύ περισσότερο με την οικονομική καταστροφή που συνετελέσθη τους τελευταίους μήνες σε χρηματοοικονομικό επίπεδο, η θέση της Ελλάδος στην περιοχή έχει εξασθενίσει σημαντικά ενώ η ελληνική παρουσία στην Ρουμανία, Σερβία και Αλβανία τείνει συνεχώς μειούμενη με την εξαίρεση ίσως της Βουλγαρίας όπου κάποιες ελληνικές εταιρείες βρήκαν ένα προσωρινό καταφύγιο. Η αξιοπιστία όμως της Ελλάδος έχει βληθεί αν όχι ανεπανάληπτα σίγουρα δραματικά στην ΝΑ Ευρώπη ενώ η πολιτική αποσταθεροποίηση στο εσωτερικό της χώρας εξάγεται ως σύμπτωμα γεωπολιτικής αστάθειας στις χώρες της περιοχής που σε συνδυασμό με έξαρση άλλων φαινομένων όπως το ισλαμικό κίνημα, οπλισμένες απελευθερωτικές ομάδες ( UCK), όξυνση στο τρίγωνο Σερβίας – Αλβανίας – Κοσσόβου, δυναμιτίζει ακόμα περισσότερο την σταθερότητα της περιοχής .
Σε αυτό το κλίμα θα πρέπει κανείς να δει την περιοδεία που έκαναν σημαντικοί Δυτικοί αξιωματούχοι κυρίως στα δυτικά Βαλκάνια όπως η Αμερικανίδα υφυπουργός Εξωτερικών, Βικτόρια Νούλαντ, ο Γερμανός πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς, ο Νορβηγός ΓΓ του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ καθώς και η Γερμανίδα Καγκελάριος Άγγελα. Μέρκελ που επισκέφθηκε την Αλβανία. Όλοι οι παραπάνω αξιωματούχοι πέρασαν το τελευταίο τρίμηνο από τα Δυτικά Βαλκάνια υποσχόμενοι αφενός τη «στήριξη» στις φιλοδοξίες για ένταξη των χωρών σε ΕΕ και ΝΑΤΟ ενώ έδειξαν απειλητικές διαθέσεις σε όλους όσους φλερτάρουν ακόμη και με την ιδέα μίας πιθανής συνεργασίας με τη Ρωσία. Πιο ξεχωριστή και σημαντική ίσως απ’ όλες τις επισκέψεις - παρέμβαση ήταν αυτή της Αμερικανίδας Βικτόρια Νούλαντ η οποία πραγματοποίησε περιοδεία σε Κροατία, Βοσνία - Ερζεγοβίνη, Κοσσυφοπέδιο, ΠΓΔΜ, Μαυροβούνιο, Σερβία και Αλβανία.
Το ίδιο διάστημα (τέλη Ιουνίου – μέσα Ιουλίου) και ενώ η Ελλάδα βρισκόταν μεταξύ σφύρας και άκμονος και ενώ επιτελούνταν ένας πραγματικός Αρμαγεδώνας πολιτικών και οικονομικών εξελίξεων στο εσωτερικό της χώρας, είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον και φυσικά διόλου τυχαίο ότι ο υπουργός Εξωτερικών κ. Νίκος Κοτζιάς πραγματοποιούσε μια μεγάλη περιοδεία σε ΠΓΔΜ, Σερβία, Μαυροβούνιο, Αλβανία, Βοσνία - Ερζεγοβίνη και Κόσσοβο προσπαθώντας να διασκεδάσει αφενός τις υποψίες για επέκταση της ελληνικής κρίσης στην γύρω περιοχή αλλά και να κάνει εμφανές ότι η Ελλάδα παραμένει παράγοντας σταθερότητας, επενδυτικής αξιοπιστίας και γεωπολιτικής ισχύος στην περιοχή. Ιδιαίτερα δε όταν το Υπουργείο Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας με επιπολαιότητα, μονοδιάστατα και με πλήρη πολιτική αστοχία έκανε σχέδια επί χάρτου θέτοντας τον τουρκικό αγωγό και την επέκτασή του στην Ελλάδα ως προμετωπίδα της εθνικής ενεργειακής πολιτικής, το Υπουργείο Εξωτερικών ορθώς πράττον προσπαθούσε να αναπτύξει περαιτέρω τις γέφυρες επικοινωνίας με τα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων τονίζοντας τον ευρωπαϊκό τους προσανατολισμό και αποτρέποντας την πλήρη απομόνωση της Ελλάδος από τα γειτονικά κράτη εξαιτίας των πολιτικών εξελίξεων.
Φυσικά αυτό από μόνο του δεν είναι αρκετό. Η Ελλάδα αν θέλει να αυξήσει την επιρροή της στην περιοχή πρέπει να δουλέψει πρώτα απ’ όλα στο εσωτερικό της, στην ανάπτυξη των τεσσάρων παραμέτρων γεωπολιτικής ισχύος και σ’ αυτήν την προοπτική ο τομέας της ενέργειας μπορεί να παίξει ουσιαστικό ρόλο. Οι στρατηγικές επενδύσεις που αφορούν στην κατασκευή FSRU στη Βόρεια Ελλάδα, η περαιτέρω ανάπτυξη του LNG, η κατασκευή της υπόγειας αποθήκης φυσικού αερίου στον Πρίνο, o IGB και ο Vertical Corridor αυξάνουν την ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού ολόκληρης της περιοχής κι έτσι ενισχύεται η πρώτη παράμετρος της γεωπολιτικής ισχύος που είναι η Άμυνα – Ασφάλεια. Από την άλλη η εξωστρεφής στρατηγική των μεγάλων ελληνικών ενεργειακών εταιρειών στην περιοχή και η συμμετοχή τους είτε ανεξάρτητα είτε σε κονσόρτσια σε projects της περιοχής θα φέρει ένα συγκριτικό πλεονέκτημα στην δεύτερη παράμετρο γεωπολιτικής ισχύος που είναι η Οικονομία – Ενέργεια. Η τρίτη παράμετρος δηλαδή η πολιτική θα πρέπει να κινείται στα πλαίσια της μακροχρόνιας εθνικής στρατηγικής σε όλους τους τομείς, όπως στον νευραλγικό τομέα της ενέργειας με ελάχιστες διορθωτικές παρεκκλίσεις δίδοντας μ’ αυτόν τον τρόπο την εικόνα στο εξωτερικό της σταθερότητας και της αξιοπιστίας. Τέλος, η τέταρτη παράμετρος γεωπολιτικής ισχύος δηλαδή ο πολιτισμός είναι ένας ευρύς τομέας που θα μπορούσε να γίνει εύκολα εκμεταλλεύσιμος με πάρα πολλούς τρόπους. Στον τομέα της ενέργειας επί παραδείγματι θα μπορούσε η Ελλάδα να γίνει κέντρο για όλη την περιοχή, εκπαίδευσης και επιμόρφωσης σε τεχνολογίες ΑΠΕ και εξοικονόμησης ενέργειας, κεφαλαιοποιώντας έτσι την μεγάλη της εμπειρία στους συγκεκριμένους κλάδους.
Ανακεφαλαιώνοντας τα παραπάνω μπορούμε πολύ εύκολα να συμπεράνουμε ότι η τελευταία κρίση στην Ελλάδα που για πολλούς σήμανε το τέλος της μεταπολίτευσης, δεν θα γίνει η απαρχή νέων εξελίξεων και δημιουργίας συγκριτικών πλεονεκτημάτων αν δεν μεταλλαχθεί άρδην ο τρόπος με τον οποίον βλέπουμε την Ελλάδα ως πολιτική, οικονομική και πολιτισμική οντότητα στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή της ΝΑ Ευρώπης η οποία και αποτελεί για τη χώρα μας φυσική προέκταση δραστηριότητας, ανάπτυξης και ωφέλιμων συνεργασιών.
* Συντονιστής Ερευνητικών Προγραμμάτων, Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ)
http://www.energia.gr/article.asp?art_id=96885