Οι ελλείψεις εκπαιδευτικών στα σχολεία, η υποχρηματοδότηση των σχολικών μονάδων, οι δραματικές μειώσεις του εισοδήματος των εκπαιδευτικών, που σε πολλές περιπτώσεις φτάνει στο 40% του μισθού τους, είναι η μια πλευρά του νομίσματος.
Η άλλη είναι η εγκατάλειψη κάθε φροντίδας για τη μορφωτική αποστολή του δημόσιου σχολείου (προγράμματα και βιβλία), η στοχοποίηση των εκπαιδευτικών από την κυβέρνηση ως αποκλειστικά υπεύθυνων για τα προβλήματα της δημόσιας εκπαίδευσης, η απουσία επιμόρφωσης, η επίδειξη αυταρχισμού στις φωνές που αντιστέκονται στην εφαρμογή αυτής της πολιτικής.
Χιλιάδες μαθητές της προσχολικής αγωγής δεν βρίσκουν θέση στο δημόσιο νηπιαγωγείο, αφού το υπουργείο Παιδείας από τότε που ψήφισε το νόμο για την υποχρεωτικότητα της φοίτησης στο νηπιαγωγείο δεν πήρε κανένα μέτρο για την υλοποίησή του.
Από τους 19.000 συμβασιούχους εκπαιδευτικούς που ανακοινώθηκαν ότι θα προσληφθούν για τη φετινή χρονιά σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, η συντριπτική τους πλειοψηφία (14.500) προέρχεται από το ΕΣΠΑ και αφορούν μόνο συγκεκριμένες θέσεις εργασίας -στην πρωτοβάθμια τις θέσεις υπευθύνου στο ολοήμερο σχολείο και την ειδική εκπαίδευση-, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να καλυφθούν όλες οι πραγματικές ανάγκες των σχολείων και να ελαστικοποιείται το ωράριο των εκπαιδευτικών, διαλύοντας στην πράξη το ολοήμερο σχολείο.
Η κατάσταση φαίνεται να γίνεται επικίνδυνη και σε ό,τι αφορά το ζήτημα της ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Ας δούμε τι προτείνουν οι σύμβουλοι του ΟΟΣΑ για αυτό το ζήτημα: «Μια από τις βασικές περικοπές αφορά στα λειτουργικά έξοδα των σχολείων και των πανεπιστημίων. Είναι πολύ προτιμότερη επιλογή από μια δραστική μείωση του αριθμού των μαθητών και των σπουδαστών. Οι οικογένειες θα αντιδράσουν βίαια στο ενδεχόμενο να αποκλειστούν τα παιδιά τους από την εκπαίδευση. Δεν θα αντιδράσουν όμως σε μια σταδιακή υποβάθμιση της ποιότητας της εκπαίδευσης. Ετσι σιγά σιγά θα δεχτούν να πληρώνουν κάποιο ποσόν για να σπουδάζουν τα παιδιά, ή να περικοπεί κάποια εκπαιδευτική δραστηριότητα. Αυτή η υποβάθμιση όμως πρέπει να γίνει βήμα προς βήμα, σε ένα σχολείο αρχικά και όχι στο γειτονικό σχολείο, ώστε να αποφευχθεί μια γενικευμένη αντίδραση του πληθυσμού».
Η κυβέρνηση φαίνεται να παίρνει σοβαρά υπόψη της τη συγκεκριμένη οδηγία. Η αδιαφορία για τις εντελώς αναγκαίες αλλαγές σε σχολικά βιβλία (π.χ., μαθηματικά Ε' και Β' Δημοτικού, Ιστορία ΣΤ'), η αναγωγή της αντιγραφής (copy paste) ως βασικής μεθόδου κατάρτισης επίσημων κειμένων (νόμων, αναλυτικών προγραμμάτων, οδηγιών αξιολόγησης εκπαιδευτικών κ.λπ.), η απορρόφηση κοινοτικών κονδυλίων για τη συγκρότηση αναλυτικών προγραμμάτων χωρίς οποιαδήποτε αποτίμηση των προηγούμενων όπως και άλλων κεντρικών εκπαιδευτικών πρωτοβουλιών της κυβέρνησης (π.χ., σχολεία ΕΑΕΠ) οδηγούν σταθερά το δημόσιο σχολείο σε μαρασμό. Η στήριξη των γονέων και η δουλειά των εκπαιδευτικών της πράξης διασώζουν προς το παρόν τα σχολεία από την πλήρη κατάρρευση. Ωστόσο οι πόροι αυτοί δεν είναι ανεξάντλητοι.