Μήνας Σεπτέμβριος. Ὁ πρῶτος μήνας τῆς ἐποχῆς τοῦ Φθινοπώρου. Ὀνομάστηκε Σεπτέμβριος ἀπὸ τὴν λατινικὴ λέξη (Septimus), ποὺ σημαίνει στὰ Ἑλληνικὰ ἑπτά. Δηλαδὴ εἶναι ὁ ἕβδομος μήνας ἀπὸ τὸν Μάρτιο (Νισάν), ποὺ εἶναι ὁ πρῶτος μήνας τῶν Ἑβραίων. Ὅταν τὸ 450 π.Χ. καθιερώθηκε ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους ὀ Ἰανουάριος πρώτος μήνας τοῦ χρόνου, ὁ Σεπτέμβριος ἔγινε ἔνατος μήνας. Ἀργότερα ὅμως οἰ Βυζαντινοὶ ἀκολουθώντας ἀρχαῖα ἔθιμα τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὅρισαν τὸν Σεπτέμβριο ὡς πρῶτο μήνα τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους.
Ὁ μήνας Σεπτέμβριος εἶναι ὁ μήνας τῆς Φθινοπωρινῆς 2ας Ἰσημερίας, ὅπου ἡ νύκτα καὶ ἡ ἡμέρα ἔχουν ἀπὸ 12 ὤρες. Κατὰ τὸν μήνα αὐτὸ λόγῳ τοῦ ὅτι καὶ ὁ ἀέρας καὶ ἡ ἀτμοσφαιρα ἔχουν ἤπια θερμοκρασία καὶ ὑγρή, οὔτε πολὺ θερμὴ οὔτε πολὺ ψυχρή, οἱ γεωργοὶ ὀργώνουν καὶ καλλιεργοῦν τὰ χωράφια τους γιὰ νὰ σπείρουν τοὺς νέους σπόρους. Γι’ αὐτὸ κατὰ τὸν Ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη ὁ Σεπτέμβριος μήνας εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς συλλήψεως καὶ τῆς κυοφορίας ὅλων σχεδῶν τῶν καρπων, ἐνῶ ὁ Μάρτιος εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς γεννήσεως αὐτῶν, ποὺ εἶναι ὁ πρῶτος μήνας τῆς 1ης Ἰσημερίας, τῆς Ἐαρινῆς.
Ὁ μήνας Σεπτέμβριος, ὅμως δὲν εἶναι μόνο ὁ πρῶτος μήνας καὶ ἡ ἀρχὴ τῆς ὑλικῆς σπορᾶς, ὅπου ἡ γῆ σὰν ἄλλη κοιλιὰ καὶ μήτρα δέχεται στὰ αὐλάκια της τοὺς σπόρους, τοὺς κυοφορεῖ ὅλο τὸ χειμώνα καὶ τοὺς γεννάει σὲ μιὰ καινούργια ζωὴ τὴν ἄνοιξη, εἶναι ἡ ἀρχὴ καὶ ὁ μήνας και τῆς Πνευματικῆς σπορᾶς. Οἱ περισσότερες ἄν ὄχι ὅλες πνευματικὲς δραστηριότητες (κηρύγματα, ὁμιλίες, κατηχητικά, σεμινάρια, συνέδρια κ.τ.λ.) ἀρχίζουν τὸν μήνα Σεπτέμβριο. Ὀρθῶς λοιπὸν καὶ δικαιῶς ἡ 1η Σεπτεμβρίου καθιερώθηκε ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία μας ὡς ἡ ἀρχὴ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, ποὺ εἶναι καὶ ἡ ἀρχὴ τῆς Ἰνδίκτου, ποὺ σημαίνει ὁρισμός.
Πιστεύεται, ὅτι ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς κατ’ αὐτὴν τὴν ἡμέρα πῆγε στὴ συναγωγὴ τῆς Ναζαρέτ, ὅπου ἦταν τεθραμμένος, ὅπως ἐξιστορεῖ ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς στὸ Δ΄ κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελίου του καὶ διάβασε ἀπὸ τὸ 64ο κεφάλαιο του Ἠσαΐα τὸν προφητικὸ λόγο, ποὺ ἀφοροῦσε τὸν ἴδιο. «Πνεῦμα Κυρίου ἐπ’ ἐμὲ, οὗ ἔνεκεν, ἔχρισέ με, εὐαγγελίσασθε πτωχοῖς ἀπέσταλκέ με, ἰάσαθε τοὺς συντετριμμένους τὴν καρδίαν, κηρῦξαι αἰχμαλώτοις ἄφεσιν καὶ τυφλοῖς ἀνάβλεψιν, ἀποστεῖλαι τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει κηρῦξαι ἐνιαυτὸν Κυρίου δεκτὸν (Λουκᾶ Δ 18-19).
Κατὰ τὸν μήνα Σεπτέμβριο δεσπόζουν τρεῖς μεγάλες ἑορτὲς τῆς Ὀρθοδοξίας:
α) Τὸ γεννέθλιο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας, στὶς 8 Σεπτεμβρίου.
β) ἡ παγκόσμιος Ὕψωσις τοῦ τιμίου καὶ ζωοποιοῦ Σταυροῦ στὶ 14 Σεπτεμβρίου καὶ
γ) ἡ μετάσταση τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοῦ, φίλου, παρθένου, ἐπιστηθίου καὶ ἠγαπημένου μαθητοῦ τοῦ Κυρίου, Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου.
Μὲ τὴ γέννηση τῆς Παναγίας μας ὑποδεχόμαστε τὸ προοίμιο τῆς παγκοσμίου χαρᾶς (Α΄ ἑσπέριο στιχηρό), ἀφοῦ ἡ γέννηση τῆς Θεοτόκου (Δευτέρας Εὔας) «χαρὰν ἐμήνυσε πάσῃ τῇ οἰκουμένη» καὶ διέλυσε τὴν ἀρὰ (κατάρα) ποὺ ἔφερε στὸν κόσμο ἡ πρώτη Εὔα, ἡ προμήτωρ. Διότι ἐξ αὐτῆς τῆς Θεοτόκου «ἀνέτειλε ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν». Ὁ ὀποῖος διέλυσε τὴν κατάρα καὶ ἔφερε τὴν εὐλογία μὲ ὅλο βεβαίως τὸ ἔργο τῆς θείας οἰκονομίας ἰδιαιτέρως ὅμως μὲ τὸ Σταυρικὸ του θάνατο. Πάνω στὸ Σταυρὸ ὁ διάβολος ὑπέστῃ φοβερὴ πανωλεθρία, ὄπως εἶπε ὁ Θεὸς στὸ Πρωτευαγγέλιο «καὶ ἔχθραν θήσω ἀναμέσον σου (τοῦ διαβόλου) καὶ ἀναμέσον τῆς γυναικὸς καὶ ἀναμέσον τοῦ σπέρματός σου καὶ ἀναμέσον τοῦ σπέρματος αύτῆς (δηλ. τοῦ Χριστοῦ). Αὐτὸς (ὁ Χριστός) σου τητήσει τὴν κεφαλὴν (μὲ τὴ σταύρωσή του) καὶ σὺ τηρήσεις αὐτοῦ πτέρναν» (Γεν. Γ 15). Πάνω στὸ Σταυρὸ σταυρώθηκε ἡ ἁμαρτία καὶ ἔγινε ἡ συμφιλίωση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Τὸ ἀπολυτίκιο τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς εἶναι ἐκφραστικό: «Ἐξηγόρασας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου τῷ τιμίῳ Σου αἵματι. Τῷ Σταυρῷ προσηλωθεὶς καὶ τῇ λόγχῃ κεντηθεὶς ἀθανασίαν ἐπήγασας ἀνθρώποις, Σωτὴρ ἡμῶν, δόξα σοι».
Τὸ τρίπτυχο αὐτῶν τῶν ἑορτῶν μας μεταφέρει στὸ κλῖμα καὶ τὰ γεγονότα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς. Γι’ αὐτὸ ἡ Ὕψωσις τοῦ τιμίου Σταυροῦ φέρει τὰ ἴσα μὲ τὴν Μεγάλη Παρασκευή. Ἐκεῖ κάτω ἀπὸ τὸ Σταυρὸ τοῦ Κυρίου μας καὶ πρὶν ἀπὸ τὸ «τετέλεσθαι», ὅπου παρέδωσε τὸ Πνεῦμα του, ἀκούσθηκαν τὰ πιὸ τρυφερά, γλυκὰ καὶ παρήγορα λόγια του γιὰ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα. Τὰ ἔγραψε στὸ Εὐαγγέλιο του, εἰς μνημόσυνον αἰώνιον, ὁ Ἰωάννης. « Ἰησοῦς οὖν ἰδὼν τὴν μητέρα καὶ τὸν μαθητὴν παρεστῶτα, ὅν ἠγάπα, λέγει τῇ μητρὶ αὐτοῦ, ἴδε ὁ Υἱός σου, εἶτα λέγει τῷ μαθητῇ, ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου» ( Ἰωάν. ΙΘ΄ 26-27). Συγχρόνως παρέδιδε τὴν μητέρα του γιὰ νὰ γίνει μητέρα ὅλων τῶν ἀνθρώπων, ἰδιαιτέρως ἐκείνων ποὺ «μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύοντες». Ἑπομένως ἡ Θεοτόκος ἡ μητέρα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ πνευματικὴ μητέρα ὅλων μας. Μεσίτρια μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, παρηγορήτρια, Γρηγοροῦσα, παντάνασσα κ.λ.π. κοσμητικὰ ἐπόθετα ποὺ τὴν ἔχει κοσμήσει ἡ εὐλάβεια καὶ ἡ εὐσέβεια τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.
Ἀκόμα τὸ τρίπτυχο τῶν ἑορτῶν τοῦ Σεπτεμβρίου μᾶς μεταφέρει στὸ Ἱερὸ Βῆμα τῶν Ὀρθοδόξων Ἱερῶν Ναῶν. Ὅπου πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα ποὺ συμβολίζει τὸν Γολγοθᾶ, ἐκεῖ ὅπου «θύεται ὁ ἁμνὸς τοῦ Θεοῦ». Ἐκεῖ ὅπου «μελίζεται καὶ διαμελίζεται ὁ Ἁμνὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ μελιζόμενος καὶ μὴ διαιρούμενος, ὁ πάντοτε ἐσθιόμενος καὶ μηδέποτε δαπανώμενος, ἀλὰ τοὺς μετέχοντας ἁγιάζων (Θ. Λειτουργία)». Ἐκεῖ πίσω ἡ Ἱερὰ Παράδοση ποὺ ὑφαίνεται μὲ τὴ σοφία τῶν θεοφόρων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας τοποθετεῖ στὸ Κέντρο τὸν Ἐσταυρωμένο, δεξιά του τὴν Μητέρα Θεοτόκο καὶ ἀριστερά του τὸν Ἰωάννη τὸν θεολόγο. Ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος, ἐθεολόγησε, ὅσο κανεὶς ἄλλος, περὶ τοῦ Θεοῦ Λόγου, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ στὸ Εὐαγγέλιό του καὶ στὶς Ἐπιστολές του καὶ στὴν Ἀποκάλυψη.
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι πολὺ φειδωλὴ στοὺς τίτλους ποὺ δίδει. Μόνο σὲ τρεῖς χάρισε τὸ τίτλο τοῦ Θεολόγου, τὸν Ἰωάννη τὸν Εὐαγγελιστή, τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Ναζιανζηνὸ καὶ τὸν Ἅγιο Συμεὼν τὸν Νέο Θεολόγο.
Ὁ μήνας Σεπτέμβριος δὲν εἶναι μόνο μήνας συγκομιδῆς καὶ συνάξεως τῶν καρπῶν, ὅπως ἀναφέρει τὸ Λευϊτικό, ΚΓ΄,39 ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν Μωϋσῆ «καὶ ἐν τῇ πεντεκαιδεκάτῃ ἡμέρα τοῦ μηνὸς ἑβδόμου τούτου, ὅταν συντελέσητε τὰ γενήματα τῆς γῆς, ἑορτάσετε τῷν καρπῶν, μέχρι τὸν Μάρτιο, ἀρχὴ τῆς ἄνοιξης.
Ἄν αὐτὰ τὰ ἐπεκτείνουμμε στὴν πνευματικὴ σφαίρα τότε ὁ μήνας Σεπτέμβριος ἔχει καὶ τεράστιες πνευματικὲς διαστάσεις. Ἄν ὁ Αὔγουστος ἔχει ὀνομασθῇ καὶ εἶναι ὁ μήνας τῆς Παναγίας, μὲ κέντρο τὴν Κοίμησή της, ὁ Σεπτέμβριος εἶναι ὁ μήνας τοῦ Τιμίου καῖ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ, πάνω στὸν ὁποῖο ἄπλωσε τὰς παλάμας ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Θεοτόκου, τὸν ὁποῖο μὲ πίστη καὶ βεβαιότητα τὸν διεκήρυξε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, ὅτι «ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεὸν καὶ Θεός ἦν ὁ λόγος ( Ἰωαν. Α΄,1) ὅτι εἶναι «τὸ Α καὶ τὸ Ω, ὁ ὤν καὶ ὁ ἦν καὶ ὁ ἐρχόμενος, ὁ Παντοκράτωρ (Ἀποκ. Α΄, 8)».
Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ἡ Ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος. Ἡ σπορὰ καὶ ἡ συγκομιδή. Ἐκεῖνος μᾶς φύτεψε στὸν ἀμπελώνα του μὲ τὴ Βάπτισή μας στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος, Ἐκεῖνος μᾶς διατρέφει μὲ τὸν λόγο Του, το Σῶμα Του καὶ τὸ Πανάγιο Αἷμα Του. Ἐκεῖνος θὰ μᾶς συνάξει, ὅπως ἡ ὄρνις τὰ νοσσία ἑαυτῆς γιὰ νὰ μᾶς παραδώσει σεσωσμένους καὶ λελυτρωμένους, σὰν ὁ μοναδικὸς Σωτῆρας καὶ λυτρωτής, στὸν Οὐράνιο Πατέρα Του, ὁ Ὁποῖος διὰ τοῦ Υϊοῦ Του ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι μᾶς ἔπλασε «κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν», ἰδική Του.
+Πρωτοπρεσβύτερος Χρῖστος Χριστοδούλου, θεολόγος
Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Ἁγίων Κωνσταντίνου & Ἑλένης Πειραιῶς.
http://isapostoloi.blogspot.com/2009/09/blog-post_16.html