Οι τοκογλύφοι, ο Τσίπρας, οι ΗΠΑ και το πρόωρο τέλος της «πρώτη φορά Αριστεράς»
του Νεκτάριου Δαπέργολα
Η βαρύτατη συμφωνία την οποία υπέγραψε προχτές η κυβέρνηση Τσίπρα, μπορεί εν μέρει να ανακούφισε την πλειονότητα του ελληνικού λαού (ακόμη ίσως και αρκετούς από τους οπαδούς της δραχμής, που ξέρουν ωστόσο καλά πως ως χώρα με τη συγκεκριμένη οικονομία και τις συγκεκριμένες γεωπολιτικές ιδιομορφίες κάθε άλλο παρά έτοιμοι ήμασταν για ένα grexit), σίγουρα όμως προκάλεσε και σοκ λόγω της πρωτοφανούς της σκληρότητας (ενδεικτικοί και οι χαρακτηρισμοί του διεθνούς Τύπου, όπως και η ρήση περί «καταλόγου φρικαλεοτήτων» από το Der Spiegel). Πέραν όλων αυτών όμως (που είναι ήδη γνωστά), η εν λόγω συμφωνία, έτσι όπως ήρθε, μετά από 5 μήνες διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, προσφέρεται εμφανώς και για σοβαρές σκέψεις πάνω σε όσα προηγήθηκαν, αλλά και για διατύπωση σεναρίων για όσα θα επακολουθήσουν.
Το πρώτο φυσικά που μπορεί (και πρέπει) να ειπωθεί είναι πως η κυβέρνηση απέτυχε παταγωδώς στο έργο με το οποίο βασικά επιφορτίστηκε, δηλαδή εκείνο της διαπραγμάτευσης για κάτι καλύτερο από πριν. Θα υπενθυμίσω πως δεν ήμασταν ποτέ από τους αφελείς που περίμεναν πολλά πράγματα με τις παρούσες οικονομικές συγκυρίες και από ένα κόμμα με τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Το λεγόμενο «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» το είχαμε εξαρχής χαρακτηρίσει γελοία αιθεροβασία, όπως ακριβώς και τις παλαιότερες ανοησίες περί σκισίματος των μνημονίων (τα ίδια ακριβώς που έλεγε, αν θυμάστε, και ο Σαμαράς προ των εκλογών του 2012). Θεωρούσαμε όμως ότι κάτι καλύτερο θα μπορούσε να είχε γίνει σε σύγκριση με τα 2 πρώτα μνημόνια, εφόσον υπήρχε μια σοβαρή απόπειρα απέναντι στους μεγαλοτοκογλύφους (δήθεν) εταίρους μας. Αντ’ αυτού ωστόσο είδαμε το απόλυτο χάος, με καλές μεν προθέσεις (ο υποφαινόμενος ακόμη και σήμερα δεν αμφιβάλλει γι’ αυτές – και ασχέτως φυσικά της γνωστής σχετικής ρήσης του… Όσκαρ Ουάιλντ), αλλά στην πράξη με ατέλειωτα πήγαιν-έλα χωρίς νόημα, χωρίς σοβαρές προτάσεις, με εκθέσεις ιδεών, με ακροβασίες και έωλους λεονταρισμούς (κάτι σαν το ποντίκι που βρυχάται), με εμπρηστικές δηλώσεις (καλές για το θυμικό μας, αλλά όχι και για τους ρεαλιστικούς στόχους που – υπετίθετο ότι – επιδίωκαν οι ημέτεροι διαπραγματευτές). Και φτάσαμε στο τέλος να παρακαλάμε γονατιστοί για μια συμφωνία αφάνταστα χειρότερη απ’ αυτό που είχαμε ως τον περασμένο Δεκέμβρη. Το μόνο τελικά που πέτυχε αυτή η κυβέρνηση ήταν να πολλαπλασιάσει με την πολιτική της τη λαθρομετανάστευση, να περάσει τον άθλιο νόμο περί ιθαγένειας, να ψηφίσει το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης, να δρομολογήσει την ελεεινή κάρτα του πολίτη και να επαναπροσλάβει και μια στρατιά αργόμισθων (μαζί και με αρκετούς άλλους βέβαια, που αδίκως είχαν απολυθεί κατά την περασμένη διετία). Όλα αυτά, πέραν εννοείται του ότι έδωσε λαβή, με τις παλινωδίες και ανοησίες της, για να ξαναβγούν σε πρώτο πλάνο, αλυχτώντας, όλα τα πολιτικά ανθυποπεριττώματα των προηγούμενων κυβερνήσεων (που η μοίρα τους σε οποιοδήποτε άλλο – στοιχειωδώς ευνομούμενο – κράτος θα ήταν η Δομοκός ή το Γουδί). Αν – στα οικονομικά κυρίως θέματα – έκανε και κάτι άλλο θετικό αυτή η κυβέρνηση, αυτό ουδεμία σημασία πλέον έχει, καθώς θα αναιρεθεί ούτως ή άλλως με τη νέα θανάσιμη συμφωνία.
Το δεύτερο που πρέπει να ειπωθεί είναι το γιατί φτάσαμε ως εδώ. Υπήρχε κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο ή ήταν η ανικανότητα που έπαιξε κυρίως ρόλο; Εκείνο για το οποίο είμαστε απολύτως σίγουροι είναι πως ο Τσίπρας πήρε αρκετά προ των εκλογών το αμερικανικό χρίσμα (όπως άλλωστε και όλοι ανεξαιρέτως οι προ αυτού πρωθυπουργοί) και όλα όσα έκανε από τον Ιανουάριο και εξής έχαιραν της έγκρισης των υπερατλαντικών αφεντικών. Ποιο ήταν όμως το αμερικανικό συμφέρον; Το grexit, που θα ολοκλήρωνε τη διάλυση μιας ήδη κατεστραμμένης χώρας (με πλήγμα για το ευρώ, αλλά και με ό,τι αυτή η διάλυση θα συνεπαγόταν γεωπολιτικά σε Βαλκάνια και Εγγύς Ανατολή) ή τη διαιώνιση του (μίζερου έστω) παρόντος status quo; Το προχθεσινό… grand finale δείχνει εμφανώς το δεύτερο, σε πείσμα όσων αναλυτών υποστήριζαν πως οι ΗΠΑ μάς σπρώχνουν σε μια μετωπική με τη γερμανοκρατούμενη ΕΕ και τελικά σε ένα grexit, επιφυλάσσοντας στην Ελλάδα (και στον Τσίπρα ειδικότερα) απλά τον ρόλο της… στυμμένης λεμονόκουπας (κάτι δηλαδή σαν τον Ιωαννίδη του ’74). Και το επισημαίνω, γιατί αν και η πολιτική καθυστερήσεων και τα ατελείωτα ήξεις-αφήξεις και λοιπά «έργα και ημέραι» του Βαρουφάκη στις Βρυξέλλες έδιναν πράγματι έως πρότινος λαβή στο να υποθέσει κανείς το πρώτο, υπήρξε εντέλει αυτή η συμφωνία, σε συνδυασμό μάλιστα με την πολύ εύγλωττη αντιπαράθεση Γαλλίας-Γερμανίας (αλλά βεβαίως – να μην το ξεχνάμε – και η ελληνική πρόταση των 47 σελίδων προ 20 περίπου ημερών, που την δέχτηκαν αρχικά οι πιστωτές, πριν την απορρίψουν αίφνης στη συνέχεια, ελέω πάλι Γερμανών) που δείχνουν τελικά το δεύτερο. Πώς ούτε οι ΗΠΑ δηλαδή ήθελαν την έξοδό μας από το ευρώ, αλλά ούτε και η κυβέρνηση είχε αυτή την πρόθεση. Την αντίφαση αυτή, κάποιοι οπαδοί του πρώτου σεναρίου προσπάθησαν να την αναιρέσουν, διατεινόμενοι πως επήλθε μεταβολή ενδιάμεσα στην αμερικανική στάση, με επιχειρήματα ωστόσο απειροελάχιστα πειστικά (δεδομένου ότι και η αμερικανική πολιτική δεν αλλάζει τόσο εύκολα και ειδικά από τη μια μέρα στην άλλη, όσα κέντρα και παράκεντρα κι αν εμπλέκονται στη χάραξή της). Ως εκ τούτου λοιπόν, δεν προκύπτει ότι στόχος των ΗΠΑ ήταν να μας ωθήσουν σε grexit, χρησιμοποιώντας μας ως δούρειο ίππο για να πλήξουν την Ευρωζώνη (η ιδέα που ήδη από πριν είχαμε άλλωστε είναι πως ο ευρύτερος σκοπός τους είναι να αποδυναμωθεί η Γερμανία και όχι να πληγεί η ίδια η Ευρωζώνη καθ’ αυτήν). Έπαιξαν μεν το χαρτί του ΣΥΡΙΖΑ, όταν φαινόταν πλέον πως το ΠΑΣΟΚ είχε τελειώσει και η ΝΔ κατέρρεε υπό το βάρος της εφαρμογής του 2ου Μνημονίου (ενώ και ο Σαμαράς είχε σταδιακά και εξ ανάγκης προσδεθεί εκών-άκων στο γερμανικό άρμα), διασφαλίζοντας την «αμερικανική συνέχεια» στην Ελλάδα. Και ίσως να είχαν όντως κατά νου και μια απόπειρα να διευκολύνουν τη διαπραγμάτευση, πιέζοντας τους πιστωτές και δίνοντας τοιουτοτρόπως ένα «αντίδωρο» στον Τσίπρα – θυμίζω άλλωστε πως ο τελευταίος μετά την προ του 2014 ακραία ρητορική, την τελευταία ειδικά περίοδο της πρωθυπουργίας Σαμαρά δεν μιλούσε πλέον για…σκισμένα μνημόνια, αλλά για πιο αποτελεσματική διαπραγμάτευση και καλύτερη συμφωνία, υπολογίζοντας πιθανώς σε βοήθεια των Αμερικανών. Την πίεση αυτή πάντως δεν την είδαμε (τουλάχιστον σε… κοινή θέα), παρά μόνο προς το τέλος (και πάλι έμμεσα) και όταν τα πράγματα έφτασαν πια για τη χώρα μας στο «μη παρέκει», λόγω της γερμανικής αδιαλλαξίας. Την έμμεση αυτή παρέμβαση των ΗΠΑ μπορούμε να τη δούμε κυρίως στην τελική στάση της Γαλλίας, αλλά και άλλων χωρών που τελούν υπό μείζονα ή ελάσσονα αμερικανική επιρροή. Ίσως να μην ήθελαν να την πραγματοποιήσουν πιο απροκάλυπτα ή ίσως και να μην μπορούσαν κάτι εμφανώς περισσότερο σε αυτή τη χρονική φάση, που χαρακτηρίζεται από το απόλυτο ξεσάλωμα μίας αλαζονικής και πλήρως αποθρασυμένης Γερμανίας.
Πλην όμως του κακού υπολογισμού σχετικά με τον αμερικανικό παράγοντα, ο Αλέξης Τσίπρας και οι συν αυτώ είναι πασίδηλο ότι υπέπεσαν και σε ένα άλλο, ακόμη πιο θανάσιμο σφάλμα: τον κακό υπολογισμό της κατάστασης στην Ευρώπη αφ’ ενός και αφ’ ετέρου του… ίδιου του εαυτού τους. Υπερεκτιμώντας τις δυνάμεις τους, πιστεύοντας πως οι μεγαλοτοκογλύφοι θα σεβαστούν το εκλογικό αποτέλεσμα της 25ης Ιανουαρίου και θα υποχωρήσουν μπροστά σε μια κυβέρνηση με άλλη ιδεολογία και άλλο πρόγραμμα σε σύγκριση με τις προηγούμενες (τεράστιο λάθος), θεωρώντας πως θα φτάσουν στο σημείο να παρακαλάνε εκείνοι την Ελλάδα για συμφωνία υπό τον φόβο των παρενεργειών ενός grexit (επίσης μέγα λάθος, γιατί όπως φάνηκε ο Σόιμπλε και μια ομάδα χωρών περί τη Γερμανία τελικά επιθυμούσαν αυτή την εξέλιξη), εκτιμώντας πως οι ίδιοι ήταν καλύτεροι από τους (υποκείμενους σε διεθνείς εκβιασμούς) προκατόχους τους του βουτηγμένου στη ρεμούλα και διαφθορά πολιτικού κατεστημένου (πράγμα εν μέρει σωστό, αλλά εν τέλει μη επαρκές) και θεωρώντας τέλος ότι πήγαιναν να συνομιλήσουν με λογικούς ανθρώπους και όχι με ασυνείδητα μεγαλοκαθάρματα (μοιραίο λάθος και αυτό), μπήκαν στην αρένα με τα αφηνιασμένα λιοντάρια με περισσή αυτοπεποίθηση, αλλά στην ουσία εντελώς άοπλοι. Επειδή όμως με τα λιοντάρια δεν διαπραγματεύεσαι – και ιδίως αποδεχόμενος και παίζοντας με τους… όρους της αρένας – πήγαν άκλαυτοι. Κυριολεκτικά ως πρόβατα επί σφαγή. Το μόνο παρήγορο είναι πως τελικά απετράπη το grexit (συμφωνούμε και εμείς πως θα ήταν εντελώς καταστροφικό τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή), αλλά και προέκυψε ίσως για πρώτη φορά ένα ρήγμα στον γαλλογερμανικό άξονα (που πάντως είναι πολύ πρώιμο ακόμη για να εκτιμήσει κανείς τι ακριβώς σημαίνει και ποιες μελλοντικές συνέπειες θα έχει). Κατέστη επίσης παγκοσμίως σαφές, ακόμη και για τους πλέον αφελείς και ρομαντικούς οπαδούς της… ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και αλληλεγγύης, για ποια ακριβώς τερατώδη συμμορία μεγαλοκοπριτών μιλάμε, όταν αναφερόμαστε στην ΕΕ. Και φάνηκε τέλος και πόσο θνησιγενής είναι αυτή η δήθεν ένωση λαών (και στην πραγματικότητα απλώς σύμπλευση και διαπλοκή χυδαίων αντιλαϊκών μεγαλοσυμφερόντων). Αν η ελληνική κρίση κατορθώσει να αποτελέσει αφορμή και θρυαλλίδα για την επιδείνωση αυτής της θνησιγένειας, και αυτό είναι κάτι που θα φανεί μελλοντικά.
Και το τρίτο που μπορούμε να πούμε είναι βέβαια μια σύντομη εκτίμηση των επόμενων εσωτερικών εξελίξεων (στον βαθμό εννοείται που μπορεί κανείς να τις προβλέψει, μη έχοντας… προορατικό χάρισμα). Είναι ήδη προφανές πως οι εξελίξεις αυτές θα είναι και ραγδαίες και δραματικές. Η κυριολεκτικά εξοντωτική συμφωνία που υπογράφτηκε και η οποία (αν εφαρμοστεί) θα μετατρέψει τη χώρα από απλή αποικία σε κανονικό κατοχικό νταμάρι προς ξεπούλημα και θα τη βυθίσει από οικονομικής και κοινωνικής άποψης σε πρωτόγνωρα βάθη, αποτελεί συντριπτικό πλήγμα για την «πρώτη φορά Αριστερά» του ΣΥΡΙΖΑ, ένα κόμμα άλλωστε τερατωδώς διογκωμένο μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα (επειδή μετά την απόλυτη κατάρρευση του πάλαι ποτέ δικομματισμού και ελλείψει άλλου σοβαρού πόλου συγκέντρωσε την εσχάτη ελπίδα του λαού). Σύντομα ο ΣΥΡΙΖΑ θα διασπαστεί και θα κατακερματιστεί, περί αυτού δεν χωρά η παραμικρή αμφιβολία. Πιθανό βέβαια ένα μεγάλο κομμάτι του να μεταλλαχθεί παραμένοντας υπό τον Τσίπρα στα πράγματα για κάποιο διάστημα ακόμη, σίγουρα όμως όχι με τη σημερινή μορφή. Έτσι όπως είναι σήμερα, είναι αδύνατο και αδιανόητο να προσπαθήσει (πόσω δε μάλλον να κατορθώσει) να εφαρμόσει αυτή τη συμφωνία (δηλαδή, για να λέμε πια τα πράγματα με το όνομά τους, το 3ο – και επαχθέστερο – Μνημόνιο). Ίσως τώρα πια να έχουμε το πραγματικό τέλος της Μεταπολίτευσης, με την απομυθοποίηση και παταγώδη αποτυχία και του τρίτου βασικού πόλου της (ενός πόλου που δεν είχε μεν κυβερνήσει ποτέ έως τώρα, που πάντα εκλογικά κυμαινόταν στο 3-5%, αλλά πολιτικο-ιδεολογικά είχε επηρεάσει, διαμορφώσει ή και αλώσει χώρους και τρόπους σκέψης σε σχεδόν όλο το μεταπολιτευτικό πολιτικό σκηνικό). Το 1ο Μνημόνιο έθεσε εκποδών το ΠΑΣΟΚ, το 2ο τη ΝΔ, το 3ο τώρα φαίνεται πως αποτελειώνει τον ΣΥΡΙΖΑ. Για το τι μπορεί να ακολουθήσει (άδηλο και κρύφιο αυτή τη στιγμή), μοιραία θα χρειαστεί να επανέλθουμε με άλλο κείμενο στο προσεχές μέλλον…
Εφημ. «Αντιφωνητής», 13/7/2015