Σχολική βία
ΓΕΝΙΚΑ: Η βία στο σχολείο μεταξύ μαθητών έχει αρχίσει να γίνεται αντικείμενο προσοχής και στην Ελλάδα. Ο όρος «σχολικός εκφοβισμός και βία» (school bullying), περιγράφει μια κατάσταση κατά την οποία ασκείται σκόπιμη, απρόκλητη, συστηματική βία, με σκοπό την επιβολή και την πρόκληση σωματικού και ψυχικού πόνου σε μαθητές από συμμαθητές τους, εντός και εκτός σχολείου.
Η βία παίρνει σωματική, λεκτική, ψυχολογική και κοινωνική μορφή. Εκδηλώνεται με: χειρονομίες, σπρωξιές, ξυλοδαρμούς, βρισιές, προσβολές, απειλές, εκβιασμούς, καταστροφή προσωπικών αντικειμένων, σεξουαλική παρενόχληση, αποκλεισμό από παρέες και δραστηριότητες, απόσπαση χρημάτων ή αντικειμένων, που συνοδεύεται από απειλές, ή εξαναγκασμό σε αντικοινωνικές πράξεις (διαπραξη κλοπής ή βανδαλισμός). Ο νεότερος ηλεκτρονικός εκφοβισμός (cyber-bullying) περιλαμβάνει την αποστολή απειλητικού ή υβριστικού υλικού, μέσω email ή SMS. Επίσης υπάρχουν μορφές έμμεσου εκφοβισμού κατά τον οποίο ο θύτης προσπαθεί να απομονώσει κάποιον, διαδίδοντας συκοφαντίες (κακόβουλα σχόλια για την οικογένειά του, την καταγωγή του, ότι είναι ομοφυλόφιλος, κ.ά.).
Παιδαγωγικά, η έμφυτη επιθετικότητα των παιδιών μπορεί να αξιοποιηθεί θετικά (στον αθλητισμό, στη μάθηση, στην πρωτοβουλία, στο θάρρος της γνώμης, στην άμιλλα). Στη σχολική βία, επιθετικότητα και δύναμη (σωματική, ψυχολογική ή κοινωνική) γίνονται μέσο επιβολής στην ομάδα. Οι βιαιότεροι μαθητές σε σχολεία, των ΗΠΑ, για παράδειγμα, δημιουργούν ομάδες “οπαδών” τους μέσα στο σχολείο τρομοκρατώντας, απειλώντας, χτυπώντας, όσους δεν συμπαθούν. Τότε η κατάσταση συχνά ξεφεύγει από κάθε έλεγχο, θυμίζοντας κανόνες “λειτουργίας” φυλακής με συμμορίες και τα τοιαύτα.
ΘΥΤΗΣ, ΘΥΜΑ, “ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΕΣ”: Στη σχολική βία, ο θύτης κάνει κατάχρηση της δύναμής του, ενώ το θύμα δε χρησιμοποιεί για προστασία τη δική του. Όμως, η βία στο σχολείο είναι και ομαδικό φαινόμενο. Αφορά και τους παρόντες ή τους έχοντες γνώση. Οι μαθητές-παρατηρητές ενθαρρύνουν το θύτη ή δίνουν μήνυμα αποδοχής τέτοιας συμπεριφοράς. Τέτοιοι “παρατηρητές” αποτελούν “λίπασμα” εκδηλώσεων σχολικού εκφοβισμού. Έτσι, η σχολική βία είναι πολυδιάστατο, κοινωνικό φαινόμενο, που αφορά συνολικά το σχολείο. Δυστυχώς, συχνά, τα περιστατικά βίας στα σχολεία αποσιωπώνται, διότι θεωρείται ότι στιγματίζουν το κύρος του σχολείου. Οι γονείς μιλούν ελάχιστα για το πρόβλημα με τα παιδιά τους, οι μαθητές-θύματα συχνά αντιδρούν με απόσυρση αποφεύγοντας να ζητήσουν βοήθεια από ενήλικες, ενώ οι εκπαιδευτικοί συζητούν ελάχιστα στην τάξη σχετικά. Ο σχολικός εκφοβισμός έχει επιπτώσεις στην υγεία και στην ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού. Συχνά, οι συνέπειες είναι επικίνδυνες, ενώ πιθανόν οδηγούν σε τραγικά αποτελέσματα, όπως αυτοκτονία, φαινόμενο παρατηρούμενο στις δυτικές κοινωνίες.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ: Στο φαινόμενο της σχολικής βίας συμβάλλουν ψυχολογικοί, οικογενειακοί, κοινωνικοί και συναισθηματικοί παράγοντες. Σημαντικό ρόλο παίζουν: ατομικά χαρακτηριστικά των παιδιών (ιδιοσυγκρασία, εξελικτική πορεία, τραυματικές εμπειρίες), χαρακτηριστικά των οικογενειών των παιδιών (υπερβολικά αυστηρές ή ελαστικές μέθοδοι ανατροφής, ενδοοικογενειακή βία, διαζύγιο), σχολικό περιβάλλον (ανεπαρκής εποπτεία, συνωστισμός μαθητών, ελλείψεις προσωπικού, επιφανειακό ενδιαφέρον παραγόντων του σχολείου, απρόσωπο, τυπικό κλίμα). Άλλοι σημαντικοί παράγοντες είναι η υπερβολική χρήση πειθαρχικών ποινών, αλλά και αντιθέτως η δυσανάλογη επιβράβευση κοινωνικά θετικών συμπεριφορών, που αφορά κυρίως τις νέες πολιτικές της εκπαίδευσης. Ο παρατηρούμενος “πληθωρισμός” βίας οφείλεται εν πολλοίς και στην προβολής της από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ: Τα θύματα σχολικής βίας νιώθουν άγχος, ανασφάλεια, παρουσιάσουν σχολική άρνηση, κάνουν απουσίες, οδηγούνται σε σχολική αποτυχία, εμφανίζουν μαθησιακές δυσκολίες και ψυχοσωματικά προβλήματα, φοβίες, κατάθλιψη, απόπειρες αυτοκτονίας. Τα παιδιά θύτες συχνά: διακόπτουν τη σχολική φοίτηση, εμφανίζουν τάσεις φυγής από το σπίτι, ή εξελίσσονται, σε ενήλικες με παραβατική συμπεριφορά. Η πρόληψη και η κατάλληλη αντιμετώπιση κάθε μορφής σχολικού εκφοβισμού είναι σημαντικές. Άλλωστε τα παιδιά δικαιούνται σχολικό περιβάλλον που τους παρέχει ασφάλεια και προστασία.
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΕΜΠΛΕΚΟΜΕΝΩΝ: Τα θύματα είναι συνήθως περισσότερο ανασφαλή, ήσυχα, ευαίσθητα, εσωστρεφή, μοναχικά, συχνά με χαμηλή αυτοεκτίμηση. Όταν εκφοβίζονται, αντιδρούν με αδυναμία αντιπαράθεσης, παθητική αποδοχή, φόβο για περαιτέρω βία ή τιμωρία, κλάμα, πανικό, κατάθλιψη, σύγχυση, απόγνωση. Φοβούνται πως αν συζητήσουν το πρόβλημα με ενήλικες, θα εισπράξουν περισσότερη βία από τους θύτες. Οι θύτες, από την άλλη, είναι συνήθως: χαμηλής αυτοεκτίμησης, παρόλο που δείχνουν σίγουροι, υπερδραστήριοι, επιθετικοί, επιρρεπεις σε αντικοινωνικές συμπεριφορές, “ευέλικτοι”, συχνά δίχως τύψεις. Τα παιδιά-παρατηρητές, είτε επιδοκιμάζουν το θύτη με γέλια, χειροκροτήματα, είτε απομακρύνονται κάνοντας ότι δεν είδαν τίποτα. Άλλα, τρομοκρατούμενα, νιώθουν θύματα και «παγώνουν», άλλα, αδιαφορούν, ενώ κάποια βοηθούν, αποδοκιμάζουν το θύτη ζητώντας βοήθεια από τους ενήλικες. Έτσι, μόνο τα παιδά που παρεμβαίνουν για βοήθεια είναι συνειδητοποιημένα κατά του εκφοβισμού και της βίας
ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ: [Τα ακόλουθα είναι ενδείξεις κι όχι αποδείξεις. Αν συμβαίνουν πολλά από τα παρακάτω γονέας και δάσκαλος οφείλουν να διερευνήσουν.]: Δεν έχει διάθεση ή αρνείται να πάει στο σχολείο προσποιούμενο αδιαθεσία. Έχει αδικαιολόγητες απουσίες, ή παρουσιάζει “κοιλιά” στις επιδόσεις. Στα διαλείμματα δεν απομακρύνεται από τους δασκάλους ή καθυστερεί να έρθει στο σχολείο ή να επιστρέψει στο σπίτι. Αλλάζει συχνά το δρόμο επιστροφής από το σχολείο. Έχει σημάδια πιθανής βίας, μελανιές, ρούχα σκισμένα, χωρίς να τα δικαιολογεί. Χάνει πράγματά του, ή ζητά χρήματα από τους γονείς του γιατί έχασε αυτά που του έδωσαν. Δε θέλει να συμμετέχει σε σχολικές εκδηλώσεις. Υπάρξουν ξαφνικές επίμονες αλλαγές στη διάθεσή του ή παραπονιέται για ψυχοσωματικά προβλήματα.
ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ: Με το Πρόγραμμα ΔΑΦΝΗ ΙΙ «Αξιολόγηση Αναγκών και Ευαισθητοποίηση στον σχολικό Εκφοβισμό», μαθητές δημοτικών(;) συμμετείχαν σε ψυχοεκπαιδευτικές δραστηριότητες. Στόχοι, που έπρεπε να επιβεβαιωθούν, ήταν “η ευαισθητοποίηση και η ενδυνάμωση των μαθητών στην αντιμετώπιση της σχολικής βίας”. Σύμφωνα με ειδικούς του Προγράμματος μετά την παρέμβαση παρατηρήθηκαν: “αύξηση ποσοστού μαθητών (από 5 σε 15%) που καταφεύγουν στο διευθυντή του σχολείου όταν πέσουν θύματα, Μείωση ποσοστού μαθητών που δε μιλούν όταν εκφοβιστούν (από 28 σε 5,26%), μείωση μαθητών που δε μιλούν σε κανέναν όταν ασκήσουν βία (από 52% σε 18%)1” Εδώ προκύπτουν βασικά ερωτήματα: Είναι αποδοτικό τέτοιο πρόγραμμα στο δημοτικό ή βάζει ιδέες, δείχνοντας τρόπους βίας σε ανίδεους πιτσιρίκους; Τα στατιστικά αποτελέσματα είναι ακριβή και σε τι πλήθος έγιναν οι μελέτες; Μπορεί να είναι ακριβή αυτά που δήλωσαν μικροί μαθητές; (π.χ., πώς αναλύεται και επιβεβαιώνεται ότι το 52% των θυτών δεν μιλούσαν για τη βία ενώ τώρα το ποσοστό περιορίστηκε στο 18%;) Ποιοι και πώς εμπλέκονται σ' αυτά τα “προγράμματα”, ποιο ήταν το κόστος και πόσοι και με τι αμείφθηκαν; Μήπως τα ευρωπαϊκά όβολα απλώς έπρεπε να “επενδυθούν” υπέρ του “πρωταθλήματος απορροφητικότητας”; Τέλος, δεν θα έπρεπε τα σχολικά εγχειρίδια και η εν γένη εκπαιδευτική πολιτική, κυρίως στο Δημοτικό να στοχεύει στα πλούσια παραδείγματα από την Αγία Γραφή και την Ελληνική Ιστορία, όπου η βία είναι παρούσα μόνο σε απελευθερωτικούς του Έθνους αγώνες; [Φυσικά τα τελευταία ερωτήματα είναι ρητορικά, διότι η επικρατούσα ευρωεπιδοτούμενη, πρώην εθνική εκπαιδευτική πολιτική, ασχολείται με τη μεταφορά του κέντρου βάρους της σε θέματα κατάρτισης ευρωπαίων υπαλλήλων υπηρεσιών και όχι επιστημονικής ή εθνικής γνώσης. Όμως ευτυχώς ... η πολιτική κατά της βίας ξεκίνησε από τα βιβλία Ιστορίας και Θρησκευτικών όπου απουσιάζουν βίαιες σκηνές, όπως η θυσία του Ζαλόγγου ή τα μαρτύρια των Αγίων, για να μην τρομάζουν τα παιδιά....
Ο ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ: Ο εκπαιδευτικός προλαμβάνοντας: συζητά στην τάξη κανόνες σχολικής συμπεριφοράς και τρόπους αντιμετώπισης της σχολικής βίας, δείχνει άλλες μορφές έκφρασηςεπιθετικότητας (όπως στα αθλήματα), ενισχύει τη φιλία ως μέσο για την αντιμετώπιση βίας, να αντιμετωπίζει τις αιτίες απομόνωσης και περιθωριοποίησης μαθητών, δείχνει ενδιαφέρον για την ομαλή ένταξη νεοφερμένων μαθητών ή μαθητών με ειδικά προβλήματα και μιλά στους γονείς για το πρόβλημα, γιατί συχνά ο θύτης “κατασκευάζεται” στην οικογένεια. Μπορεί να χρησιμοποιεί παραδείγματα από το μάθημα των Θρησκευτικών των λόγων του Κυρίου, τονίζοντας ότι η θρησκεία μας είναι θρησκεία Αγάπης ακόμη και των εχθρών, πόσο μάλλον των συμμαθητών μας, που πρέπει να τους βλέπουμε ως αδερφούς έχοντες το ίδιο Πατέρα. Ακόμη πρέπει να ασκεί ουσιαστική εποπτεία των σχολικών χώρων, όπου θα μπορούσε να συμβεί περιστατικό εκφοβισμού ή βίας.
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΚΡΟΥΣΜΑΤΩΝ: Αν, παρά τα προληπτικά μέτρα εμφανισθεί ανάλογο περιστατικό, ο δάσκαλος πρέπει: να διαβεβαιώσει το παιδί-θύμα ότι δεν ευθύνεται το ίδιο για το συμβάν, να του θυμίσει ότι νοιάζεται και ότι μπορεί να το προστατεύει, να του πει ότι τα πράγματα θα αλλάξουν αν όλοι κατανοήσουν ότι η κοινοποίηση περιστατικών σχολικής βίας δεν αποτελεί «κάρφωμα». Ακόμη, μπορεί να συζητήσει το γεγονός στην τάξη τονίζοντας την ευθύνη όλων, κινητοποιώντας την ενδοομαδική αλληλεγγύη και να προτείνει στην τάξη πρακτικούς τρόπους για την αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων. Οφείλει να ενημερώσει τους γονείς του παιδιού, το σύλλογο διδασκόντων και το διευθυντή σχολείου, ενώ σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να ζητήσει τη βοήθεια ψυχολόγου.
1. Εταιρεία Ψυχοκινητικής Υγείας του Παιδιού και του Εφήβου (ΕΨΥΠΕ)