Toυ Χρήστου Ιακώβου
Διευθυντή του Κυπριακού Κέντρου Μελετών (ΚΥ.ΚΕ.Μ)
Σήμερα η Τουρκία ψηφίζει για ένα πακέτο 26 συνταγματικών μεταρρυθμίσεων, 30 ακριβώς χρόνια από το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1980. Στην ουσία όμως, η εκστρατεία μετετράπη περισσότερο σε ένα δημοψήφισμα για τις επιλογές του Κόμματος Δικαιοσύνη και Ανάπτυξη καθώς επίσης οριακό σημείο για το πολιτικό μέλλον του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν παρά τα θέματα που αφορούν τις μεταρρυθμίσεις. Η έντονη αντιπαράθεση που χαρακτήρισε την εκστρατεία είχε ως αποτέλεσμα την πόλωση της Τουρκικής κοινωνίας και σταδιακά μετέτρεψε το σημερινό δημοψήφισμα σε γενική πρόβα για τις γενικές εκλογές το ερχομένου έτους και σε μια κρίσιμη δοκιμασία για την πολιτική πρόκληση που θέτει ο ηγέτης της αντιπολίτευσης Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου. Σε τελική ανάλυση το σημερινό δημοψήφισμα εντάσσεται μέσα στο πλαίσιο του ανταγωνισμού ισχύος που βιώνει η Τουρκία την τελευταία δεκαετία.
Κάνεις σήμερα στην Τουρκία δεν αμφιβάλλει ότι το σύνταγμα της χούντας του Εβρέν (1982) χρειάζεται μεταρρύθμιση. Το ακαδημαϊκό ερώτημα που έχει τεθεί αφότου το θέμα διεφάνη στον ορίζοντα είναι κατά πόσο θα ήταν αναγκαίο ένα εξ ολοκλήρου νέο σύνταγμα ή μια σειρά από μεταρρυθμίσεις στο ήδη υφιστάμενο θα ήτο επαρκής. Μετά την θεαματική σε ποσοστά επανεκλογή του το 2007, ο Ερντογάν ανεκοίνωσε την πρόθεσή του να προχωρήσει στο σχεδιασμό νέου συντάγματος. Η δυναμική, όμως, αντίδραση από την αντιπολίτευση και την κεμαλική στρατογραφειοκρατία καθώς επίσης και η αδυναμία του να εξασφαλίσει στο μέγιστο βαθμό την ενδοκομματική συναίνεση το ανάγκασαν να εγκαταλείψει το φιλόδοξο αυτό μεταρρυθμιστικό σχέδιο και να ευθυγραμμιστεί τελικά με την πρόταση του ακροδεξιού Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης για περιορισμένες τροποποιήσεις στο υπάρχον σύνταγμα. Από τη στιγμή που ο Ερντογάν έθεσε ψηλά στις προεκλογικές του διακηρύξεις τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις δημιούργησε μεγάλες προσδοκίες στην συντηρητική εκλογική του βάση με αποτέλεσμα να αναζητήσει πεισματικά διέξοδο σε εναλλακτική και συμβιβαστική επιλογή, όπως η σημερινή. Πάντως η προσπάθειά να περάσει ένα από τα βασικά αιτήματα του κόμματός του που είναι η άρση της απαγόρευσης της μαντίλας στα πανεπιστήμια, στο πακέτο των μεταρρυθμίσεων, έχει ακυρωθεί από το συνταγματικό δικαστήριο.
Ο Ερντογάν στην ουσία αναγκάστηκε να συμβιβαστεί, κατ’ αρχήν, με την επιλογή της μερικής μεταρρύθμισης γιατί ο χρόνος μέχρι τις επόμενες γενικές εκλογές στην Τουρκία εξέπνεε. Από τον Μάρτιο που απεφάσισε με μια νευρικότητα να προχωρήσει σε δημοψήφισμα με τις 26 συνταγματικές μεταρρυθμίσεις δεν κινήθηκε πάνω σε ένα στρατηγικό σχέδιο οικοδόμησης στο μέγιστο βαθμό εσωτερικής συναίνεσης. Ο Ερντογάν κινήθηκε με την υπερβολική αυτοπεποίθηση που του έδωσε το αποτέλεσμα των εκλογών του 2007, τα πλήγματα που επέφερε στο στρατό μέσα από την υπόθεση Εργκένεκον και τον έλεγχο που ασκεί στο μεγαλύτερο μέρος των ΜΜΕ στην Τουρκία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να παραβλέψει τη σημασία της εξασφάλισης συναίνεσης από σημαντικούς θεσμούς που αντιπροσωπεύουν την κοινωνία των πολιτών, όπως η πανίσχυρη Ένωση Τούρκων Επιχειρηματιών και Βιομηχάνων (TUSIAD). Η έλλειψη αυτού του χαρακτήρα συναίνεσης στέρησε από τον Ερντογάν την δυνατότητα να παρουσιάσει σε ένα μεγάλο μέρος της Τουρκικής κοινωνίας την ουσία των μεταρρυθμίσεων, ότι δηλαδή πρόκειται για αλλαγές προς την οικοδόμηση της δημοκρατίας που έχουν να κάνουν με τα δικαιώματα των γυναικών, αλλαγές στο δικαστικό σώμα, την άρση περιορισμών για τη δράση των εργατικών συντεχνιών, την αποτροπή της εύκολης πρακτικής του κλεισίματος πολιτικών κομμάτων κ.ά.
Από την άλλη, η άνοδος του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου στην ηγεσία του Λαϊκού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος απετέλεσε σημαντική αλλαγή στο σκηνικό. Σε αντίθεση με τον προκάτοχό του, Ντενίζ Μπαϋκάλ, ο Κιλιτσντάρογλου δεν προέρχεται από την παραδοσιακή κρατική ελίτ αλλά από την μεσαία τάξη της επαρχιακής Τουρκίας. Επίσης, η Κουρδική και Αλεβιτική καταγωγή του διευρύνουν το πεδίο της πολιτικής του ακτίνας δράσης. Η εκλογή του προκάλεσε ενθουσιασμό και ανανέωση στις τάξεις της αντιπολίτευσης και νευρικότητα στο κόμμα του Ερντογάν. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο που ο «πλουραλιστής» Ερντογάν θυμήθηκε, σε πρόσφατους δημοσίους λόγους του, τα νεανικά του χρόνια κάνοντας σαφείς υπαινιγμούς για την καταγωγή του Κιλιτσντάρογλου προκειμένου να κερδίσει έδαφος στην καμπάνια του «Ναι».
Συμπερασματικώς, το σημερινό δημοψήφισμα εκ των πραγμάτων μετετράπη σε γενική πρόβα για τις επόμενες εκλογές. Η Τουρκία ευρίσκεται και συνεχίσει να ευρίσκεται σε προεκλογική περίοδο μέχρι τα μέσα του 2011. Αν ο Ερντογάν αποτύχει να περάσει το «Ναι» θα σηματοδοτήσει την πρώτη ουσιαστική του ήττα και την έναρξη της περιόδου απαξίωσής του. Αν, από την άλλη, πετύχει μία νίκη έστω και με μικρή διαφορά τότε θα κάνει ένα ακόμη βήμα προς την σταθεροποίηση της ισχύος του ασκώντας έλεγχο στα ανώτατα σώματα της δικαιοσύνης. Το δεύτερο σίγουρα θα ενισχύσει ακόμη περισσότερο την πόλωση που γνωρίζει σήμερα η Τουρκία. Το σίγουρο πάντως είναι ότι το αποτέλεσμα του σημερινού δημοψηφίσματος δεν θα δώσει απάντηση στο άλλο μείζον πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Τουρκία, το Κουρδικό, αυτό που θα κρίνει εν πολλοίς και το μέλλον του Τουρκικού κράτους.
http://infognomonpolitics.blogspot.com/2010/09/blog-post_4978.html