Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2015

Πολίτες και εκλογές

Συντάκτης: 
Θεόδωρος Γεωργίου καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης
Βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο και οι πολίτες της ελληνικής πολιτικής συλλογικότητας για ακόμη μια φορά αντιμετωπίζουν ένα πρόβλημα που έχει να κάνει με την ενημέρωσή τους σχετικά με το κατ’ εξοχήν πολιτικό επίδικο θέμα των επικείμενων εκλογών. Το θέμα αυτό δεν είναι άλλο από την επίλυση του προβλήματος του δημόσιου χρέους της ελληνικής κοινωνίας. Γύρω από αυτό το ζήτημα περιστρέφεται η προεκλογική επιχειρηματολογία των κομμάτων, αλλά προ πάντων το ζήτημα αυτό συνιστά το κύριο και θεμελιώδες περιεχόμενο της κοινωνικής συνείδησης, η οποία εκ των πραγμάτων μεταφράζεται σε πολιτική γνώση.
Αλλά ας εξετάσουμε τα πράγματα με τη σειρά: Πρώτον, όλοι διαπιστώνουμε ότι η επιχειρηματολογία των κομμάτων δεν είναι απαραιτήτως ορθολογική, αλλά περιέχει και συναισθηματικά στοιχεία. Το βίωμα και οι προσωπικές εμπειρίες των πολιτών προσδιορίζουν σε μεγάλο βαθμό τελικά τη διαμόρφωση της βούλησης των ψηφοφόρων. Και οι επιτελείς των κομμάτων γνωρίζουν πολύ καλά ότι η απόσταση (διαφορά) ανάμεσα στον πολίτη και τον ψηφοφόρο δεν είναι μία ορθολογική διαφορά. Δεύτερον, όλοι παραδεχόμαστε ότι κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου δεν θα θέσουμε σε ορθολογικές βάσεις το κατ’ εξοχήν πολιτικό πρόβλημα του δημόσιου χρέους. Δεν τρέφουμε ψευδαισθήσεις ως προς αυτό. Δεν το κάναμε ως κοινωνία, ως κοινωνικό υποκείμενο, ως πολιτική συλλογικότητα τα τελευταία πέντε χρόνια (2010-2014). Δεν μπορούμε εκ των πραγμάτων να το κάνουμε τώρα στο διάστημα της προεκλογικής περιόδου.
Το ερώτημα που τίθεται σχετικά με το πολιτικό πρόβλημα του δημόσιου χρέους σε αναφορά με τις επικείμενες εκλογές διατυπώνεται ως εξής: Εμείς οι πολίτες (όχι ο «λαός» όπως αρέσκονται να μας ονομάζουν οι υποψήφιοι βουλευτές) μπορούμε, έστω και στοιχειωδώς, να αποκτήσουμε κάποια πολιτική γνώση για τις δυνατότητες αποπληρωμής του χρέους; Είναι βιώσιμο το χρέος; Πώς ορίζεται η βιωσιμότητα του χρέους; Ποιες είναι οι τεχνικές και ποιες οι διαδικασίες αποπληρωμής του; Ποιες οι μέθοδοι απομείωσής του; Ολες αυτές οι τεχνικές επινόησης ποιες επιπτώσεις έχουν στο βιοτικό επίπεδο των πολιτών; Γιατί η ελληνική κοινωνία έχει μετατραπεί σε φτωχή κοινωνία εντός του πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης (Ε.Ε.);
Η περιπτωσιολογική ανάλυση του ερωτήματος μπορεί να περιλαμβάνει πολλά επιμέρους σημεία. Σε επίπεδο πολιτικής λογικής όμως συμπυκνώνονται σε δύο προτάσεις: Πρώτον, κατά τα τελευταία πέντε χρόνια πραγματοποιήθηκε ένας δημοσιονομικός εκσυγχρονισμός (βελτίωση των μακροοικονομικών μεγεθών) και, δεύτερον, ταυτόχρονα η ελληνική κοινωνία ως πραγματική οικονομία βυθίστηκε σε ανθρωπιστική κρίση. Οι δύο αυτές προτάσεις θεμελιώνονται στην πολιτική λογική της αντίφασης, πράγμα που σημαίνει ότι το καθεστώς των μνημονίων δεν ήταν «πολιτική καινοτομία», αλλά τεχνοκρατική επινόηση. Η προεκλογική περίοδος προσφέρεται, λοιπόν, ως η πραγματολογική εκείνη συνθήκη, εντός της οποίας μπορούν να ακουστούν φωνές αναστοχασμού σχετικά με την τεχνοκρατική λύση που προτάθηκε από τη συγκυβέρνηση των Σαμαρά-Βενιζέλου κατά τη διετία 2012-2014. Πολλοί έχουν σχηματίσει την πολιτική γνώμη ότι η συγκυβέρνηση των Σαμαρά–Βενιζέλου «έπεσε» λόγω της συνταγματικής διατάξεως που συνδέει την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας με τις κοινοβουλευτικές εκλογές και άλλοι υποστηρίζουν ότι τερμάτισε τον πολιτικό βίο της επειδή οι «δανειστές» απέσυραν την εμπιστοσύνη τους προς αυτήν. Στη σφαίρα της πολιτικής δημοσιότητας διατυπώνονται απόψεις εκ των οποίων άλλες θεμελιώνονται και άλλες όχι. Η πολιτική λογική επισημαίνει ότι η συγκυβέρνηση των Σαμαρά–Βενιζέλου κατά τη διετία 2012-2014 δεν ενήργησε ως πολιτική υποκειμενικότητα, αλλά ως τεχνοκρατική οντότητα.
Η προεκλογική περίοδος, έστω και σύντομη σε χρονική διάρκεια, προσφέρεται στους πολίτες ως αναστοχαστική δυνατότητα σχετικά με τον ρόλο που μπορεί να παίξει επιτέλους η πολιτική στην επίλυση του προβλήματος του δημόσιου χρέους. Μπορεί ο Τσίπρας να εκφράζει ένα δυναμικό φαντασιακό στοιχείο (κατά τον Καστοριάδη), αλλά εμείς οι πολίτες (όχι ως ψηφοφόροι) μπορούμε να «πάρουμε τη σκυτάλη». Κανείς δεν αμφισβητεί ότι το χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι η «νέα θεότητα» που δεν ελέγχεται σε παγκόσμιο επίπεδο. Χρειάστηκαν δύο αιώνες πολιτικού διαφωτισμού (19ος και 20ός) για να φτάσουμε σήμερα, στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα και να επαναπροσδιορίσουμε τον αγώνα του ατόμου απέναντι στην ανεξέλεγκτη ισχύ του χρηματιστηριακού κεφαλαίου. Τα νταούλια του Τσίπρα δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τον πεφωτισμένο νου των πολιτών.
Ως πολίτες στην ελληνική πολιτική συλλογικότητα αντιλαμβανόμαστε ότι στον βαθμό που το πρόβλημα του δημόσιου χρέους δεν ορίζεται ως πολιτικό ζήτημα, η θέση μας είναι στο περιθώριο. Η συγκυβέρνηση των Σαμαρά–Βενιζέλου αυτοπροσδιορίστηκε ως τεχνοκρατική οντότητα και ήρθε σε επαφή με την τρόικα. Δεν συγκροτήθηκε ως πολιτικό υποκείμενο και δεν συνομίλησε με το ομόλογο πολιτικό υποκείμενο των «δανειστών». Ο Τσίπρας ως φαντασιακή πολιτική υποκειμενικότητα μας υπόσχεται το «αδύνατο». Ιστορικά αυτό ήταν μία αδυναμία της Αριστεράς; Εμείς οι πολίτες είμαστε τελικά τα ορφανά της πολιτικής και της Ιστορίας; Ανάμεσα στη ρεαλιστική τεχνοκρατία των Σαμαρά–Βενιζέλου, από τη μία, και το ουτοπικό φαντασιακό στοιχείο του Τσίπρα, από την άλλη, βρίσκεται ο πεφωτισμένος πολίτης της ελληνικής πολιτικής κοινωνίας που ορίζει το πρόβλημα του δημόσιου χρέους ως πολιτικό πρόβλημα.

http://www.efsyn.gr/arthro/polites-kai-ekloges