Το 2008 η Ελλάδα είχε ποσοστό κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού 28,1% στο σύνολο του πληθυσμού της και ήταν η έκτη χειρότερη κατά σειράν στην Ευρώπη πίσω από τις Βουλγαρία, Ρουμανία, Λετονία, Πολωνία, Ουγγαρία.
Το 2013 το ποσοστό αυτό είχε ανέλθει σε 35,7% φέρνοντας την Ελλάδα στην τρίτη χειρότερη θέση μετά τις Βουλγαρία, Ρουμανία.
Η ραγδαία αυτή αύξηση του ποσοστού κινδύνου φτώχειας/κοινωνικού αποκλεισμού στην Ελλάδα (7,6 εκατοστιαίες μονάδες μέσα σε 5 χρόνια) είναι η μεγαλύτερη στην Ευρώπη (10,9 φορές μεγαλύτερη από την αντίστοιχη αύξηση της ΕΕ28). Με τον ετήσιο δε ρυθμό αύξησης της τελευταίας πενταετίας εκτιμάται πως το 2014 θα υπερβεί το 37%.
Συγκεκριμένα, κοντά στο όριο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού ζει πάνω από ένας στους τρεις Ελληνες (35,7%), το δε 23% ζει με πενιχρό εισόδημα, όπως δείχνουν τα στοιχεία της Eurostat για το 2013, που δόθηκαν χθες στη δημοσιότητα στις Βρυξέλλες.
Σύμφωνα με την Eurostat, άτομα κοντά στο όριο της φτώχειας θεωρούνται εκείνα που ζουν σε νοικοκυριά με διαθέσιμο εισόδημα κάτω του 60% του εθνικού μέσου διαθέσιμου εισοδήματος -μετά τις μεταβιβάσεις των κοινωνικών επιδομάτων- ή που αδυνατούν να καλύψουν σημαντικά αγαθά, ή που ζουν σε νοικοκυριά χαμηλής εντάσεως εργασίας.
Οπως προκύπτει από τα στοιχεία της Eurostat, το 2013, στην Ελλάδα ζούσαν 3,9 εκατομμύρια άνθρωποι κοντά στο όριο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, ή το 35,7% του πληθυσμού, έναντι 28,1% το 2008.
Την ίδια χρονιά, στην Ε.Ε., 120 εκατομμύρια άνθρωποι ζούσαν κοντά στο όριο της φτώχειας, ή το 24,5% του πληθυσμού, έναντι 23,8% το 2008.
Τα υψηλότερα ποσοστά πληθυσμού που ζουν κοντά στο όριο της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού καταγράφηκαν στη Βουλγαρία (48%), στη Ρουμανία (40%), στην Ελλάδα (35,7%), στη Λετονία (35%) και στην Ουγγαρία (33%).
Αντιθέτως, τα χαμηλότερα ποσοστά πολιτών που ζουν στο όριο της φτώχειας καταγράφηκαν στην Τσεχία (14,6%), στην Ολλανδία (15,9%), στη Φινλανδία (16%) και στη Σουηδία (16,4%).
Εξάλλου, το 16,7% του πληθυσμού της Ε.Ε. ζούσε με πενιχρό εισόδημα, μετά τις μεταβιβάσεις των κοινωνικών επιδομάτων. Τα υψηλότερα ποσοστά πληθυσμού με πενιχρό εισόδημα καταγράφηκαν στην Ελλάδα (23,1%), στη Ρουμανία (22,4%), στη Βουλγαρία (21%), στη Λιθουανία (20,6%) και στην Ισπανία (20,4%) και τα χαμηλότερα καταγράφηκαν στην Τσεχία (8,6%) και στην Ολλανδία (10,4%).
Σε ό,τι αφορά το ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού που αδυνατεί να καλύψει σημαντικά υλικά αγαθά, το 2013 ανήλθε σε 20,3%, έναντι 9,6% στην Ε.Ε. Ο συγκεκριμένος δείκτης παρουσιάζει μεγάλη διακύμανση στην Ε.Ε., ξεκινώντας από 1,4% στη Σουηδία και 1,8% στο Λουξεμβούργο και φτάνοντας στο 43% στη Βουλγαρία.
Σημειώνεται ότι άτομα που αδυνατούν να καλύψουν σημαντικά υλικά αγαθά θεωρούνται εκείνα τα οποία αδυνατούν να καλύψουν τέσσερα από τα ακόλουθα εννέα αγαθά: ενοίκιο ή εξόφληση δανείου, θέρμανση, απρόοπτα έξοδα, διατροφή με κρέας ή ψάρι κάθε δύο ημέρες, διακοπές εκτός οικίας για μία εβδομάδα, αυτοκίνητο, πλυντήριο ρούχων, έγχρωμη τηλεόραση και τηλέφωνο.