Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου 2013

«Τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους»

του Δημήτρη Γιαννόπουλου...
Με τη θεαματική επίθεση στη Χρυσή Αυγή, εκτός από την πάταξη της νεοναζιστικής εγκληματικότητας, το μνημονιακό καθεστώτος αποβλέπει και σε... παράπλευρες ωφέλειες!


του Δημήτρη Γιαννόπουλου


Παραφράζοντας τον Καβάφη, θα λέγαμε ότι οι «ακραίοι» –είτε ως κουκουλοφόροι, δήθεν αριστεριστές και αντιεξουσιαστές, είτε ως νεοναζί της Χρυσής Αυγής– «ήσαν μια κάποια λύσις» για ένα κομματικό - μιντιακό σύστημα που έχει εξαντλήσει τις πολιτικές, θεσμικές και ιδεολογικές του εφεδρείες στο πλαίσιο της μεταπολιτευτικής δημοκρατικής νομιμότητας.
Με την επίθεση στη Χρυσή Αυγή ως «εγκληματική οργάνωση», η εκτελεστική εξουσία επιτείνει αυτή την κρίση νομιμοποίησης, επιβαρημένη ήδη από την υποταγή στην τρόικα των δανειστών, με νέα άλματα αυταρχικής εκτροπής (μόλις λίγους μήνες μετά το βίαιο κλείσιμο της ΕΡΤ). Η διολίσθηση όμως προς ένα όλο και πιο απολυταρχικό σύστημα διακυβέρνησης στην ελληνική αποικία χρέους προκαλεί μετάλλαξη της θεωρίας «των δύο άκρων» σε εμφυλιοπολεμική ιδεολογία του κράτους, χωρίς αντίκρισμα όμως στη ζοφερή κοινωνική πραγματικότητα.
Αυτό δεν εμπόδισε τον πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά, στην τελευταία ομιλία του στην Πολιτική Επιτροπή της Νέας Δημοκρατίας να επιμείνει, παρά τις αντιδράσεις κορυφαίων στελεχών (π.χ. του Πρ. Παυλόπουλου), στη διασταλτική εφαρμογή της θεωρίας «των δύο άκρων». Απαίτησε από την αντιπολίτευση «να καταγγέλλουν κάθε μορφή βίας (...), να συγκρατούν τη φραστική βία που καμιά φορά κλιμακώνεται σε συγκρούσεις» αλλά και «να μην πυροδοτούν εντάσεις».
Συνοδεύοντας τέτοιες παραινέσεις με αιχμές για τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ στα «Δεκεμβριανά του 2008», τον εμπρησμό της Marfin ή τα γεγονότα στις Σκουριές, ο πρωθυπουργός επιχειρεί ανυπόστατους συμψηφισμούς που παραγνωρίζουν την πλήρη αναντιστοιχία της σημερινής κατάστασης των «άκρων» με εκείνη του πρόσφατου παρελθόντος.

Δύο άκρα γίνονται ένα
Τα «άκρα» χάνουν, δηλαδή, τον περιθωριακό «προβοκατόρικο» ρόλο τους – ως χρήσιμοι «βάρβαροι» που θα τρομάξουν τη σιωπηρή πλειοψηφία των νοικοκυραίων σε στιγμές κοινωνικής αναταραχής και διαδηλώσεων.
Το ένα άκρο, αυτό της εξωκοινοβουλευτικής αναρχοανομίας, τίθεται σταδιακά σε αχρηστία, αφού πρώτα συνέβαλε για τελευταία φορά στη διάλυση του κινήματος των «Αγανακτισμένων» το Φεβρουάριο του 2012.
Το άλλο άκρο όμως, με κοινοβουλευτική πλέον παρουσία, υπερπροβάλλεται και εξωθείται από το μιντιακό κατεστημένο σε έκνομες δημόσιες «παραστάσεις» και πράξεις πολιτικής βαρβαρότητας, εκφράζοντας ό,τι πιο απαίσιο και ξένο προς την ελληνική πραγματικότητα θα μπορούσε να εκδηλωθεί σε ένα έθνος που έχει κυριολεκτικά σφαγιαστεί από το ναζισμό στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Με τη θεαματική, λοιπόν, επίθεση στη Χρυσή Αυγή, εκτός από την πάταξη της νεοναζιστικής εγκληματικότητας, το μνημονιακό καθεστώτος αποβλέπει και σε... παράπλευρες ωφέλειες:
Πρώτον, να ενοχοποιήσει κάθε άλλη «εθνικο-πατριωτική» φωνή κατά του Μνημονίου ως εν δυνάμει ρατσιστική - φασιστική, αποδυναμώνοντας την επιχειρηματολογία που προτάσσει το πραγματικό «εθνικό συμφέρον» και την ουσιαστική «σωτηρία της πατρίδας» στην πάλη κατά της συντελούμενης οικονομικής και γεωπολιτικής εκμηδένισης Ελλάδας και Κύπρου.
Δεύτερον, να διασύρει για μια ακόμη φορά «αυτούς τους Έλληνες» διεθνώς, διαμηνύοντας ότι, εκτός από διεφθαρμένοι, αναξιόπιστοι και μπαταχτσήδες, είναι και μολυσμένοι από το μικρόβιο του νεοναζισμού.
Τρίτον, να μετατοπίσει το πεδίο της πολιτικής αντιπαράθεσης από την καθημερινή, διάχυτη και κλιμακούμενη βία των αντισυνταγματικών, αντικοινωνικών και απάνθρωπων μέτρων που επιβάλλει το καθεστώς του Μνημονίου, στη «βία και παρανομία» των πολιτικών υποπροϊόντων του (τύπου Χρυσής Αυγής), ως τη μοναδική απειλή κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος.
«Προτιμώ να είμαστε φτωχοί με Δημοκρατία παρά με δικτατορία», εξομολογήθηκε η Σοφία Βούλτεψη. Αυτό ακριβώς εννοούσε ο Γιώργος Κοντογιώργης όταν χαρακτήρισε τη Χρυσαυγιάδα «γιορτή του κομματικού συστήματος».

Παγίδα δίχως... άκρη
Έτσι όμως ΝΔ και ΠΑΣΟΚ αυτοεγκλωβίζονται σ’ έναν αέναο ιδεολογικό - δικαστικό λαβύρινθο, από τον οποίο ελάχιστα πολιτικά οφέλη μπορούν να αντλήσουν, επειδή:
Αφενός δεν βρίσκουν άλλο τρόπο να συντηρήσουν τον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης από το «σπιράλ θανάτου» που συνθλίβει την ελληνική κοινωνία.
Αφετέρου, όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως οι πρώην νεοδημοκράτες ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής δεν επανακάμπτουν στη ΝΔ, ακόμα και όταν αποδεσμεύονται από την εκδικητική σαγήνη των νεοναζί.
Κι όλα αυτά σε μια στιγμή όπου μια «πανεθνική» επίκληση της ανθρωπιστικής καταστροφής που έχει πλήξει τη χώρα θα μπορούσε να συνεγείρει τους Ευρωπαίους σε κύμα συμπάθειας και αλληλεγγύης προς τους Έλληνες, ενισχύοντας ένα διεθνές κίνημα κατά της άγριας λιτότητας που προωθούν Βερολίνο - Φρανκφούρτη - Βρυξέλλες.
Όπως εύστοχα την περιέγραψε ο Γιώργος Καραμπελιάς: «Η Χρυσή Αυγή αποτελεί το όργανο για το μετασχηματισμό ενός ομόθυμου αντιμνημονιακού κινήματος που υπερέβαινε τις αντιθέσεις μεταξύ αριστερών και δεξιών σε εμφυλιοπολεμικού χαρακτήρα σύγκρουση αριστερών και δεξιών, έτσι ώστε να ξεχαστεί το Μνημόνιο, η κατοχή της χώρας και οι ευθύνες των πολιτικών μνημονιακών δυνάμεων».
Όταν, μάλιστα, το δίπολο Ακροαριστερά - Ακροδεξιά χάνει το νόημά του, ο πρωθυπουργός καταφεύγει στην υποτιθέμενη σύμπλευση «εξτρεμιστών» (της Χρυσής Αυγής) με τους «λαϊκιστές» που αντιπροσωπεύουν εξίσου δεξιούς (Ανεξάρτητους Έλληνες) και αριστερούς (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ) αντιπάλους του Μνημονίου.
Αλλά απώτερος στόχος τέτοιων ιδεολογημάτων είναι να συσκοτίσουν και αποσυντονίσουν την υποβόσκουσα πραγματική (αλλά καθόλου εμφυλιοπολεμική) πόλωση ανάμεσα στη χειμαζόμενη ελληνική κοινωνία στο σύνολό της και το εθνοκτόνο «κομματικό κράτος-δυνάστη» που επιβιώνει υπό την επικυριαρχία της τρόικας.

Λαβωμένη λαϊκή οργή
Γι’ αυτό έχει σημασία να προσδιοριστεί η κοινωνική παράμετρος που επέτρεψε σε μια νεοναζιστική παρακρατική σέχτα (με αποκλειστικό χώρο κοινωνικής «παρέμβασης» το μεταναστευτικό) να ανδρωθεί με ιλιγγιώδη ρυθμό μέσα σε λίγους μήνες πριν από τις εκλογές του Ιουνίου του 2012 αλλά κυρίως μετά την είσοδό της στη Βουλή.
Ακόμα και στη λεγόμενη «άνω πλατεία» των «Αγανακτισμένων» (όπου επιτρεπόταν να κυματίζει το «πανί» της ελληνικής σημαίας) το 2011, η παρουσία της Χρυσής Αυγής ήταν αν όχι ανύπαρκτη, πάντως υποβαθμισμένη και «ξεκομμένη» από τον κύριο κορμό των διαδηλωτών επί της Λεωφόρου Αμαλίας.
Μερικούς μήνες αργότερα όμως, το κίνημα των «Αγανακτισμένων» χτυπιέται μεθοδικά και αλύπητα από τις δυνάμεις του καθεστώτος, αποτρέποντας τη συμπόρευσή του με τα συλλαλητήρια συνδικάτων και ανεξάρτητων κινήσεων πολιτών ενάντια στο δεύτερο Μνημόνιο που κατέλυε τα πιο βασικά εργατικά και ασφαλιστικά δικαιώματα.
Η χαριστική βολή στις μαζικές κινητοποιήσεις δίδεται την Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2012, ημέρα ψήφισης των μέτρων στη Βουλή. Περίπου στις 6:30 μ.μ., το ογκώδες συλλαλητήριο στην Πλατεία Συντάγματος –με πρωτοφανή συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων– ανακόπτεται από βροχή δακρυγόνων και ολονύκτιες συγκρούσεις της αστυνομίας με κουκουλοφόρους που επιδίδονται στη τελευταία λεηλασία και πυρπόληση του κέντρου της Αθήνας.
Έκτοτε η ολοκληρωτική καθίζηση του μαζικού κινήματος κατά του μνημονιακού καθεστώτος προκάλεσε κατάπληξη ακόμα και στους «πολύπειρους» οικονομικούς δολοφόνους της τρόικας.
Αλλά η λαβωμένη και ανήμπορη οργή, αναμεμειγμένη με απόγνωση, ντροπή και αυτο-υποτίμηση εκατοντάδων χιλιάδων φτωχοποιημένων Ελλήνων, που δεν διολίσθησαν στη βαθιά κατάθλιψη ή την αυτοκτονία, αναζήτησαν την παραμορφωμένη αντανάκλασή τους στο ραγισμένο πολιτικό καθρέφτη της Χρυσής Αυγής. Της μόνης νεοναζιστικής οργάνωσης στον κόσμο που, ανάμεσα στα άλλα της πρωτεία, διατηρεί την ιδρυτική της ονομασία, ως ψευτο-παραφυάδα της πιο «μαύρης» αποκρυφιστικής εταιρείας που γνώρισε ποτέ αυτός ο υπόκοσμος (μαζί με την «Εταιρεία της Θούλης» του Χάινριχ Χίμλερ) – της Golden Dawn του Aleister Crowley.
Έτσι ερμηνεύεται η πρόσφατη εκλογική απογείωση της Χρυσής Αυγής που δεν απεμπόλησε ποτέ κανένα από τα μυστικά διαπιστευτήριά της με το ντόπιο παρακράτος. Ακόμα και μετά το συντριπτικό χτύπημα που υπέστη πρόσφατα, είναι βέβαιο πως θα διατηρηθεί για πολύ καιρό ακόμα στο πολιτικό προσκήνιο, επισκιάζοντας τα βουβά εγκλήματα του Μνημονίου.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ (Τεύχος 210)