Παλαιστίνιοι πρόσφυγες: Το μετέωρο βήμα της ειρήνης
Περίπου τρεισήμισι εκατομμύρια Παλαιστίνιοι πρόσφυγες ζουν περισσότερο από 50 χρόνια διάσπαρτοι σε διάφορα Αραβικά κράτη της Μέσης Ανατολής, κυρίως στην Ιορδανία, Συρία και Λίβανο. Η πλειοψηφία από αυτούς προέρχεται από το μεγάλο προσφυγικό ρεύμα που δημιουργήθηκε μετά τον πρώτο Αραβο-Ισραηλινό πόλεμο του 1948. Ένα μεγάλο μέρος από αυτούς δεν έχουν υπηκοότητα και στερούνται οποιουδήποτε απλού νομικού καθεστώτος. Συνεχίζουν να ζουν σε προσφυγικούς καταυλισμούς κάτω από εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες και πολλές φορές έχουν καταστεί αντικείμενα πολιτικών διακρίσεων από τα ίδια τα κράτη που τους φιλοξενούν.
Το προσφυγικό πρόβλημα αποτελεί σήμερα μαζί με το θέμα των εβραϊκών εποικισμών και αυτό της Ιερουσαλήμ, τα τρία θεμελιακής σημασίας ζητήματα που έχουν απομείνει άλυτα μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων και η επίλυσή τους θα κρίνει κατά τα μέγιστα την επίτευξη μιας τελικής συμφωνίας ειρήνης στο Παλαιστινιακό.
Παρά το γεγονός ότι από μεγάλο μέρος της Ισραηλινής κοινωνίας αναγνωρίζεται τόσο η δυσχερής κατάσταση στην οποία ευρίσκονται οι Παλαιστίνιοι πρόσφυγες όσο και η ευθύνη του Ισραήλ για τη γένεση του προβλήματος, εντούτοις η επίσημη ισραηλινή πλευρά (δεξιά και αριστερά) δεν φαίνεται διατεθειμένη να δεχθεί επίλυση του προβλήματος με αναγνώριση του δικαιώματος επιστροφής. Αυτό, βέβαια, περιπλέκει την κατάσταση αφού για τη σημερινή παλαιστινιακή ηγεσία η επίλυση του προσφυγικού ζητήματος θεωρείται απαραίτητη προϋπόθεση για την υπογραφή μιας τελικής συμφωνίας. Οι Παλαιστίνιοι μάλιστα συνδέουν την επίλυση του προσφυγικού ζητήματος με το γενικότερο θέμα της σταθερότητας και ασφάλειας στην Εγγύς Ανατολή, δεδομένου ότι η δυσχέρεια των Παλαιστινίων προσφύγων αποτελεί μόνιμη πηγή κοινωνικών και πολιτικών προβλημάτων για τις χώρες που διαμένουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα παραμένει ο Μαύρος Σεπτέμβριος στην Ιορδανία το 1970 όταν ο βασιλιάς Χουσεΐν χρησιμοποίησε στρατιωτική βία προκειμένου να αποτρέψει περαιτέρω αποσταθεροποίηση της χώρας από τη δράση διαφόρων ενόπλων παλαιστινιακών οργανώσεων.
Ο πρώτος λόγος που το Ισραήλ αρνείται το δικαίωμα επιστροφής προσφύγων αφορά:
στην απειλή που θα θέσει για τον εβραϊκό χαρακτήρα του κράτους τυχόν τέτοια εξέλιξη.
Με δεδομένη την παρουσία του 18% αραβικής μειονότητας στο Ισραήλ, με εμφανείς τάσεις δημογραφικής έκρηξης, σε συνδυασμό με επιστροφή μεγάλου αριθμού Παλαιστινίων προσφύγων θα μετατρέψει σταδιακά την εβραϊκή πλειοψηφία σε μειονότητα. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με την ουσία του Σιωνισμού, της επίσημης ιδεολογίας του κράτους του Ισραήλ, πάνω στην οποία εδραιώνεται ο εθνικός χαρακτήρας του εβραϊκού κράτους.
Ο δεύτερος λόγος αφορά στην ασφάλεια.
Σύμφωνα με το κατεστημένο ασφαλείας του Ισραήλ, οι Παλαιστίνιοι πρόσφυγες, οι οποίοι συμπληρώνουν τρεις γενεές, μεγάλωσαν στη διασπορά με ένα ισχυρό αντιεβραϊκό αίσθημα που συνόδευε τον αδιάκοπο αγώνα τους για εθνική δικαίωση. Τυχόν μαζική είσοδό τους στο Ισραήλ ενδεχομένως να θέσει άμεση απειλή κατά της ασφάλειας του κράτους, αφού θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να τους εντάξει στο κοινωνικό σύνολο και τις πολιτικές δομές με κίνδυνο να δημιουργηθεί μια βίαιη συγκρουσιακή σχέση με το κράτος.
Τρίτος λόγος αφορά στην απαίτηση των Παλαιστινίων προσφύγων που συνοδεύει το αίτημά τους για επιστροφή, δηλαδή το δικαίωμα επιστροφής της περιουσίας που κατείχαν πριν από την εκδίωξή τους από το Ισραήλ.
Πέραν της δήμευσης των παλαιστινιακών περιουσιών που προέβη το κράτος του Ισραήλ από το 1948 και εντεύθεν, περίπου 80% των προσφύγων δεν έχει που να πάει αφού τα σπίτια τους έχουν καταστραφεί και στα ίδια εδάφη δημιουργήθηκε μια νέα φυσική πραγματικότητα όπως εβραϊκές πόλεις (πχ Τελ Αβίβ), χωριά και χώροι που εδρεύουν δημόσιοι οργανισμοί. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο χώρος που στεγάζεται το πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ όπου πριν από το 1948 βρισκόταν το χωριό Σεΐχ Μούνις του οποίου οι κάτοικοι προσφυγοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου του 1948.
Με αυτήν την πραγματικότητα, οι ισραηλινές κυβερνήσεις πιστεύουν ότι τυχόν αποδοχή του δικαιώματος των Παλαιστινίων για επιστροφή, ισοδυναμεί με εθνική αυτοκτονία γι’ αυτό και προτείνουν την εγκατάλειψή του από την παλαιστινιακή ηγεσία στις ειρηνευτικές συνομιλίες. Αυτό το οποίο έχει προταθεί μέχρι σήμερα από τους Ισραηλινούς είναι επίλυση του προσφυγικού προβλήματος μέσα σε άλλο πλαίσιο. Προτείνουν αποκατάσταση της ζημιάς με χρηματικές αποζημιώσεις που θα συνοδεύεται με ταυτόχρονη προσπάθεια κοινωνικής ένταξης στις χώρες όπου φιλοξενούνται μετά την προσφυγοποίησή τους. Σε αυτή την περίπτωση το πρόβλημα γίνεται πιο περίπλοκο αφού εμπλέκει μια σειρά αραβικών κρατών που επιδιώκουν λύση του προβλήματος μέσω της επιστροφής των προσφύγων, δεδομένου ότι στα εδάφη τους διαμένει μεγάλος αριθμός Παλαιστινίων, όπως π.χ. η Ιορδανία όπου το ποσοστό των προσφύγων ανέρχεται στο 55% του συνολικού πληθυσμού.
21/07/2003
ttp://www.politis-news.com/
Περίπου τρεισήμισι εκατομμύρια Παλαιστίνιοι πρόσφυγες ζουν περισσότερο από 50 χρόνια διάσπαρτοι σε διάφορα Αραβικά κράτη της Μέσης Ανατολής, κυρίως στην Ιορδανία, Συρία και Λίβανο. Η πλειοψηφία από αυτούς προέρχεται από το μεγάλο προσφυγικό ρεύμα που δημιουργήθηκε μετά τον πρώτο Αραβο-Ισραηλινό πόλεμο του 1948. Ένα μεγάλο μέρος από αυτούς δεν έχουν υπηκοότητα και στερούνται οποιουδήποτε απλού νομικού καθεστώτος. Συνεχίζουν να ζουν σε προσφυγικούς καταυλισμούς κάτω από εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες και πολλές φορές έχουν καταστεί αντικείμενα πολιτικών διακρίσεων από τα ίδια τα κράτη που τους φιλοξενούν.
Το προσφυγικό πρόβλημα αποτελεί σήμερα μαζί με το θέμα των εβραϊκών εποικισμών και αυτό της Ιερουσαλήμ, τα τρία θεμελιακής σημασίας ζητήματα που έχουν απομείνει άλυτα μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων και η επίλυσή τους θα κρίνει κατά τα μέγιστα την επίτευξη μιας τελικής συμφωνίας ειρήνης στο Παλαιστινιακό.
Παρά το γεγονός ότι από μεγάλο μέρος της Ισραηλινής κοινωνίας αναγνωρίζεται τόσο η δυσχερής κατάσταση στην οποία ευρίσκονται οι Παλαιστίνιοι πρόσφυγες όσο και η ευθύνη του Ισραήλ για τη γένεση του προβλήματος, εντούτοις η επίσημη ισραηλινή πλευρά (δεξιά και αριστερά) δεν φαίνεται διατεθειμένη να δεχθεί επίλυση του προβλήματος με αναγνώριση του δικαιώματος επιστροφής. Αυτό, βέβαια, περιπλέκει την κατάσταση αφού για τη σημερινή παλαιστινιακή ηγεσία η επίλυση του προσφυγικού ζητήματος θεωρείται απαραίτητη προϋπόθεση για την υπογραφή μιας τελικής συμφωνίας. Οι Παλαιστίνιοι μάλιστα συνδέουν την επίλυση του προσφυγικού ζητήματος με το γενικότερο θέμα της σταθερότητας και ασφάλειας στην Εγγύς Ανατολή, δεδομένου ότι η δυσχέρεια των Παλαιστινίων προσφύγων αποτελεί μόνιμη πηγή κοινωνικών και πολιτικών προβλημάτων για τις χώρες που διαμένουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα παραμένει ο Μαύρος Σεπτέμβριος στην Ιορδανία το 1970 όταν ο βασιλιάς Χουσεΐν χρησιμοποίησε στρατιωτική βία προκειμένου να αποτρέψει περαιτέρω αποσταθεροποίηση της χώρας από τη δράση διαφόρων ενόπλων παλαιστινιακών οργανώσεων.
Ο πρώτος λόγος που το Ισραήλ αρνείται το δικαίωμα επιστροφής προσφύγων αφορά:
στην απειλή που θα θέσει για τον εβραϊκό χαρακτήρα του κράτους τυχόν τέτοια εξέλιξη.
Με δεδομένη την παρουσία του 18% αραβικής μειονότητας στο Ισραήλ, με εμφανείς τάσεις δημογραφικής έκρηξης, σε συνδυασμό με επιστροφή μεγάλου αριθμού Παλαιστινίων προσφύγων θα μετατρέψει σταδιακά την εβραϊκή πλειοψηφία σε μειονότητα. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με την ουσία του Σιωνισμού, της επίσημης ιδεολογίας του κράτους του Ισραήλ, πάνω στην οποία εδραιώνεται ο εθνικός χαρακτήρας του εβραϊκού κράτους.
Ο δεύτερος λόγος αφορά στην ασφάλεια.
Σύμφωνα με το κατεστημένο ασφαλείας του Ισραήλ, οι Παλαιστίνιοι πρόσφυγες, οι οποίοι συμπληρώνουν τρεις γενεές, μεγάλωσαν στη διασπορά με ένα ισχυρό αντιεβραϊκό αίσθημα που συνόδευε τον αδιάκοπο αγώνα τους για εθνική δικαίωση. Τυχόν μαζική είσοδό τους στο Ισραήλ ενδεχομένως να θέσει άμεση απειλή κατά της ασφάλειας του κράτους, αφού θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να τους εντάξει στο κοινωνικό σύνολο και τις πολιτικές δομές με κίνδυνο να δημιουργηθεί μια βίαιη συγκρουσιακή σχέση με το κράτος.
Τρίτος λόγος αφορά στην απαίτηση των Παλαιστινίων προσφύγων που συνοδεύει το αίτημά τους για επιστροφή, δηλαδή το δικαίωμα επιστροφής της περιουσίας που κατείχαν πριν από την εκδίωξή τους από το Ισραήλ.
Πέραν της δήμευσης των παλαιστινιακών περιουσιών που προέβη το κράτος του Ισραήλ από το 1948 και εντεύθεν, περίπου 80% των προσφύγων δεν έχει που να πάει αφού τα σπίτια τους έχουν καταστραφεί και στα ίδια εδάφη δημιουργήθηκε μια νέα φυσική πραγματικότητα όπως εβραϊκές πόλεις (πχ Τελ Αβίβ), χωριά και χώροι που εδρεύουν δημόσιοι οργανισμοί. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο χώρος που στεγάζεται το πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ όπου πριν από το 1948 βρισκόταν το χωριό Σεΐχ Μούνις του οποίου οι κάτοικοι προσφυγοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου του 1948.
Με αυτήν την πραγματικότητα, οι ισραηλινές κυβερνήσεις πιστεύουν ότι τυχόν αποδοχή του δικαιώματος των Παλαιστινίων για επιστροφή, ισοδυναμεί με εθνική αυτοκτονία γι’ αυτό και προτείνουν την εγκατάλειψή του από την παλαιστινιακή ηγεσία στις ειρηνευτικές συνομιλίες. Αυτό το οποίο έχει προταθεί μέχρι σήμερα από τους Ισραηλινούς είναι επίλυση του προσφυγικού προβλήματος μέσα σε άλλο πλαίσιο. Προτείνουν αποκατάσταση της ζημιάς με χρηματικές αποζημιώσεις που θα συνοδεύεται με ταυτόχρονη προσπάθεια κοινωνικής ένταξης στις χώρες όπου φιλοξενούνται μετά την προσφυγοποίησή τους. Σε αυτή την περίπτωση το πρόβλημα γίνεται πιο περίπλοκο αφού εμπλέκει μια σειρά αραβικών κρατών που επιδιώκουν λύση του προβλήματος μέσω της επιστροφής των προσφύγων, δεδομένου ότι στα εδάφη τους διαμένει μεγάλος αριθμός Παλαιστινίων, όπως π.χ. η Ιορδανία όπου το ποσοστό των προσφύγων ανέρχεται στο 55% του συνολικού πληθυσμού.
21/07/2003
ttp://www.politis-news.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.