Ο Oρκος του ταγματασφαλιτη:
“Ορκίζομαι εις τον Θεόν, τον άγιον τούτον όρκον, ότι θα υπακούω απολύτως εις τας διαταγάς του ανωτάτου αρχηγού του γερμανικού στρατού Αδόλφου Χίτλερ. Θα εκτελώ πιστώς απάσας τας ανατεθεισόμενας μου υπηρεσίας και θα υπακούω άνευ όρων εις τας διαταγάς των ανωτέρων μου. Γνωρίζω καλώς ότι δια μίαν αντίρρησιν εναντίον των υποχρεώσεων μου, τας οποίας δια του παρόντος αναλαμβάνω, θέλω τιμωρηθεί παρά των γερμανικών στρατιωτικών νόμων”
“Τα Τάγματα Ασφαλείας αποτελούν την τελευταία εφεδρεία του Ελληνικού Εθνους”
Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδας Χρύσανθος
Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδας Χρύσανθος
ΟΙ 5000 ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΑΝΔΡΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΘΕΛΟΝΤΙΚΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ, ΜΕ ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΟΠΙΣΘΕΝ ΑΥΤΩΝ, ΕΚΦΡΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΒΑΘΥΤΑΤΗΝ ΑΓΑΝΑΚΤΗΣΙΝ ΤΩΝ ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΣΑΣ ΑΠΟΠΕΙΡΑΝ ΣΧΕΔΙΑΣΘΕΙΣΑΝ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΘΕΙΣΑΝ ΥΠΟ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΩΝ, ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΔΕΝ ΗΘΕΛΟΝ ΝΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΑΓΩΝΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΛΟΥΤΟΚΡΑΤΩΝ ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ ΤΟΥ. ΕΚΦΡΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΧΑΡΑΝ ΤΩΝ ΔΙΑ ΤΗΝ ΘΑΥΜΑΣΤΗΝ ΔΙΑΣΩΣΙΝ ΣΑΣ ΚΑΙ ΚΛΙΝΟΥΝ ΜΕ ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗ ΤΟ ΓΟΝΥ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΠΑΝΤΟΔΥΝΑΜΟΥ ΘΕΟΥ, ΟΣΤΙΣ ΗΠΛΩΣΕΝ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΚΗ ΧΕΙΡΑ ΕΠΑΝΩ ΕΙΣ ΤΗΝ ΖΩΗΝ ΣΑΣ, ΔΙΑ ΝΑ ΣΑΣ ΔΙΑΦΥΛΑΞΕΙ ΕΙΣ ΤΟ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΝ ΕΘΝΟΣ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΝ ΑΓΩΝΙ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗΣ ΠΑΝΩΛΗΣ ΗΝΩΜΕΝΗ ΕΥΡΩΠΗΝ. ΔΙΑ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΑΣ ΕΘΕΛΟΝΤΑΣ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ Η ΕΝΔΕΙΞΙΣ ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΠΑΡΟΡΜΗΣΙΣ, ΟΠΩΣ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΔΙ’ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΜΕΧΡΙΣ ΕΣΧΑΤΩΝ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΞΕΝΩΝ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΧΩΡΑ ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΩΝ ΟΡΔΩΝ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ. ΑΠΟ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΓΗΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΣΠΑΡΤΗΣ, ΕΚ ΤΗΣ ΟΠΟΙΑΣ ΠΡΟΗΛΘΕΝ Η ΔΡΑΞ ΤΩΝ ΗΡΩΩΝ ΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΟΥ, Η ΟΠΟΙΑ ΕΣΩΣΕΝ ΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΝ, ΥΨΟΥΤΑΙ Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΑΣ: ΚΥΡΙΕ ΔΙΑΦΥΛΑΣΣΕ ΤΟΝ ΦΥΡΕΡ!”
– Συνταγματάρχης Παπαδόγκωνας ( Αρχηγος Ταγμάτων Ασφαλείας).
Ο ΕΛΛΗΝΑΣ ΚΟΥΪΣΛΙΝΓΚ:
ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΡΑΛΛΗΣ 1878-1946
ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΡΑΛΛΗΣ 1878-1946
Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1878 και πέθανε στις φυλακές Αβέρωφ την 26 Οκτωβρίου 1946 σε ηλικία 68 ετών. Ηταν πολιτικός, Μακεδονομάχος, και πρωθυπουργός της εγκάθετης κυβέρνησης των γερμανικών κατοχικών δυνάμεων από τις 7 Απριλίου του 1943 μέχρι τις 12 Οκτωβρίου του 1944. Ηταν γιος του Δημητρίου Ράλλη, διακεκριμένου αθηναίου πολιτικού και πρωθυπουργού της χώρας.
Σπούδασε νομικά συμπληρώνοντας τις σπουδές του στην Γαλλία και την Γερμανία, για να επιδοθεί στην συνέχεια στην δικηγορία.
Η πρώτη σημαντική ανάμειξη του Ιωάννη Ράλλη στα κοινά της Ελλάδας έγινε την άνοιξη του 1904, όταν, μαζί με τον Δημήτρη Καλαποθάκη, τον Στέφανο Δραγούμη, τον Πέτρο Σαρόγλου, τον Παύλο Μελά και άλλους, δημιούργησε το Ελληνικό Μακεδονικό Κομιτάτο με σκοπό την δημιουργία αντάρτικου στην υπό οθωμανική κατοχή Μακεδονία. Το 1906 αναμείχθηκε στη πολιτική και εξελέγη πρώτα βουλευτής Μεγάρων, επανεκλεγείς έκτοτε σε όλες σχεδόν τις μέχρι τού 1936 εκλογές βουλευτής άλλοτε Αττικής και άλλοτε Αθηνών.
Υπουργός έγινε για πρώτη φορά το 1920 επί κυβερνήσεως Δημητρίου Ράλλη. Ανέλαβε το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και προσωρινά το Υπουργείο Ναυτικών. Αργότερα, πολιτεύθηκε με το φιλοβασιλικό Λαϊκό Κόμμα. Επί κυβέρνησης Παναγή Τσαλδάρη, κατέλαβε για λίγους μήνες το Υπουργείο Εξωτερικών και μετά τις εκλογές του Μαρτίου 1933 το Υπουργείο Εσωτερικών και Αεροπορίας (Μάρτιος – Αύγουστος 1933).
Μετά από διαφωνία με τον Τσαλδάρη, παραιτήθηκε από την κυβέρνηση. Στις εκλογές τού 1935 απέτυχε να εκλεγεί, οπότε μαζί με τον Ιωάννη Μεταξά και τον Γεώργιο Στράτο κατήλθαν σε εκλογές με το σύνθημα της επαναφοράς της Βασιλευόμενης Δημοκρατίας. Στις εκλογές του 1936 ηγήθηκε ιδίας ομάδας που αντιπροσωπεύθηκε στην Βουλή από 8 βουλευτές.
Τον Απρίλιο του 1943 ο Ιωάννης Ράλλης ανέλαβε πρωθυπουργός της διορισμένης κυβέρνησης της ναζιστικής «Ελληνικής Πολιτείας», προκαλώντας — καθώς λέγεται — ακόμα και την οργή του γιου του Γεωργίου. Ως κατοχικός πρωθυπουργός, ο Ιωάννης Ράλλης οργάνωσε τα Τάγματα Ασφαλείας, για την άμυνα της υπαίθρου και αντιμετώπιση των ενόπλων κομουνιστών του ΕΑΜ και των άλλων αντιστασιακών ομάδων. Ο ίδιος εκτιμούσε ότι τελικά θα επικρατούσαν οι Σύμμαχοι, αλλά πίστευε πως μόνον με την δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας και υπό την καθοδήγηση της Βέρμαχτ θα αποτρέπονταν η επικράτηση των κομμουνιστών στην Ελλάδα.
Τα Τάγματα Ασφαλείας ήταν υπό τις απόλυτες διαταγές των γερμανών κατακτητών, όπως και όλες οι υπηρεσίες του κρατικού μηχανισμού της χώρας. Όμως, υπό το πρόσχημα της αποτροπής του κινδύνου του κομμουνισμού, τα Τάγματα Ασφαλείας συμμετείχαν σε πάμπολλες εγκληματικές ενέργειες και έγιναν ιδιαίτερα μισητά από τον ελληνικό λαό. Τα μέλη των Ταγμάτων Ασφαλείας έφεραν στολή Μακεδονομάχου, και γι’ αυτό έγιναν γνωστοί ως «Γερμανοτσολιάδες» ή «Ράλληδες».
Με την απελευθέρωση, ο Ιωάννης Ράλλης συνελήφθη και δικάστηκε για προδοσία. Στην δίκη του, (Φεβρουάριος 1945) συνήγοροί του ήταν ο γιος του και μετέπειτα πρωθυπουργός της Ελλάδας, Γεώργιος Ράλλης, και ο Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης, πατέρας του μετέπειτα πολιτικού Ιωάννη Βαρβιτσιώτη. Στην διάρκεια της δίκης, οι συνήγοροι ισχυρίσθηκαν ότι ο Ιωάννης Ράλλης προσέφερε τεράστιες εθνικές υπηρεσίες κατά την κατοχή εν όσο ήταν πρωθυπουργός με το να αποσοβήσει το λιμό των Ελλήνων, δίδοντας καθημερινά ένα μισθό, ενώ έσωσε πολλούς πατριώτες από το εκτελεστικό απόσπασμα των Γερμανών και ακόμη διευκόλυνε τη διαφυγή πολλών πολιτικών και σημαινόντων πολιτών στη Μέση Ανατολή. Το δικαστήριο δεν πείστηκε και ο Ιωάννης Ράλλης καταδικάστηκε σε ισόβια δεσμά.
Πέθανε από καρκίνο του πνεύμονα, στην φυλακή, στις 26 Οκτωβρίου του 1946. Έναν χρόνο μετά, ο γιος του εξέδωσε ένα απολογητικό βιβλίο για τις επιλογές του πατέρα του με τίτλο “Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου”.
Σπούδασε νομικά συμπληρώνοντας τις σπουδές του στην Γαλλία και την Γερμανία, για να επιδοθεί στην συνέχεια στην δικηγορία.
Η πρώτη σημαντική ανάμειξη του Ιωάννη Ράλλη στα κοινά της Ελλάδας έγινε την άνοιξη του 1904, όταν, μαζί με τον Δημήτρη Καλαποθάκη, τον Στέφανο Δραγούμη, τον Πέτρο Σαρόγλου, τον Παύλο Μελά και άλλους, δημιούργησε το Ελληνικό Μακεδονικό Κομιτάτο με σκοπό την δημιουργία αντάρτικου στην υπό οθωμανική κατοχή Μακεδονία. Το 1906 αναμείχθηκε στη πολιτική και εξελέγη πρώτα βουλευτής Μεγάρων, επανεκλεγείς έκτοτε σε όλες σχεδόν τις μέχρι τού 1936 εκλογές βουλευτής άλλοτε Αττικής και άλλοτε Αθηνών.
Υπουργός έγινε για πρώτη φορά το 1920 επί κυβερνήσεως Δημητρίου Ράλλη. Ανέλαβε το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και προσωρινά το Υπουργείο Ναυτικών. Αργότερα, πολιτεύθηκε με το φιλοβασιλικό Λαϊκό Κόμμα. Επί κυβέρνησης Παναγή Τσαλδάρη, κατέλαβε για λίγους μήνες το Υπουργείο Εξωτερικών και μετά τις εκλογές του Μαρτίου 1933 το Υπουργείο Εσωτερικών και Αεροπορίας (Μάρτιος – Αύγουστος 1933).
Μετά από διαφωνία με τον Τσαλδάρη, παραιτήθηκε από την κυβέρνηση. Στις εκλογές τού 1935 απέτυχε να εκλεγεί, οπότε μαζί με τον Ιωάννη Μεταξά και τον Γεώργιο Στράτο κατήλθαν σε εκλογές με το σύνθημα της επαναφοράς της Βασιλευόμενης Δημοκρατίας. Στις εκλογές του 1936 ηγήθηκε ιδίας ομάδας που αντιπροσωπεύθηκε στην Βουλή από 8 βουλευτές.
Τον Απρίλιο του 1943 ο Ιωάννης Ράλλης ανέλαβε πρωθυπουργός της διορισμένης κυβέρνησης της ναζιστικής «Ελληνικής Πολιτείας», προκαλώντας — καθώς λέγεται — ακόμα και την οργή του γιου του Γεωργίου. Ως κατοχικός πρωθυπουργός, ο Ιωάννης Ράλλης οργάνωσε τα Τάγματα Ασφαλείας, για την άμυνα της υπαίθρου και αντιμετώπιση των ενόπλων κομουνιστών του ΕΑΜ και των άλλων αντιστασιακών ομάδων. Ο ίδιος εκτιμούσε ότι τελικά θα επικρατούσαν οι Σύμμαχοι, αλλά πίστευε πως μόνον με την δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας και υπό την καθοδήγηση της Βέρμαχτ θα αποτρέπονταν η επικράτηση των κομμουνιστών στην Ελλάδα.
Τα Τάγματα Ασφαλείας ήταν υπό τις απόλυτες διαταγές των γερμανών κατακτητών, όπως και όλες οι υπηρεσίες του κρατικού μηχανισμού της χώρας. Όμως, υπό το πρόσχημα της αποτροπής του κινδύνου του κομμουνισμού, τα Τάγματα Ασφαλείας συμμετείχαν σε πάμπολλες εγκληματικές ενέργειες και έγιναν ιδιαίτερα μισητά από τον ελληνικό λαό. Τα μέλη των Ταγμάτων Ασφαλείας έφεραν στολή Μακεδονομάχου, και γι’ αυτό έγιναν γνωστοί ως «Γερμανοτσολιάδες» ή «Ράλληδες».
Με την απελευθέρωση, ο Ιωάννης Ράλλης συνελήφθη και δικάστηκε για προδοσία. Στην δίκη του, (Φεβρουάριος 1945) συνήγοροί του ήταν ο γιος του και μετέπειτα πρωθυπουργός της Ελλάδας, Γεώργιος Ράλλης, και ο Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης, πατέρας του μετέπειτα πολιτικού Ιωάννη Βαρβιτσιώτη. Στην διάρκεια της δίκης, οι συνήγοροι ισχυρίσθηκαν ότι ο Ιωάννης Ράλλης προσέφερε τεράστιες εθνικές υπηρεσίες κατά την κατοχή εν όσο ήταν πρωθυπουργός με το να αποσοβήσει το λιμό των Ελλήνων, δίδοντας καθημερινά ένα μισθό, ενώ έσωσε πολλούς πατριώτες από το εκτελεστικό απόσπασμα των Γερμανών και ακόμη διευκόλυνε τη διαφυγή πολλών πολιτικών και σημαινόντων πολιτών στη Μέση Ανατολή. Το δικαστήριο δεν πείστηκε και ο Ιωάννης Ράλλης καταδικάστηκε σε ισόβια δεσμά.
Πέθανε από καρκίνο του πνεύμονα, στην φυλακή, στις 26 Οκτωβρίου του 1946. Έναν χρόνο μετά, ο γιος του εξέδωσε ένα απολογητικό βιβλίο για τις επιλογές του πατέρα του με τίτλο “Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου”.
Τα ελληνικα SS:
Με την ονομασία ΤΑΓΜΑΤΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ έμειναν γνωστές οι μονάδες που συγκροτήθηκαν το 1943-1944 από τις κατοχικές αρχές και την κυβέρνηση Κουϊσλιγκ Ιωάννη Ράλλη για την καταπολέμηση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Σκοπός της δημιουργίας τους, εκτός από την “εξοικονόμηση γερμανικού αίματος”, ήταν, σύμφωνα με τον τότε στρατιωτικό διοικητή της Ελλάδας, Αλεξάντερ Λέερ, “να χρησιμοποιηθεί πλήρως η αντικομμουνιστική μερίδα του ελληνικού λαού, για να εκδηλωθεί φανερά και να εξαναγκαστεί σε απροκάλυπτη εχθρότητα κατά της κομμουνιστικής μερίδας”. Η διεύρυνση, με άλλα λόγια, των κατά τόπους συμμαχιών του κατοχικού μηχανισμού και η μετατροπή του πολέμου κατά της Αντίστασης σε εμφύλιο.
Το εγχείρημα υλοποιήθηκε με την συγκρότηση παραστρατιωτικών ομάδων σε δύο μορφές:
Εννέα (9) Ευζωνικά τάγματα οργανωμένα από την δoσιλογική κυβέρνηση Ράλλη, συνολικής δύναμης 5.725 ανδρών
Είκοσι δύο (22) εθελοντικά τάγματα, αυτοτελώς συγκροτημένα, συνολικής δύναμης 16.625 ανδρών.
Εννέα (9) Ευζωνικά τάγματα οργανωμένα από την δoσιλογική κυβέρνηση Ράλλη, συνολικής δύναμης 5.725 ανδρών
Είκοσι δύο (22) εθελοντικά τάγματα, αυτοτελώς συγκροτημένα, συνολικής δύναμης 16.625 ανδρών.
Γενικός προϊστάμενος ήταν ο αντιστράτηγος των Waffen SS, Βάλτερ Σιμάνα. Στον ίδιο το Σιμάνα οφείλουμε και τον τελικό απολογισμό της δράσης των Ταγμάτων Ασφαλείας, λίγο μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα. Σε αναφορά του προς το Γενικό Επιτελείο των SS (2-11-1944), εκτιμά ότι τα μεν εθελοντικά τάγματα “ήταν πολύτιμες βοηθητικές μονάδες στην ενεργή καταπολέμηση των συμμοριών” από τη Βέρμαχτ, τα δε ευζωνικά τμήματα “πολέμησαν τον Κομμουνισμό και τις συμμορίες του ΕΛΑΣ με αξιοσημείωτη επιτυχία”. Την εκτίμησή του θα συμμεριστεί, στην υπηρεσιακή του απάντηση την 10-11-1944 και ο αρχηγός των SS, Χάϊνριχ Χίμλερ με το εξής τηλεγράφημα:
“Σας εκφράζω τα συγχαρητήριά μου, επειδή κατορθώσατε να οργανώσετε τα υγιή και νομοταγή στοιχεία του Ελληνικού λαού στα τμήματα των Ελλήνων εθελοντών καθώς και των Ευζώνων, και να τα οδηγήσετε σε άψογη συνεργασία με τα δικά μας γερμανικά τμήματα στον αγώνα κατά των μπολσεβίκων συνωμοτών μέχρι την τελευταία μέρα”
Οι άντρες των Ταγμάτων Ασφαλείας αποτελούσαν τα κατακάθια της τότε Ελληνικής κοινωνίας. Βαρυποινίτες κατάδικοι και υπόδικοι, μαυραγορίτες, φανατικοί αντικομμουνιστές, βασανιστές της Μεταξικής περιόδου και παλιοί τρομοκράτες του λεγόμενου “Μακεδονικού αγώνα” συγκρότησαν ομάδες εφόδου εφοδιασμένες με αμιγή Γερμανικό οπλισμό έχοντας στόχο την ΕΑΜική αντίσταση.
Το τραγικό είναι πως ένα τμήμα του αστικού πολιτικού κόσμου επέλεξε το δρόμο της ανοιχτής συνεργασίας με τους κατακτητές. Ησαν οι γνωστοί Κουϊσλινγκ που σχημάτισαν τις κατοχικές κυβερνήσεις υπό τους Τσολάκογλου, Κορυζή, Λογοθετόπουλο και Ιωάννη Ράλλη. Με την ενίσχυση αυτών των κυβερνήσεων και των Γερμανών σχηματίστηκαν τα φασιστικά κόμματα Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας, Εθνική Σοσιαλιστική Πατριωτική Οργάνωσις (ΕΣΠΟ), και Οργάνωσις Εθνικών Δυνάμεων Ελλάδος (ΟΕΔΕ),
Οπως ήταν αναμενόμενο, οι ταγματασφαλίτες ταυτίσθηκαν με την πιο σκοτεινή πλευρά της δράσης των κατοχικών στρατευμάτων: Μπλόκα, κάψιμο χωριών, μαζικές εκτελέσεις αμάχων. Συχνά μάλιστα αποδείχθηκαν βασιλικότεροι του βασιλέως κατηγορώντας λ.χ. τους εκπροσώπους του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού σαν “τροφοδότες των συμμοριτών” ή διαμαρτυρόμενοι για την “επιείκεια” των Γερμανών απέναντι στους αιχμάλωτους “κομμουνιστές”.
Οι ταγματασφαλίτες αφού ντύθηκαν τη γερμανική στολή και προσκύνησαν τη σβάστικα του Χίτλερ ορκίστηκαν πάνω στα όπλα που πήραν πως δεν θα στραφούν κατά των κατακτητών, παρά μόνον κατά εκείνων που ενεργούν κατά των στρατευμάτων κατοχής, δηλαδή κατά των Ελλήνων Αντιστασιακών. Με τον τρόπο αυτό κουρέλιασαν και ποδοπάτησαν κάθε ιερό και όσιο του ελληνικού λαού.
“Σας εκφράζω τα συγχαρητήριά μου, επειδή κατορθώσατε να οργανώσετε τα υγιή και νομοταγή στοιχεία του Ελληνικού λαού στα τμήματα των Ελλήνων εθελοντών καθώς και των Ευζώνων, και να τα οδηγήσετε σε άψογη συνεργασία με τα δικά μας γερμανικά τμήματα στον αγώνα κατά των μπολσεβίκων συνωμοτών μέχρι την τελευταία μέρα”
Οι άντρες των Ταγμάτων Ασφαλείας αποτελούσαν τα κατακάθια της τότε Ελληνικής κοινωνίας. Βαρυποινίτες κατάδικοι και υπόδικοι, μαυραγορίτες, φανατικοί αντικομμουνιστές, βασανιστές της Μεταξικής περιόδου και παλιοί τρομοκράτες του λεγόμενου “Μακεδονικού αγώνα” συγκρότησαν ομάδες εφόδου εφοδιασμένες με αμιγή Γερμανικό οπλισμό έχοντας στόχο την ΕΑΜική αντίσταση.
Το τραγικό είναι πως ένα τμήμα του αστικού πολιτικού κόσμου επέλεξε το δρόμο της ανοιχτής συνεργασίας με τους κατακτητές. Ησαν οι γνωστοί Κουϊσλινγκ που σχημάτισαν τις κατοχικές κυβερνήσεις υπό τους Τσολάκογλου, Κορυζή, Λογοθετόπουλο και Ιωάννη Ράλλη. Με την ενίσχυση αυτών των κυβερνήσεων και των Γερμανών σχηματίστηκαν τα φασιστικά κόμματα Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας, Εθνική Σοσιαλιστική Πατριωτική Οργάνωσις (ΕΣΠΟ), και Οργάνωσις Εθνικών Δυνάμεων Ελλάδος (ΟΕΔΕ),
Οπως ήταν αναμενόμενο, οι ταγματασφαλίτες ταυτίσθηκαν με την πιο σκοτεινή πλευρά της δράσης των κατοχικών στρατευμάτων: Μπλόκα, κάψιμο χωριών, μαζικές εκτελέσεις αμάχων. Συχνά μάλιστα αποδείχθηκαν βασιλικότεροι του βασιλέως κατηγορώντας λ.χ. τους εκπροσώπους του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού σαν “τροφοδότες των συμμοριτών” ή διαμαρτυρόμενοι για την “επιείκεια” των Γερμανών απέναντι στους αιχμάλωτους “κομμουνιστές”.
Οι ταγματασφαλίτες αφού ντύθηκαν τη γερμανική στολή και προσκύνησαν τη σβάστικα του Χίτλερ ορκίστηκαν πάνω στα όπλα που πήραν πως δεν θα στραφούν κατά των κατακτητών, παρά μόνον κατά εκείνων που ενεργούν κατά των στρατευμάτων κατοχής, δηλαδή κατά των Ελλήνων Αντιστασιακών. Με τον τρόπο αυτό κουρέλιασαν και ποδοπάτησαν κάθε ιερό και όσιο του ελληνικού λαού.
Η εικόνα που αποτυπώθηκε στη συλλογική μνήμη των Ελλήνων για τα Τάγματα Ασφαλείας ήταν τέτοια, ώστε η Πολιτεία ουδέποτε τόλμησε να προχωρήσει στην επίσημη πολιτική αποκατάστασή τους. Μολονότι τα επιζήσαντα στελέχη τους τιμήθηκαν ποικιλότροπα από το μεταπολεμικό κράτος των εθνικοφρόνων, αυτό έγινε με κάθε δυνατή διακριτικότητα.
Πηγη:http://polep.blogspot.com/2008/11/2-1-ss.html
Πηγη:http://polep.blogspot.com/2008/11/2-1-ss.html