ΜΕΤΑ ΑΠΟ 540 ΧΡΟΝΙΑ ΣΚΛΑΒΙΑΣ Η ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΔΡΑΜΑΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΤΡΑΤΟ Το 21ο Σύνταγμα Πεζικού της VΙΙ Μεραρχίας, υπό τον συνταγματάρχη πυροβολικού Κλεομένη Κλεομένους, προελαύνει από το σιδηροδρομικό σταθμό Αγγίστας… και απελευθερώνει τη Δράμα μετά από αγώνα, ενώ οι Βούλγαροι υποχωρούν προς τα ανατολικά και βόρεια, προβαίνοντας σε βανδαλισμούς. Η 7η Μεραρχία συγκροτήθηκε στη Λάρισα και διέθετε τρία συντάγματα πεζικού (19ο,20ο και 21ο), την Τρίτη Μοίρα του 3ου συντάγματος Πεδινού Πυροβολικού και μια μοίρα πολυβόλων. 540 χρόνια οθωμανικής κατοχής δεν ήταν ικανά να λυγίσουν το φρόνημα των Δραμινών, που το απόγευμα της 1 Ιουλίου του 1913 υποδέχονται τον ΕΛΕΥΘΕΡΩΤΗ Ελληνικό Στρατό στην κεντρική πλατεία της πόλης και ο Μητροπολίτης Αγαθάγγελος σημειώνει στο ημερολόγιο του: «Δευτέρα 8 το βράδυ την 1η Ιουλίου 1913. Χαράς ευαγγέλια! Ελευθερία!…Ελεύθερα εορτάζομε από της 4ης απογευματινής στη Δράμα μας. Αναπνέουμε. Ζούμε!… Κινούμεθα!… Ο Ελληνικός στρατός, νικητής και τροπαιούχος, μπήκε στη Δράμα. Χαρά και αγαλλίαση! Χοροί, άσματα, ελευθερία!… » Τρίτη 2 Ιουλίου 1913 και η Δράμα ξυπνάει ελεύθερη πια στην αγκαλιά του ελεύθερου Ελληνικού κράτους ύστερα από εξοντωτική δουλεία μισής χιλιετίας». Οι Βούλγαροι όμως έχουν προλάβει αποσυρόμενοι να κάψουν και να πνίξουν στο αίμα το μαρτυρικό Δοξάτο.. Το μαρτυρικό Δοξάτο Δράμας και το τριπλό ολοκαύτωμα των Ελλήνων Το Δοξάτο είναι μια κωμόπολη 3.500 περίπου κατοίκων. Βρίσκεται ανάμεσα στις πόλεις Δράμα και Καβάλα σε απόσταση 10 και 25 χιλιομέτρων αντίστοιχα. Η ανθρώπινη παρουσία στην περιοχή ξεκινά ήδη από την προϊστορική περίοδο και φτάνει μέχρι σήμερα. Κατά τη μακραίωνη ιστορία του γνώρισε πολλούς κατακτητές. Εκείνοι όμως που άφησαν ανεξίτηλα τα σημάδια τους ήταν οι Βούλγαροι κατά τις τρεις βουλγαρικές κατοχές 1912-13, 1916-18 και 1941-44. Κατά τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο η περιοχή της Δράμας καταλαμβάνεται τον Οκτώβριο του 1912 από τους Βουλγάρους, για να απελευθερωθεί από τον ελληνικό στρατό κατά τον Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο την 1η Ιουλίου 1913. Κατά την αποχώρησή τους όμως οι Βούλγαροι προκαλούν ολέθριες καταστροφές και τα γεγονότα του Δοξάτου στις 30 Ιουνίου 1913 συγκλονίζουν την υφήλιο. Σφάζονται άντρες, γυναίκες και παιδιά και η κωμόπολη παραδίδεται στις φλόγες. Ο τραγικός απολογισμός της καταστροφής είναι εξακόσιοι πενήντα (650) νεκροί και 240 σπίτια και 80 καταστήματα πυρπολημένα. Τις επόμενες ημέρες όλες οι έγκριτες εφημερίδες του κόσμου δημοσιεύουν φρικιαστικές λεπτομέρειες από τη σφαγή και την πυρπόληση του Δοξάτου. Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και κατά την περίοδο 1916-18 οι Βούλγαροι, ως σύμμαχοι των Γερμανών, καταλαμβάνουν για δεύτερη φορά την Ανατολική Μακεδονία. Όσοι άντρες διασώθηκαν από τη σφαγή του 1913 οδηγούνται το καλοκαίρι του 1917 ως όμηροι στη Βουλγαρία. Σύμφωνα με την Έκθεση της Διασυμμαχικής Επιτροπής εβδομήντα τέσσερις (74) από αυτούς πεθαίνουν εκεί με φρικτά βασανιστήρια, ενώ 200 περίπου γυναικόπαιδα αφανίζονται από πείνα και αρρώστιες στο Δοξάτο. Το κακό τρίτωσε κατά την τελευταία βουλγαρική κατοχή, όταν την Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 1941, μία από τις πολλές ομάδες εξέγερσης εισήλθε στο Δοξάτο, χτύπησε το αστυνομικό τμήμα, πυρπόλησε το οίκημα και σκότωσε οχτώ (8) Βούλγαρους αστυνομικούς και έναν βουλγαρογραμμένο συνεργάτη τους. Κατά τη μάχη που διεξήχθη σκοτώθηκε ένας αντάρτης από τη Χωριστή. Την άλλη μέρα το Δοξάτο πλήρωσε για άλλη μια φορά βαρύ φόρο αίματος στο βουλγαρικό στρατό κατοχής. Με μια πράξη τυφλής βίας εκτελέστηκαν για αντίποινα τουλάχιστον διακόσιοι (200) αθώοι Δοξατινοί. Για τα χίλια εκατόν είκοσι τέσσερα (1.124) αναφερόμενα θύματα κατά τις τρεις βουλγαρικές κατοχές το Δοξάτο τιμήθηκε: το 1945 με Βασιλικό Διάταγμα, το 1985 με το Χρυσό Μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών και το 1998 με Προεδρικό Διάταγμα, δυνάμει του οποίου χαρακτηρίστηκε ως «Μαρτυρική Πόλη». Το 1997 πραγματοποιήθηκε έρευνα στους κατοίκους των ματωμένων κωμοπόλεων Δοξάτου και Χωριστής με θέμα: «Προσωπική και συλλογική μνήμη από τις εμπειρίες της βουλγαρικής κατοχής στην Ανατολική Μακεδονία (1941-1944). Στην ερώτηση «΄Υστερα από τόσα χρόνια πώς θα προσδιορίζατε τις σχέσεις σας με τη σημερινή Βουλγαρία;» Oι περισσότεροι κάτοικοι απάντησαν: «Φιλία!». Στην ερώτηση «Δηλαδή εννοείτε να συγχωρήσουμε;» H απάντηση ήταν «Ναι». Στην ερώτηση όμως «Να ξεχάσουμε;» H ομόφωνη απάντηση των κατοίκων ήταν «ΟΧΙ».