Τρίτη 1 Απριλίου 2025

Μοναχός Μωυσής Αγιορείτης (†) – Ο όσιος Γεώργιος Καρσλίδης διαβάζει τις σκέψεις

 Το 1957 από την Κρύα Βρύση Γιαννιτσών είχε πάει στο μοναστήρι μία ομάδα συγγενών, δίχως να έχει προειδοποιήσει. Ήταν Δευτέρα της Διακαινησίμου. Ο όσιος Γεώργιος τους περίμενε και είχε ετοιμάσει από μία λαμπάδα κι ένα κόκκινο αυγό για τον καθένα, όσοι ακριβώς ήταν, απευθύνοντας τον κοσμοχαρμόσυνο χαιρετισμό, «Χριστός Ανέστη».

Μία γυναίκα από το χωριό της Σίψας ξεκίνησε να πάει στο εξωκκλήσι του Αγίου Γεωργίου. Στον δρόμο όμως μετάνοιωσε και πήγε στο μοναστήρι του οσίου. Μόλις εισήλθε στην αυλή, τη φώναξε ο όσιος Γέροντας: «Έλα-έλα, εκεί που θα πήγαινες, εκεί θα πας». Πράγματι όταν γύρισε σπίτι της, είχε τόση δύναμη μέσα της, που πήρε κεριά και ξεκίνησε για τον άγιο Γεώργιο. Ούτε κατάλαβε πότε έφθασε, γιατί ήταν ο δρόμος μακρύς και ανηφορικός.

Η ίδια διηγείται πως πήγαινε ο Γέροντας μερικές φορές στο σπίτι τους. Τους έλεγε: «Εγώ θα σας μαγειρέψω σήμερα, θα σας κάνω πιλάφι». Ξαφνικά όμως σηκωνόταν, σαν κάτι να έβλεπε και έλεγε: «Τώρα θα φύγω, γιατί από τη Δράμα έρχονται προσκυνητές στο μοναστήρι. Πρέπει να είμαι εκεί, να τους φιλοξενήσω». Και ετοίμαζε ακριβώς για όσα πρόσωπα θα έρχονταν.

Σε κάποιον του έκανε ζημιά κάποιος στα κτήματά του. Νευριασμένος μονολογούσε: «Να δεις τι θα του κάνω, θα του κάψω τη θημωνιά». Ήταν καιρός νηστείας, νήστευε και πήγαινε στο μοναστήρι να μεταλάβει. Στα μισά του δρόμου σκεφτόταν θυμωμένος τι τον έκανε ο άλλος και αυτός πώς θα τον τιμωρούσε. Το καλοσκέφτηκε και μετανόησε: «Εγώ τι κάνω; Πηγαίνω να κοινωνήσω και δεν μπορώ να τον συγχωρέσω, αλλά λέω θα του κάψω τη θημωνιά;». Έτσι μετανοημένος έφθασε στον όσιο.

Μόλις πήγε να κοινωνήσει, ο όσιος Γέροντας του είπε: «Παύλε, μέχρι τον μισό δρόμο άλλα σκεφτόσουν και ευτυχώς που το μετάνοιωσες». Έμεινε άφωνος, μονολογώντας: «Τι δύναμη, να διαβάζει ακόμη και τις σκέψεις μου…».

Κάποτε πήγαινε ο ψάλτης Χατζηανέστης να κόψει ξύλα. Στον δρόμο είχε ένα ασβεστοκάμινο. Πήγε και πήρε τρία κομμάτια ασβέστη, χωρίς να πληρώσει στον ιδιοκτήτη, γιατί έλειπε.

Όταν επέστρεψε στον όσιο, του είπε αυστηρά: «Αυτό που έκανες δεν ήταν σωστό. Βλέπω τρία σκυλιά που ήρθαν από πίσω σου. Να πας να τον πληρώσεις τον άνθρωπο, γιατί είναι ο ιδρώτας του αυτός». Έτσι κι έκανε.

Από το βιβλίο: (†) Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Ο Όσιος Γεώργιος της Δράμας. Έκδοσις Ι. Μ. Αναλήψεως του Σωτήρος, Ταξιάρχες (Σίψα) Δράμα 2016, σελ. 160, 166, 167 (αποσπάσματα).

 

ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Βίος τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας (1η Ἀπριλίου – διαβάζεται καὶ τὴν Πέμπτη τοῦ Μεγάλου Κανόνος, τῆς Ε΄ Ἑβδομάδος τῶν νηστειῶν)

 Τὸν Βίο τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας συνέγραψε ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος Πατριάρχης Ἱεροσολύμων († 11 Μαρτίου), ὁ ὁποῖος συνέγραψε διάφορα ἀσκητικὰ καὶ ὑμνογραφικὰ κείμενα ποὺ διαποτίζονται ἀπὸ τὸ  πνεῦμα τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας καὶ τῆς ἀσκητικῆς παραδόσεως.

Ἡ Ὁσία Μαρία γεννήθηκε στὴν Αἴγυπτο καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Ἰουστινιανοῦ (527 – 565 μ.Χ.). Ἀπὸ τὰ δώδεκα χρόνια της πέρασε στὴν Αἴγυπτο μία ζωὴ ἀσωτίας, ἀφοῦ ἀπὸ τὴν μικρὴ αὐτὴ ἡλικία διέφθειρε τὴν παρθενία της καὶ εἶχε ἀσυγκράτητο καὶ ἀχόρταγο τὸ πάθος τῆς σαρκικῆς μείξεως. Ζώντας αὐτὴν τὴν ζωὴ δὲν εἰσέπραττε χρήματα, ἀλλὰ ἁπλῶς ἱκανοποιοῦσε τὸ πάθος της. Ἡ ἴδια ἐξαγορεύθηκε στὸν Ἀββᾶ Ζωσιμᾶ ὅτι διετέλεσε: «δημόσιον προκείμενη τῆς ἀσωτίας ὑπέκκαυμα, οὐ δόσεώς τινος, μὰ τὴν ἀλήθειαν, ἕνεκεν», κάνοντας δηλαδὴ τὸ ἔργο της δωρεάν, «ἐκτελοῦσα τὸ ἐν ἐμοὶ καταθύμιον». Καὶ ὅπως τοῦ ἀπεκάλυψε, εἶχε ἀκόρεστη ἐπιθυμία καὶ ἀκατάσχετο ἔρωτα νὰ κυλιέται στὸ βόρβορο ποὺ ἦταν ἡ ζωή της καὶ σκεπτόταν ἔτσι ντροπιάζοντας τὴν ἀνθρώπινη φύση.

Λόγω τῆς ἄσωτης ζωῆς καὶ τῆς σαρκικῆς ἐπιθυμίας ποὺ εἶχε, κάποια φορὰ ἀκολούθησε τοὺς προσκυνητὲς ποὺ πήγαιναν στὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ νὰ προσκυνήσουν τὸν Τίμιο Σταυρό. Καὶ αὐτὸ τὸ ἔκανε, ὄχι γιὰ νὰ προσκυνήσει τὸν Τίμιο Σταυρό, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἔχει πολλοὺς ἐραστὲς ποὺ θὰ ἦταν ἕτοιμοι νὰ ἱκανοποιήσουν τὸ πάθος της. Περιγράφει δὲ καὶ ἡ ἴδια ρεαλιστικὰ  καὶ τὸν τρόπο ποὺ ἐπιβιβάστηκε στὸ πλοιάριο. Καί, ὅπως ἡ ἴδια ἀποκάλυψε, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ταξιδιοῦ της δὲν ὑπῆρχε εἶδος ἀσέλγειας ἀπὸ ὅσα λέγονται καὶ δὲν λέγονται, τοῦ ὁποίου δὲν ἔγινε διδάσκαλος σὲ ἐκείνους τοὺς ταλαίπωρους ταξιδιῶτες. Καὶ ἡ ἴδια ἐξέφρασε τὴν ἀπορία της γιὰ τὸ πῶς ἡ θάλασσα ὑπέφερε τὶς ἀσωτίες της καὶ γιατί ἡ γῆ δὲν ἄνοιξε τὸ στόμα της καὶ δὲν τὴν κατέβασε στὸν ἅδη, ἐπειδὴ εἶχε παγιδεύσει τόσες ψυχές. Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ταξιδιοῦ αὐτοῦ δὲν ἀρκέστηκε στὸ ὅτι διέφθειρε τοὺς νέους, ἀλλὰ διέφθειρε καὶ πολλοὺς ἄλλους ἀπὸ τοὺς κατοίκους τῆς πόλεως καὶ τοὺς ξένους ἐπισκέπτες. Καὶ στὰ Ἱεροσόλυμα ποὺ πῆγε κατὰ τὴν ἑορτὴ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, περιφερόταν στοὺς δρόμους «ψυχὰς νέων ἀγρεύουσα».

Οσία Μαρία η Αιγυπτία, 1192, Ιερά Μονή Παναγία του Άρακα

Αἰσθάνθηκε ὅμως, βαθιὰ μετάνοια ἀπὸ ἕνα θαυματουργικὸ γεγονός. Ἐνῷ εἰσερχόταν στὸ ναὸ γιὰ νὰ προσκυνήσει τὸ Ξύλο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, κάποια δύναμη τὴν ἐμπόδισε νὰ προχωρήσει. Στὴν συνέχεια στάθηκε μπροστὰ σὲ μία εἰκόνα τῆς Παναγίας, ἔδειξε μεγάλη μετάνοια καὶ ζήτησε τὴν καθοδήγηση καὶ βοήθεια τῆς Παναγίας. Μὲ τὴν βοήθεια τῆς Θεοτόκου εἰσῆλθε ἀνεμπόδιστα αὐτὴ τὴν φορὰ στὸν ἱερὸ ναὸ καὶ προσκύνησε τὸν Τίμιο Σταυρό. Στὴν συνέχεια, ἀφοῦ εὐχαρίστησε τὴν Παναγία, ἄκουσε φωνὴ ποὺ τὴν προέτρεπε νὰ πορευθεῖ στὴν ἔρημο, πέραν τοῦ Ἰορδάνου. Ἀμέσως ζήτησε τὴν συνδρομὴ καὶ τὴν προστασία τῆς Θεοτόκου καὶ πῆρε τὸν δρόμο της πρὸς τὴν ἔρημο, ἀφοῦ προηγουμένως πέρασε ἀπὸ τὴν ἱερὰ μονὴ τοῦ Βαπτιστοῦ στὸν Ἰορδάνη ποταμὸ καὶ κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Στὴν ἔρημο ἔζησε σαράντα ἑπτὰ χρόνια, χωρὶς ποτὲ νὰ συναντήσει ἄνθρωπο.

Κατὰ τὰ πρῶτα δεκαεπτὰ χρόνια στὴν ἔρημο, πάλεψε πολὺ σκληρὰ γιὰ νὰ νικήσει τοὺς λογισμοὺς καὶ τὶς ἐπιθυμίες της, οὐσιαστικὰ γιὰ νὰ νικήσει τὸν διάβολο ποὺ τὴν πολεμοῦσε μὲ τὶς ἀναμνήσεις τῆς προηγούμενης ζωῆς.

Οσία Μαρία η Αιγυπτία και Όσιος Ζωσιμάς. Τοιχογραφία του 17ου αιώνα στο Άγιο Όρος

Ἡ Ὁσία ζοῦσε δεκαεπτὰ χρόνια στὴν ἔρημο «θηρσὶν ἀνημέροις ταῖς ἀλόγοις ἐπιθυμίαις πυκτεύουσα». Εἶχε πολλὲς ἐπιθυμίες φαγητῶν, ποτῶν καὶ «πορνικῶν ᾀσμάτων» καὶ πολλοὺς λογισμοὺς ποὺ τὴν ὠθοῦσαν πρὸς τὴν πορνεία. Ὅμως, ὅταν ἐρχόταν κάποιος λογισμὸς μέσα της, ἔπεφτε στὴν γῆ, τὴν ἔβρεχε μὲ δάκρυα καὶ δὲν σηκωνόταν ἀπὸ τὴ γῆ «ἕως ὅτου τὸ φῶς ἐκεῖνο τὸ γλυκὺ περιέλαμψεν καὶ τοὺς λογισμοὺς τοὺς ἐνοχλοῦντας μοι ἐδίωξεν». Συνεχῶς προσευχόταν στὴν Παναγία, τὴν ὁποία εἶχε ἐγγυήτρια τῆς ζωῆς τῆς μετανοίας ποὺ ἔκανε. Τὸ ἱμάτιό της σχίσθηκε καὶ καταστράφηκε καὶ ἔκτοτε παρέμεινε γυμνή. Καιγόταν ἀπὸ τὸν καύσωνα καὶ ἔτρεμε ἀπὸ τὸν παγετὸ καὶ «ὡς πολλάκις με χαμαὶ πεσοῦσαν ἄπνουν μεῖναι σχεδὸν καὶ ἀκίνητον».

Ὕστερα ἀπὸ σκληρὸ ἀγῶνα, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν συνεχὴ προστασία τῆς Παναγίας, ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τοὺς λογισμοὺς καὶ τὶς ἐπιθυμίες, ὁπότε μεταμορφώθηκε τὸ λογιστικὸ καὶ παθητικὸ μέρος τῆς ψυχῆς της, καθὼς ἐπίσης ἐθεώθηκε καὶ τὸ σῶμα της.

Λόγω τῆς μεγάλης πνευματικῆς της καταστάσεως στὴν ὁποία ἔφθασε ἡ Ὁσία Μαρία, ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸ τὸ διορατικὸ χάρισμα.

Ἦταν γυμνὴ ἀλλὰ τὸ σῶμα της ὑπερέβη τὶς ἀνάγκες τῆς φύσεως. Λέγει ἡ ἴδια: «Γυνὴ γὰρ εἰμί, καὶ γυμνή, καθάπερ ὁρᾷς, καὶ τὴν αἰσχύνην τοῦ σώματός μου ἀπερικάλυπτον ἔχουσα». Τὸ σῶμα τρεφόταν μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ: «Τρέφομαι γὰρ καὶ σκέπτομαι τῷ ῥήματι τοῦ Θεοῦ διακρατοῦντος τὰ σύμπαντα». Στὴ περίπτωσή της, ὅπως καὶ σὲ ἄλλες περιπτώσεις Ἁγίων, παρατηροῦμε ὅτι ἀναστέλλονται οἱ ἐνέργειες τοῦ σώματος. Αὐτὴ ἡ ἀναστολὴ τῶν σωματικῶν ἐνεργειῶν ὀφειλόταν στὸ ὅτι ἡ ψυχή της δεχόταν τὴν ἐνέργεια τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καὶ αὐτὴ ἡ θεία ἐνέργεια διαπορθμευόταν καὶ στὸ σῶμα της: «Ἀρκεῖν εἰποῦσα τὴν χάριν τοῦ Πνεύματος, ὥστε συντηρεῖν τὴν οὐσίαν τῆς ψυχῆς ἀμίαντον».

Οσία Μαρία η Αιγυπτία και Όσιος Ζωσιμάς

Ἐκείνη τὴν περίοδο ἀσκήτευε σὲ ἕνα μοναστήρι ὁ Ἱερομόναχος Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς († 4 Ἀπριλίου), ποὺ ἦταν κεκοσμημένος μὲ ἁγιότητα βίου. Ἔβλεπε θεία ὁράματα, καθὼς τοῦ εἶχε δοθεῖ τὸ χάρισμα τῶν θείων ἐλλάμψεων, λόγω τοῦ ὅτι ζοῦσε μέχρι τὰ πενήντα τρία του χρόνια μὲ μεγάλη ἄσκηση καὶ ἦταν φημισμένος στὴν περιοχή του. Τότε, ὅμως, εἰσῆλθε μέσα του ἕνας λογισμὸς κάποιας πνευματικῆς ὑπεροψίας, γιὰ τὸ ἂν δηλαδὴ ὑπῆρχε ἄλλος μοναχὸς ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ τὸν ὠφελήσει ἢ νὰ τοῦ διδάξει κάποιο καινούργιο εἶδος ἀσκήσεως. Ὁ Θεός, γιὰ νὰ τὸν διδάξει καὶ νὰ τὸν διορθώσει, τοῦ ἀποκάλυψε ὅτι κανένας ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ φθάσει στὴν τελειότητα. Καὶ στὴν συνέχεια τοῦ ὑπέδειξε νὰ πορευθεῖ σὲ ἕνα μοναστήρι ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὸν Ἰορδάνη ποταμό.

Ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς ὑπάκουσε στὴν φωνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ πῆγε στὸ μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ, ποὺ τοῦ ὑποδείχθηκε. Ἐκεῖ συνάντησε τὸν ἡγούμενο καὶ τοὺς μοναχούς, καὶ διέκρινε ὅτι ἀκτινοβολοῦσαν τὴ Χάρη καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ζώντας ἔντονη μοναχικὴ ζωὴ μὲ ἀκτημοσύνη, μὲ μεγάλη ἄσκηση καὶ ἀδιάλειπτη προσευχή.

Στὸ μοναστήρι αὐτὸ ὑπῆρχε ἕνας κανόνας. Σύμφωνα μὲ αὐτόν, τὴν Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς πρὸ τῆς ἐνάρξεως τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, ἀφοῦ οἱ μοναχοὶ κοινωνοῦσαν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, προσεύχονταν καὶ ἀσπάζονταν μεταξύ τους, καὶ ἔπειτα ἐλάμβαναν ὁ καθένας  τους μερικὲς τροφὲς καὶ ἔφευγαν στὴν ἔρημο πέραν τοῦ Ἰορδάνου, γιὰ νὰ ἀγωνισθοῦν κατὰ τὴν περίοδο τῆς Τεσσαρακοστῆς τὸν ἀγῶνα τῆς ἀσκήσεως. Ἐπέστρεφαν δὲ στὸ μοναστήρι τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, γιὰ νὰ ἑορτάσουν τὰ Πάθη, τὸν Σταυρὸ καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Εἶχαν ὡς κανόνα νὰ μὴν συναντᾶ κανεὶς τὸν ἄλλο ἀδελφὸ στὴν ἔρημο καὶ νὰ μὴν τὸν ἐρωτᾶ, ὅταν ἐπέστρεφαν, γιὰ τὸ εἶδος τῆς ἀσκήσεως ποὺ ἔκανε τὴν περίοδο αὐτή.

Αὐτὸν τὸν κανόνα ἐφάρμοσε καὶ ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς. Ἀφοῦ ἔλαβε ἐλάχιστες τροφές, βγῆκε ἀπὸ τὸ μοναστήρι καὶ πορεύθηκε στὴν ἔρημο, ἔχοντας τὴν ἐπιθυμία νὰ εἰσέλθει ὅσο μποροῦσε πιὸ βαθειὰ σὲ αὐτή, μὲ τὴν ἐλπίδα μήπως συναντήσει κάποιον ἀσκητὴ ποὺ θὰ τὸν βοηθοῦσε νὰ φθάσει σὲ αὐτὸ ποὺ ποθοῦσε. Πορευόταν προσευχόμενος καὶ τρώγοντας ἐλάχιστα. Κοιμόταν δὲ ὅπου εὑρισκόταν.

Εἶχε περπατήσει μία πορεία εἴκοσι ἡμερῶν ὅταν, κάποια στιγμὴ ποὺ κάθισε νὰ ξεκουραστεῖ καὶ ἔψελνε, εἶδε στὸ βάθος μία σκιὰ ποὺ ἔμοιαζε μὲ ἀνθρώπινο σῶμα. Στὴν ἀρχὴ θεώρησε ὅτι ἦταν δαιμονικὸ φάντασμα, ἀλλὰ ἔπειτα διαπίστωσε ὅτι ἦταν ἄνθρωπος. Αὐτὸ τὸ ὂν ποὺ ἔβλεπε ἦταν γυμνό, εἶχε μαῦρο σῶμα –τὸ σῶμα αὐτὸ προερχόταν ἀπὸ τὶς ἡλιακὲς ἀκτῖνες– καὶ εἶχε στὸ κεφάλι του λίγες ἄσπρες τρίχες, ποὺ δὲν ἔφθαναν πιὸ κάτω ἀπὸ τὸν λαιμό. Ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς ἔβλεπε τὴν Ὁσία Μαρία, τὴν ὥρα ποὺ προσευχόταν. Ἡ Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία ἀσκοῦσε τὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ καὶ μάλιστα ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς τὴν εἶδε ὅταν ἐκείνη ὕψωσε τὰ μάτια της στὸν οὐρανὸ καὶ ἅπλωσε τὰ χέρια της καὶ «ἤρξατο εὔχεσθαι ὑποψιθυρίζουσα· φωνὴ δὲ αὐτῆς οὐκ ἠκούετο ἔναρθρος». Καὶ σὲ κάποια στιγμή, ἐνῷ ἐκεῖνος καθόταν σύντρομος, «ὁρᾷ αὐτὴν ὑψωθεῖσαν ὡς ἕνα πῆχυν ἀπὸ τῆς γῆς καὶ τῷ ἀέρι κρεμαμένην καὶ οὕτω προσεύχεσθαι».

Ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς προσπάθησε νὰ πλησιάσει, γιὰ νὰ διαπιστώσει τί ἦταν αὐτὸ ποὺ ἔβλεπε, ἀλλὰ τὸ ἀνθρώπινο ἐκεῖνο ὂν ἀπομακρυνόταν. Ἔτρεχε ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς, ἔτρεχε καὶ ἐκεῖνο. Καὶ ὁ Ἀββᾶς κραύγαζε μὲ δάκρυα πρὸς αὐτὸ ὥστε νὰ σταματήσει, γιὰ νὰ λάβει τὴν εὐλογία του. Ἐκεῖνο ὅμως δὲν ἀνταποκρινόταν. Μόλις ἔφθασε ὁ Ἀββᾶς σὲ κάποιο χείμαρρο καὶ ἀπόκαμε, ἐκεῖνο τὸ ἀνθρώπινο ὂν ἀφοῦ τὸν ἀποκάλεσε μὲ τὸ μικρό του ὄνομα, πρᾶγμα ποὺ προκάλεσε μεγάλη ἐντύπωση στὸν Ἀββᾶ, τοῦ εἴπε ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ γυρίσει καὶ νὰ τὸν δεῖ κατὰ πρόσωπο, γιατί εἶναι γυναῖκα γυμνὴ καὶ ἔχει ἀκάλυπτα τὰ μέλη τοῦ σώματός της. Τὸν παρακάλεσε, ἂν θέλει, νὰ τῆς δώσει τὴν εὐχή του καὶ νὰ τῆς ρίξει ἕνα κουρέλι ἀπὸ τὰ ροῦχα του, γιὰ νὰ καλύψει τὸ γυμνὸ σῶμα της. Ὁ Ἀββᾶς ἔκανε ὅτι τοῦ εἶπε καὶ τότε ἐκείνη στράφηκε πρὸς αὐτόν. Ὁ Ἀββᾶς ἀμέσως γονάτισε γιὰ νὰ λάβει τὴν εὐχή της, ἐνῷ τὸ ἴδιο ἔκανε καὶ ἐκείνη. Καὶ παρέμειναν καὶ οἱ δυὸ γονατιστοὶ «ἕκαστος ἐξαιτῶν εὐλογῆσαι τὸν ἕτερον».

Ἐπειδὴ ὁ Ἀββᾶς ἀναρωτιόταν μήπως ἔβλεπε μπροστά του κάποιο ἄυλο πνεῦμα, ἐκείνη διακρίνοντας τοὺς λογισμούς του, τοῦ εἶπε ὅτι εἶναι ἁμαρτωλή, ποὺ ἔχει περιτειχισθεῖ ἀπὸ τὸ ἅγιο Βάπτισμα καὶ εἶναι χῶμα καὶ στάχτη καὶ ὄχι ἄυλο πνεῦμα.

Ἡ Ὁσία Μαρία κατὰ τὴν συνάντηση αὐτή, ἀφοῦ ἀποκάλυψε ὅλη τὴν ζωή της, ζήτησε ἀπὸ τὸν Ἀββᾶ Ζωσιμᾶ νὰ ἔλθει κατὰ τὴν Μεγάλη Πέμπτη τῆς ἑπόμενης χρονιᾶς, σὲ ἕναν ὁρισμένο τόπο στὴν ὄχθη τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ, κοντὰ σὲ μία κατοικημένη περιοχή, γιὰ νὰ τὴν κοινωνήσει, ὕστερα ἀπὸ πολλὰ χρόνια μεγάλης μετάνοιας ποὺ μεταμόρφωσε τὴν ὕπαρξή της. «Καὶ νῦν ἐκείνου ἐφίεμαι ἀκατασχέτῳ τῷ ἔρωτι», τοῦ εἶπε, δηλαδὴ εἶχε ἀκατάσχετο ἔρωτα νὰ κοινωνήσει τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς ἐπέστρεψε στὸ μοναστήρι χωρὶς νὰ πεῖ σὲ κανένα τί ἀκριβῶς συνάντησε, σύμφωνα ἄλλωστε καὶ μὲ τὸν κανόνα ποὺ ὑπῆρχε σὲ ἐκείνη τὴν ἱερὰ μονή. Ὅμως, συνεχῶς παρακαλοῦσε τὸν Θεὸ νὰ τὸν ἀξιώσει νὰ δεῖ καὶ πάλι «τὸ ποθούμενον πρόσωπον» τὴν ἑπόμενη χρονιὰ καὶ μάλιστα ἦταν στεναχωρημένος γιατί δὲν περνοῦσε ὁ χρόνος, καθὼς ἤθελε ὅλος αὐτὸς ὁ χρόνος νὰ ἦταν μία ἡμέρα.

Τὸ ἑπόμενο ἔτος ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς ἀπὸ κάποια ἀρρώστια δὲν μπόρεσε νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸ μοναστήρι στὴν ἔρημο, ὅπως ἔκαναν οἱ ἄλλοι πατέρες στὴν ἀρχὴ τῆς Σαρακοστῆς καὶ ἔτσι παρέμεινε στὸ μοναστήρι. Καὶ τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, ὅταν εἶχαν ἐπιστρέψει οἱ ἄλλοι πατέρες τῆς Μονῆς, ἐκεῖνος ἑτοιμάσθηκε νὰ πορευθεῖ στὸν τόπο ποὺ τοῦ εἶχε ὑποδείξει ἡ Ὁσία, γιὰ νὰ τὴν κοινωνήσει.

Τὴν Μεγάλη Πέμπτη πῆρε μαζί του σὲ ἕνα μικρὸ ποτήρι τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, πῆρε μερικὰ σύκα καὶ χουρμάδες καὶ λίγη βρεγμένη φακὴ καὶ βγῆκε ἀπὸ τὸ μοναστήρι γιὰ νὰ συναντήσει τὴν Ὁσία Μαρία. Ἐπειδὴ ὅμως ἐκείνη ἀργοποροῦσε νὰ ἔλθει στὸν καθορισμένο τόπο, ὁ Ἀββᾶς προσευχόταν στὸν Θεὸ μὲ δάκρυα νὰ μὴν τοῦ στερήσει λόγω τῶν ἁμαρτιῶν του τὴν εὐκαιρία νὰ τὴ δεῖ ἐκ νέου.

Μετὰ τὴν θερμὴ προσευχὴ τὴν εἶδε ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ, νὰ κάνει τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, νὰ πατᾶ πάνω στὸ νερὸ τοῦ ποταμοῦ «περιπατοῦσαν ἐπὶ τῶν ὑδάτων ἐπάνω καὶ πρὸς ἐκεῖνον βαδίζουσαν». Στὴν συνέχεια ἡ Ὁσία τὸν παρακάλεσε νὰ πεῖ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως καὶ τὸ «Πάτερ ἡμῶν». Ἀκολούθως ἀσπάσθηκε τὸν Ἀββᾶ Ζωσιμᾶ καὶ κοινώνησε τῶν ζωοποιῶν Μυστηρίων. Ἔπειτα ὕψωσε τὰ χέρια της στὸν οὐρανό, ἀναστέναξε μὲ δάκρυα καὶ εἶπε: «Νῦν ἀπολύεις τὴν δούλην σου, ὦ Δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμά σου ἐν εἰρήνῃ· ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου».

Στὴν συνέχεια, ἀφοῦ τὸν παρακάλεσε νὰ ἔλθει καὶ τὸ ἑπόμενο ἔτος στὸ χείμαρρο ποὺ τὴν εἶχε συναντήσει τὴν πρώτη φορά, ζήτησε τὴν προσευχή του. Ὁ Ἀββᾶς ἄγγιξε τὰ πόδια τῆς Ὁσίας, ζήτησε καὶ αὐτὸς τὴν προσευχή της καὶ τὴν ἄφησε νὰ φύγει «στένων καὶ ὀδυρόμενος», διότι τολμοῦσε «κρατῆσαι τὴν ἀκράτητον». Ἐκείνη ἔφυγε κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἦλθε, πατώντας δηλαδὴ πάνω στὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ.

Τὸ ἑπόμενο ἔτος, σύμφωνα καὶ μὲ τὴν παράκληση τῆς Ὁσίας, ὁ Ἀββᾶς βιαζόταν νὰ φθάσει «πρὸς ἐκεῖνο τὸ παράδοξο θέαμα». Ἀφοῦ βάδισε πολλὲς ἡμέρες καὶ ἔφθασε στὸν τόπο ἐκεῖνο, ἔψαχνε «ὡς θηρευτὴς ἐμπειρότατος» νὰ δεῖ «τὸ γλυκύτατο θήραμα», τὴν Ὁσία τοῦ Θεοῦ. Ὅμως δὲν τὴν ἔβλεπε πουθενά. Τότε ἄρχισε νὰ προσεύχεται στὸν Θεὸ κατανυκτικά: «Δεῖξόν μοι, Δέσποτα, τὸν θησαυρόν σου τὸν ἄσυλον, ὃν ἐν τῇδε τῇ ἐρήμῳ κατέκρυψας· δεῖξόν μοι, δέομαι, τὸν ἐν σώματι ἄγγελον, οὗ οὐκ ἔστιν ὁ κόσμος ἀπάξιος». Γιὰ τὸν Ἀββᾶ Ζωσιμᾶ ἡ Ὁσία Μαρία ἦταν ἄθικτος θησαυρός, ἄγγελος μέσα σὲ σῶμα, ποὺ ὁ κόσμος δὲν ἦταν ἄξιος νὰ τὸν ἔχει. Καὶ προσευχόμενος μὲ τὰ λόγια αὐτὰ εἶδε «κεκειμένην τὴν Ὁσίαν νεκράν, καὶ τὰς χεῖρας οὕτως ὥσπερ ἔδει τυπώσασαν καὶ πρὸς ἀνατολὰς ὁρῶσαν κειμένην τῷ σχήματι». Βρῆκε δὲ καὶ δική της γραφὴ ποὺ ἔλεγε: «Θάψον, ἀββᾶ Ζωσιμᾶ, ἐν τούτῳ τῷ τόπῳ τῆς ταπεινῆς Μαρίας τὸ λείψανον, ἀποδὸς τὸν χοῦν  τῷ χοΐ, ὑπὲρ ἐμοῦ διὰ παντὸς πρὸς τὸν Κύριον προσευχόμενος, τελειωθείσης, μηνὶ Φαρμουθὶ (κατ’ Αἰγυπτίους, ὅπως ἐστὶ κατὰ Ρωμαίους Ἀπρίλιος), ἐν αὐτῇ δὲ τῇ νυκτὶ τοῦ πάθους τοῦ σωτηρίου, μετὰ τὴν τοῦ θείου καὶ μυστικοῦ δείπνου μετάληψιν». Τὴν βρῆκε δηλαδὴ νεκρή, κείμενη στὴν γῆ, μὲ τὰ χέρια σταυρωμένα καὶ βλέποντας πρὸς τὴν ἀνατολή. Συγχρόνως βρῆκε καὶ γραφὴ ποὺ τὸν παρακαλοῦσε νὰ τὴν ἐνταφιάσει.

Ἡ Ὁσία κοιμήθηκε τὴν ἴδια ἡμέρα ποὺ κοινώνησε, ἀφοῦ εἶχε διασχίσει σὲ μία ὥρα ἀπόσταση τὴν ὁποία διήνυσε τὸ ἑπόμενο ἔτος ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς σὲ εἴκοσι ἡμέρες. Γράφει ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος: «καὶ ἥνπερ ὤδευσεν ὁδὸν Ζωσιμᾶς διὰ εἴκοσι ἡμερῶν κοπιῶν, εἰς μίαν ὥραν Μαρίαν διέδραμεν, καὶ εὐθὺς πρὸς τὸν Θεὸν ἐξεδήμησεν». Τὸ σῶμα της εἶχε ἀποκτήσει ἄλλες ἰδιότητες, εἶχε μεταμορφωθεῖ.

Οσία Μαρία η Αιγυπτία και Όσιος Ζωσιμάς. Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.)

Στὴν συνέχεια ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς, ἀφοῦ ἔκλαψε πολὺ καὶ εἶπε ψαλμοὺς κατάλληλους γιὰ τὴν περίσταση, «ἐποίησεν εὐχὴν ἐπιτάφιον». Καὶ μετὰ μὲ μεγάλη κατάνυξη, «βρέχων τὸ σῶμα τοῖς δάκρυσι» ἐπιμελήθηκε τὰ τῆς ταφῆς. Ἐπειδή, ὅμως, ἡ γῆ ἦταν σκληρὴ καὶ ὁ ἴδιος ἦταν προχωρημένης ἡλικίας, γι’ αὐτὸ δὲν μποροῦσε νὰ τὴν σκάψει καὶ βρισκόταν σὲ ἀπορία. Τότε «ὁρᾷ λέοντα μέγαν τῷ λειψάνῳ τῆς Ὁσίας παρεστῶτα καὶ τὰ ἴχνη αὐτῆς ἀναλείχοντα», δηλαδὴ εἶδε ἕνα λιοντάρι νὰ στέκεται δίπλα στὸ λείψανο τῆς Ὁσίας καὶ νὰ γλείφει τὰ ἴχνη της. Ὁ Ἀββᾶς τρόμαξε, ἀλλὰ τὸ ἴδιο τὸ λιοντάρι «οὐχὶ τοῦτον τοῖς κινήμασι μόνον ἀσπαζόμενον, ἀλλὰ καὶ προθέσει», δηλαδὴ τὸ ἴδιο τὸ λιοντάρι καλόπιανε τὸν Ἀββᾶ καὶ τὸν παρακινοῦσε καὶ μὲ τὶς κινήσεις του καὶ μὲ τὶς προθέσεις του, νὰ προχωρήσει στὸν ἐνταφιασμό της. Λαμβάνοντας ὁ Ἀββᾶς θάρρος ἀπὸ τὸ ἥμερο τοῦ λιονταριοῦ, τὸ παρακάλεσε νὰ σκάψει αὐτὸ τὸ ἴδιο τὸν λάκκο, γιὰ νὰ ἐνταφιασθεῖ τὸ ἱερὸ λείψανο τῆς Ὁσίας Μαρίας, ἐπειδὴ ἐκεῖνος ἀδυνατοῦσε. Τὸ λιοντάρι ὑπάκουσε. «Εὐθὺς δὲ ἅμα τῷ σώματι θαπτόμενο», δηλαδὴ μὲ τὰ μπροστινά του πόδια ἔσκαψε τὸ λάκκο, ὅσο ἔπρεπε, γιὰ νὰ ἐνταφιασθεῖ τὸ σκήνωμα τῆς Ὁσίας Μαρίας.

Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, Οσία Μαρία η Αιγυπτία. Φορητή εικόνα του 19ου αιώνα στην Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου Ορούντης

Ὁ ἐνταφιασμὸς τῆς Ὁσίας ἔγινε προσευχομένου τοῦ Ἀββᾶ Ζωσιμᾶ καὶ τοῦ λιονταριοῦ «παρεστῶτος». Μετὰ τὸν ἐνταφιασμὸ ἔφυγαν καὶ οἱ δύο, «ὁ μὲν λέων ἐπὶ τὰ ἔνδον τῆς ἐρήμου ὡς πρόβατον ὑπεχώρησε. Ζωσιμᾶς δὲ ὑπέστρεψεν, εὐλογῶν καὶ αἰνῶν τὸν Θεὸν ἡμῶν».

Καὶ ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ἱεροσολύμων, καταλήγει ὅτι ἔγραψε αὐτὸ τὸ βίο «κατὰ δύναμιν» καὶ «τῆς ἀληθείας μηδὲν προτιμῆσαι θέλων».

Ὁ βίος τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, δείχνει πῶς μία πόρνη μπορεῖ νὰ γίνει κατὰ Χάριν θεός, πῶς ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ γίνει ἄγγελος ἐν σώματι καὶ πῶς ἡ κατὰ Χριστὸν ἐλπίδα μπορεῖ νὰ ἀντικαταστήσει τὴν ὑπὸ τοῦ διαβόλου προερχόμενη ἀπόγνωση. Στὸ πρόσωπο τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας βλέπουμε τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἀναζητᾶ τὴν ἡδονὴ καὶ κυνηγᾶ τοὺς ἀνθρώπους γιὰ τὴν ἱκανοποίησή τους, ἀλλὰ ὅμως μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νὰ ἐξαγιασθεῖ τόσο πολύ, ὥστε νὰ φθάσει στὸ σημεῖο νὰ τὴν κυνηγοῦν οἱ Ἅγιοι γιὰ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία της καὶ νὰ ἀσπασθοῦν τὸ τετιμημένο της σῶμα, καθὼς ἐπίσης νὰ τὴ σέβονται καὶ τὰ ἄγρια ζῶα.

Ἡ Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία μὲ τὴν μετάνοιά της, τὴν βαθιά της ταπείνωση, τὴν ὑπέρβαση ἐν Χάριτι τοῦ θνητοῦ καὶ παθητοῦ σώματός της, ἀφ’ ἐνὸς μὲν προσφέρει μία παρηγοριὰ σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ἀφ’ ἑτέρου δὲ ταπεινώνει ἐκείνους ποὺ ὑπερηφανεύονται γιὰ τὰ ἀσκητικά τους κατορθώματα. Δὲν ἡμέρωσε μόνο τὰ ἄγρια θηρία ποὺ ὑπῆρχαν μέσα της, δηλαδὴ τὰ ἄλογα πάθη, ἀλλὰ ὑπερέβη ὅλα τὰ ὅρια τῆς ἀνθρώπινης φύσεως καὶ ἡμέρωσε ἀκόμη καὶ τὰ ἄγρια θηρία τῆς κτίσεως.

Αὐτὸς εἶναι ὁ σκοπὸς καὶ ὁ πλοῦτος τῆς ἐνανθρωπίσεως τοῦ Χριστοῦ, ποὺ φυλάσσεται μέσα στὴν Ἐκκλησία. Μὲ τὴν ἀποκαλυπτικὴ θεολογία καὶ τὴν ἐν Χριστῷ ζωῇ ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ μεταμορφωθεῖ ὁλοκληρωτικά. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας καὶ τὴν Ε’ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν.

Πηγή: www.imaik.gr

Κυριακή 30 Μαρτίου 2025

Ἡ Ἁγία Εὐβούλη (30-3-2008).

 

Ἡ Ἁγία Εὐβούλη (30-3-2008).


          Οἱ διάφορες γιορτές καί πανηγυρικές ἐκδηλώσεις ξεκουράζουν, ἀλλά καί διδάσκουν τούς ἀνθρώπους. Στολίζουν τήν ζωή καί σπᾶνε τήν ρουτίνα τῆς καθημερινότητας. Γι᾿ αὐτό χαρακτηριστικά ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες " βίος ἀνεόρταστος, μακρά ὁδός ἀπανδόχευτος". Δηλαδή ζωή χωρίς γιορτές μοιάζει μέ μακρύ δρόμο χωρίς πανδοχεῖο, δίχως στάση σέ κάποιο μέρος γιά ξεκούραση.
Ἐάν λοιπόν οἱ διάφορες ἑορταστικές ἐκδηλώσεις στολίζουν τήν ζωή καί ξεκουράζουν, οἱ ἐκκλησιαστικές καί θρησκευτικές, πού μέ πολλή σοφία θέσπισε ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, ἐπιπροσθέτως  μᾶς διδάκουν καί μᾶς στέλνουν σπουδαῖα, ὑψηλά καί σωτήρια πνευματικά μηνύματα. Μᾶς ὑπενθυμίζουν τήν χριστιανική μας ταυτότητα καί μᾶς κεντρίζουν τήν θέληση νά ἀγωνισθοῦμε, ὥστε νά ἐπιτύχουμε τόν ὑψηλότατο καί σπουδαιότατο στόχο μας, πού εἶναι ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας.
Σ᾿ αὐτήν τήν προσπάθεια τῆς πνευματικῆς τελειότητας καί ψυχικῆς σωτηρίας πολύ βοηθεῖται ὁ χριστιανός ἀπό τήν μελέτη ἤ τήν διήγηση τῆς ζωῆς τῶν Ἁγίων, τῶν φιλοθέων ἐκείνων ἀνδρῶν καί γυναικῶν, πού ἔκαναν τά πάντα, ἔδωσαν τά πάντα μόνο καί μόνο γιά νά κερδίσουν τόν Χριστό καί νά γίνουν παραδείσου οἰκήτορες.
Μία τέτοια ἁγία ψυχή γιορτάζουμε σήμερα, τιμοῦμε τήν μνήμη της καί ἐπιζητοῦμε τίς εὐχές καί πρεσβεῖες της. Εἶναι ἡ ἁγία Εὐβούλη, ἡ μητέρα τοῦ ἁγίου Παντελεήμονος.
Ἐπιθυμῶ νά εὐχαριστήσω ἀπό καρδίας τήν ἁγία Καθηγουμένη τῆς παρακειμένης Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Παντελεήμονος, διότι μέ προσκάλεσε καί ἀνέθεσε στήν ἀναξιότητά μου νά μιλήσω σήμερα στήν σεβαστή αὐτή ὁμήγυρη. Εὐχαριστῶ καί ὅλους ἐσᾶς, πού μέ προσοχή θά ἀκούσετε τά φτωχά αὐτά λόγια μου.
Βέβαια τά στοιχεῖα πού ἔχουμε στή διάθεσή μας γιά τήν ἁγία Εὐβούλη δέν εἶναι πολλά. Ἀρκοῦν ὅμως γιά νά βγάλουμε σπουδαῖα διδάγματα καί νά φύγουμε ἀπό ἐδῶ ὅλοι μας ὀφελημένοι.

Βρισκόμαστε στή Νικομήδεια  τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, σέ ἐποχή πού ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ περνοῦσε μία διαρκῆ Μεγάλη Παρασκευή. Στήν περιοχή ἐκείνη πού ἔδωσε τούς περισσότερους ἁγίους στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, Ἱεράρχες, Ὁσίους καί Μάρτυρες. Ἐκεῖ εἶδε τό φῶς τῆς ζωῆς ὁ ἀθλοφόρος ἅγιος καί ἰαματικός Παντελεήμων ὁ μεγαλομάρτυς, πρός τά τέλη τοῦ 3ου μ. Χ. αἰώνα.
Ὁ πατέρας του Εὐστόργιος ἦταν εἰδωλολάτρης καί κατεῖχε ὑψηλή θέση στά ἀνάκτορα τῆς Νικομήδειας. Εὔστοχα σημειώνει ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Μεταφραστής, ὅτι ἦταν ἐπιφανής τόν βίον καί ἐπιφανέστερος τήν ἀσέβειαν, διότι εἶχε σπουδαῖο ζῆλο γιά τούς ψεύτικους θεούς. Ἀκολουθοῦσε τήν θρησκεία ἐκείνη, πού καλλιεργοῦσε τίς ἡδονές, κολάκευε τά πάθη, τροφοδοτοῦσε τίς πονηρές ἐπιθυμίες καί γνωρίζουμε πολύ καλά πόσο ὅλα αὐτά παρασύρουν τούς νέους καί τούς ὁδηγοῦν στήν ἱκανοποίηση τῶν ἐνστίκτων, στήν ἀπόλαυση τῆς ἁμαρτίας. Ἄν ἐκεῖνος εἶχε τόσο ζῆλο γιά τήν πλάνη καί τά εἴδωλα, πόσο μεγαλύτερο πρέπει νά δείχνουμε ἐμεῖς, πού ἔχουμε τήν ἀληθινή πίστη;
Λέει ὁ Ἠλίας Μηνιάτης: Ὀφείλουμε νά εὐχαριστοῦμε τόν Θεό γιά τρία πράγματα. 1Γιατί εἴμαστε πιστοί καί ὄχι ἄπιστοι. 2) Γιατί εἴμαστε Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι καί ὄχι αἱρετικοί, καί 3) Γιατί εἴμαστε χριστιανοί, ὄχι μόνο στά λόγια, ἀλλά καί στά ἔργα καί στή ζωή. Τά δύο πρῶτα, πιστεύω, ὅτι τά ἔχουμε σίγουρα. Ἀπομένει μέ τόν προσωπικό μας ἀγώνα νά ἐπιτύχουμε τό τρίτο.
Ἀντίθετα ἀπό τόν πατέρα τοῦ Ἁγίου, ἡ μητέρα του Εὐβούλη ἦταν χριστιανή καί μάλιστα εὐσεβέστατη καί ἁγία γυναίκα, κόρη εὐσεβῶν χριστιανῶν γονέων. Ἦταν γυναίκα ἀνδρεία, ὅπως τήν θέλει ἡ Ἁγία Γραφή. Ἀλλά καί οἱ γονεῖς τῶν γονέων της ἦταν χριστιανοί, ἀφοῦ ἔχουμε τήν μαρτυρία, ὅτι κατήγετο ἐκ προγόνων τόν Χριστόν σεβομένων. Ὁ νεαρός Παντελεήμων προτίμησε νά ἀκολουθήσει στήν πίστη τήν μητέρα του, τήν πίστη στόν Ἰησοῦ Χριστό, πού καλεῖ κοντά του τούς ἀνθρώπους νά τόν ἀκολουθήσουν βαστάζοντες τόν σταυρό τους, ἀπαρνούμενοι τόν ἑαυτό τους. Διάλεξε τόν Κύριο, πού ὑπόσχεται, ὄχι ζωή ἄνεσης, ἀλλά ζωή ἐγκράτειας καί ἄσκησης, ἀκόμη δέ μαρτύριο καί θάνατο. Καί ὅς οὐ λαμβάνει τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος.
Βλέπουμε λοιπόν, πώς μέσα στό σπίτι ὑπῆρχαν σοβαρές ἀντιθέσεις, διαφορές μεγάλες. Δέν εἶναι μικρό καί ἀσήμαντο πρᾶγμα ἡ διαφορά τῆς πίστεως. Ἔτσι θά περίμενε κανείς νά ὑπάρχουν ἀνάμεσά τους διενέξεις καί ἔριδες, διαμάχες καί ἀναστατώσεις. Ὄχι ὅμως, ἐπικρατοῦσε ἀπόλυτη ἁρμονία καί γαλήνη, γιατί ὁ ἕνας ἀγαποῦσε τόν ἄλλο μέ πραγματική ἀγάπη.
Τί ἔχουμε νά ποῦμε ἐδῶ; Τί διδασκόμαστε; Ἀγαποῦμε τόν ἄνθρωπο, ὅποιος καί ἄν εἶναι, ὅσο ἁμαρτωλός καί ἄν εἶναι. Δέν θέλουμε τήν ἁμαρτία του, τήν πλάνη του, ὅ,τι τόν κακοχαρακτηρίζει. Λέγει καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: Ἀγαποῦμε ὅ,τι δημιούργησε Θεός καί μισοῦμε ὅ,τι ἔκανε ὁ διάβολος. Ὁ ὁποιοσδήποτε ἄνθρωπος δημιούργημα τοῦ Θεοῦ εἶναι, παιδί καί εἰκόνα τοῦ Θεοῦ εἶναι, ἄρα τόν ἀγαποῦμε. Ἡ κακία, ἡ ἁμαρτία, τό ψεῦδος, ἡ πλάνη εἶναι δημιουργήματα τοῦ διαβόλου καί αὐτά τά μισοῦμε, δέν τά θέλουμε, τά ἀποφεύγουμε, δέν πρέπει νά ἔχουμε καμμία σχέση μέ αὐτά.
Τότε ἄλλοι καιροί, δύσκολοι, στά πρῶτα χριστιανικά χρόνια γινόντουσαν κάποιες φορές γάμοι μεταξύ χριστιανῶν καί εἰδωλολατρῶν, ἐφόσον οἱ χριστιανοί ἦσαν λίγοι καί δέν εἶχαν ἀκόμη θεσπισθεῖ οἱ ἱ. Κανόνες. Εἶναι ἐκεῖνες οἱ περιπτώσεις, γιά τίς ὁποῖες λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: Ἐάν κάποια γυναίκα ἔχει ἄνδρα ἄπιστο καί αὐτός δέχεται νά συγκατοικεῖ μαζί της, ἄς μή τόν ἀφίνει... ἐάν δέ τό ἄπιστο μέλος θέλει νά χωρίσει, τότε ἄς χωρίσει... Διότι πού ξέρεις, γυναίκα; Ἴσως μέ αὐτή τήν καλή διαγωγή σώσεις τόν ἄνδρα σου.
 Σήμερα ὅμως ὑπάρχουν νόμοι καί κανόνες πού ὁρίζουν μεταξύ ποιῶν ἐπιτρέπεται ὁ γάμος καί πότε ἐμποδίζεται. Παρ᾿ ὅλα αὐτά στόν καιρό μας, σέ ἀντίθεση μέ ὅσα λέγει τό ἱ. Πηδάλιο γίνονται γάμοι, οἱ λεγόμενοι μικτοί, δηλαδή γάμοι χριστιανῶν Ὀρθοδόξων μέ τούς ἐχθρούς τῆς πίστεώς μας, εἴτε Παπικοί λέγονται αὐτοί, εἴτε Προτεστάντες, εἴτε Μονοφυσίτες κλπ.
Μάλιστα δέ γιά νά δικαιολογήσουν κάποιοι τήν ἁμαρτία τους, διαπράττουν ἀκόμη μία μεγαλύτερη ἁμαρτία. Λένε, ἔ, χριστιανοί εἶναι καί αὐτοί σάν κι᾿ ἐμᾶς. Χριστιανοί λέγονται, ἀλλά σάν κι᾿ ἐμᾶς δέν εἶναι. Εἶναι αἱρετικοί. Ἄν ἐμεῖς λέμε τέτοια πράγματα καί τά πιστεύουμε, τότε ἐμεῖς εἴμαστε σάν αὐτούς καί δέν εἴμαστε πραγματικοί Ὀρθόδοξοι.
Ὄντως δέν εἴμαστε Χριστιανοί, ἀφοῦ οὔτε μέσα στίς καρδιές μας, οὔτε μέσα στά σπίτια μας ὑπάρχει ἀγάπη. Καί δέν ὑπάρχει, γιατί ἀπό τήν ζωή μας ἀπουσιάζει ὁ Χριστός. Δυστυχῶς στούς περισσότερους ἀνθρώπους καί στά περισσότερα σπίτια βασιλεύει  ἀναστάτωση καί ταραχή. Γι᾿ αὐτό τά διαζύγια αὐξήθηκαν τρομακτικά. Ἀνδρόγυνα χωρίζουν, σπίτια γκρεμίζονται, χωρίς νά ὑπάρχει λόγος. Οἱ περισσότεροι σήμερα δέν ξέρουν οὔτε γιατί παντρεύονται, οὔτε γιατί χωρίζουν. Ἔπιασε ὅλους μία  μανία καταστροφῆς.
Ἡ ἁγία Εὐβούλη ἐπεδίωκε νά μή προσβάλει ποτέ τόν σύζυγό της, οὔτε ἄνοιγε θέματα πού θά δημιουργοῦσαν προβλήματα στίς σχέσεις τους. Προσπαθοῦσε νά εἶναι ἄψογη ἀπέναντί του. Τοῦ φερόταν μέ τόν καλύτερο τρόπο, ὅπως ἁρμόζει σέ κάθε χριστιανό, σέ κάθε ἄνθρωπο πού ἐπαγγέλλεται θεοσέβεια.
 Αὐτό θέλω ἔντονα νά τό τονίσω, διότι πολλές φορές ἡ ζωή μας μόνο χριστιανική δέν εἶναι. Τά ἔργα μας προσβάλλουν τήν πίστη μας, δέν συμφωνοῦν καθόλου μέ αὐτήν. Πόσο ἀπαραίτητα εἶναι ὅλα αὐτά γιά τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας, γιά κάθε διανθρώπινη σχέση καί κυρίως μέσα στό γάμο, πού, ὅπως προείπαμε, περνάει σοβαρότατη κρίση καί κλονίζονται ἐπικίνδυνα τά θεμέλιά του! 
Ἡ μητέρα τοῦ ἁγίου Παντελεήμονος ἀνεχόταν μέ ὑπομονή καί καλωσύνη τίς ἰδέες τοῦ συζύγου της, ἔστω καί ἄν ἦταν πλανεμένες καί δέν συμφωνοῦσε καθόλου μέ αὐτές.
Εἶναι πολύ σπουδαῖο, ἀγαπητοί μου, νά ἔχουμε διάκριση. Νά γνωρίζουμε πότε θά μιλήσουμε καί τί θά ποῦμε, πῶς θά συμπεριφερθοῦμε.
Ἀλλά καί ὁ Εὐστόργιος, μή ἔχοντας κανένα παράπονο ἀπό τήν συνετή σύζυγό του, γοητευμένος ἀπό τήν συμπεριφορά της, φρόντιζε νά μή τήν στενοχωρεῖ, νά μή τήν πικραίνει. Μέ ἄλλα λόγια ὑπῆρχε ἀλληλοσεβασμός καί ἀμοιβαία ἀγάπη.
Ἄς τά προσέξουμε πολύ ὅλα αὐτά σήμερα. Θά ἔπρεπε νά ἔχουμε σάν ὑπόδειγμα τούς γονεῖς τοῦ ἁγίου Παντελεήμονος. Νά μελετήσουμε τόν βίο τους, νά ἀκολουθήσουμε τό παράδειγμά τους. Οἱ ἅγιοι εἶναι οἱ ἀληθινοί ὁδοδεῖκτες, τά φωτεινά σήματα πού φωτίζουν στήν πορεία  μας καί δείχνουν τόν δρόμο, πού ἐμεῖς πρέπει νά ἀκολουθήσουμε. Εἶναι ντροπή καί ἁμαρτία νά μή ἔχουμε μιά σχετική ἁρμονία, ἀλλά ὁ ἕνας νά ὑποσκάπτει, νά προσβάλει τόν ἄλλο καί νά φερώμαστε μέ τόν χειρώτερο τρόπο, πιό ἄσχημα καί ἀπό τούς εἰδωλολάτρες ἀκόμη. Εἶναι πολύ προσβλητικό γιά μᾶς, ἄνθρωποι ἄπιστοι καί ἄθεοι νά εἶναι καλύτεροι καί ἀνώτεροι ἀπό ἐμᾶς τούς χριστιανούς, νά ἔχουν καλύτερη διαγωγή.
Ἡ ἀλήθεια εἶναι, πώς ὅ,τι κάνουμε, σ᾿ ἕνα πρᾶγμα μόνο στοχεύουμε, στήν σωτηρία καί τήν δική μας καί τοῦ ἄλλου. Εἴτε ὁμιλοῦμε ἤ σιωποῦμε, εἴτε συμβουλεύουμε ἤ ἀνεχόμαστε, εἴτε προσευχόμεθα ἤ ἐπιτιμοῦμε, τήν σωτηρία ἐπιδιώκουμε.
Ἡ ἁγία Εὐβούλη ἦταν πολύ προσεκτική στή ζωή της, ἔκαμνε μεγάλη ὑπομονή, ἀλλά εἶχε καί σπουδαῖο πνευματικό, τόν ἅγιο ἱερομάρτυρα Ἑρμόλαο, ὁ ὁποῖος τήν νουθετοῦσε καί τήν στήριζε. Ὅσα δέν μποροῦσε νά πεῖ σέ κανένα, οὔτε στόν σύζυγό της, τά ἔλεγε γονατιστή μπροστά στό Ἐσταυρωμένο Ἰησοῦ τήν ὥρα τῆς προσευχῆς καί στόν πνευματικό της. Μέ δάκρυα στά μάτια ἱκέτευε τόν Θεό, ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς της παρακαλοῦσε νά φωτίσει τόν σύζυγό της, νά ἀφίσει τήν πλάνη καί νά πιστεύσει στόν Χριστό.
Στό σημεῖο αὐτό ἡ Ἁγία Εὐβούλη ἔμοιαζε πολύ τήν ἁγία Νόνα, τήν μητέρα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου. Σέ ἡλικία εἴκοσι ἐτῶν ἐκείνη παντρεύτηκε τόν ἄρχοντα τῆς περιοχῆς Γρηγόριο, πού ἀνῆκε στήν αἵρεση τῶν Ὑψισταρίων. Ἡ συμπεριφορά καί τῶν δύο ἦταν ἄψογη μεταξύ τους. Θερμή ἦταν ἡ προσευχή τῆς Ἁγίας Νόνας νά φωτίσει ὁ Θεός τόν σύζυγό της, ὥστε νά γίνει καί ἐκεῖνος χριστιανός. Καί ξέρετε πότε ἔγινε αὐτό; Μετά ἀπό μία ἐκ βαθέων προσευχή, πού κράτησε τριάντα ὁλόκληρα χρόνια!  Λέγει κάπου ὁ ἱ. Χρυσόστομος: Ἐμεῖς ζητᾶμε μία-δύο φορές καί, ἄν δέν ἱκανοποιήσει ὁ Θεός τήν προσευχή μας, τήν σταματοῦμε καί φεύγουμε. Γυρίζουμε τήν πλάτη μας στό Θεό.
Ὁ πνευματικός πάλι εἶναι πολύ ἀπαραίτητος καί ἀναγκαῖος στή ζωή μας, γιά νά ἔχουμε πνευματική πρόοδο καί προκοπή. Γι᾿ αὐτό ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς λέγει στόν Δεκάλογο τοῦ χριστιανοῦ: τρέξε νά βρεῖς πνευματικό πατέρα καί νά τόν ἔχεις σέ ὅλη σου τήν ζωή. Νά ἐξομολογεῖσαι μέ συντριβή ὅλες τίς ἁμαρτίες σου, γιά νά λάβεις ἔλεος καί συγχώρηση.
Ἐδῶ ἐπιθυμῶ νά ὑπογραμμίσω, ὅτι ἔχουμε ἅγια παιδιά, γιατί ἔχουμε ἅγιες μητέρες. Ἔχουμε ἅγιες γυναῖκες, γιατί εἶχαν ἁγίους πνευματικούς. Πίσω ἀπό κάθε μεγάλο ἄνδρα, πίσω ἀπό κάθε Ἅγιο   ὑπάρχει πάντοτε μία ἁγία γυναίκα. Ἄν δέν εἴχαμε τήν ἁγία Μακρίνα, καθώς καί τήν Ἐμέλεια, γιαγιά καί μητέρα τοῦ Μ. Βασιλείου, δέν θά εἴχαμε τήν πολυπληθῆ καί ἁγία οἰκογένεια  τοῦ μεγάλου Ἱεράρχη. Δίδασκε στά παιδιά καί στά ἐγγόνια της ὅ,τι ἄκουγε ἀπό τόν πνευνατικό της, τόν ἅγιο ἱερομάρτυρα Γρηγόριο τόν θαυματουργό, ἐπίσκοπο Νεοκαισαρείας τοῦ Πόντου.
Δέν θά εἴχαμε τόν ἅγιο Γρηγόριο, ἄν δέν ὑπῆρχε ἡ ἁγία Νόνα, πού, ὅπως προείπαμε, μοιάζει πολύ στόν βίο καί στίς ἀρετές της μέ τήν ἁγία Εὐβούλη, οὔτε τόν Ἱερό Χρυσόστομο θά εἴχαμε χωρίς τήν ἁγία Ἀνθούσα. Δέν θά εἴχαμε τόν Μέγα Κωνσταντῖνο, ἄν δέν εἴχαμε τήν εὐσεβέστατη ἁγία Ἑλένη. Δέν θά εἴχαμε τόν ἅγιο Γεώργιο, τόν μεγαλομάρτυρα, ἄν δέν ὑπῆρχε ἡ ἁγία μητέρα του Πολυχρονία, οὔτε τόν ἅγιο Ἀδριανό, χωρίς τήν σύζυγό του ἁγία Ναταλία κ.ἄ. Εἶπε κάποιος σοφός: τό χέρι πού κουνάει τήν κούνια τοῦ μικροῦ παιδιοῦ, κουνάει τόν κόσμο ὅλο. Καί πάλι: Εἶδα ἄνδρα νά ἀνεβαίνει ψηλά στά σκαλοπάτια τῆς κοινωνίας. Κοίταξε κάτω χαμηλά, τήν σκάλα τήν κρατάει κάποια γυναίκα.
Ἡ ἐνάρετη αὐτή χριστιανή μητέρα, ἡ ἁγία Εὐβούλη φρόντισε νά μεταδώσει τίς σωτηριώδεις χριστιανικές ἀλήθειες στό παιδί της. Τό ἀνέθρεψε ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων, ἀπό πολλή μικρή ἡλικία, ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου. Φύτεψε μέσα στό περιβόλι τῆς ψυχῆς του ὅλα τά πνευματικά καί εὐώδη ἄνθη τῶν χριστιανικῶν ἀρετῶν, πρίν προλάβει νά μπεῖ μέσα του ἡ κακία καί ἀλλάξει σύνεσιν αὐτοῦ, ὅπως διαβάζουμε στή Σοφία Σολομῶντος. Δέν παρέλειψε ἀκόμη νά γνωρίσει στό παιδί της τόν δικό της πνευματικό καί νά τό συνδέσει μαζί του.
Ἔτσι ὅταν ὁ Θεός πῆρε κοντά του τήν ἁγία μητέρα, ὁ νεαρός Παντολέων ( ἔτσι τόν ἔλεγαν στήν ἀρχή), εἶχε στήριγμα καί δάσκαλο, ὁδηγό στήν κατά Χριστόν πολιτεία τόν ἅγιο Ἑρμόλαο. Ἡ ἁγία Εὐβούλη ἔφυγε νωρίς ἀπό αὐτόν τόν μάταιο κόσμο. Ἄφησε ὅμως τό βλαστάρι της σέ καλά χέρια.
 Νά ἕνα ἄλλο σπουδαιότατο δίδαγμα καί παρακαταθήκη, πού μᾶς ἀφηνει. Νά φέρουμε τά παιδιά κοντά στόν Χριστό. Νά τά πάρουμε ἀπό τό χέρι, ὅπως ὁ πατέρας ἐκεῖνος λίγο μετά τήν μεταμόρφωση καί νά ποῦμε στόν Ἰησοῦ Χριστό, Κύριε, ἤνεγκα τόν υἱόν μου πρός σέ. Ἄν θέλουμε αὐτά νά ζοῦν μέ ἀσφάλεια καί ἐμεῖς νά κοιμώμαστε ἥσυχοι καί ξένοιαστοι, πρέπει νά τά ὁδηγήσουμε στήν Ἐκκλησία. Νά τά συνδέσουμε μ᾿ ἕναν καλό καί ἔμπειρο πνευματικό. Τό συμφέρον μας καί πρό πάντων τό δικό τους συμφέρον αὐτό ὑπαγορεύει.
Κάποτε μία μητέρα πλησίασε τόν ἱερέα τῆς ἐνορίας της καί τοῦ παραπονέθηκε γιά τήν κόρη της. Πάτερ, τοῦ εἶπε, ἔχω μεγάλο πρόβλημα μέ τήν κόρη μου. Φοβήθηκε ὁ Ἱερεύς, στενοχωρέθηκε. Φαντάσθηκε, ὅτι θά κατρακύλησε στήν ἀνηθικότητα ἤ θά ἔπεσε στήν κόλαση τῶν ναρκωτικῶν. Τί συμβαίνει, κυρία μου; ρώτησε ὁ ἀγαθός Λευΐτης. Καί ἡ ἀπάντηση: Ἄχ, πάτερ μου, μεγάλο πρόβλημα, ἡ κόρη μου δέν ἔχει φίλο!! Τί νά ποῦμε; Δέν θά γίνουμε καί προαγωγοί τῶν παιδιῶν μας στήν ἀνηθικότητα!  Γιατί σήμερα, δυστυχῶς, δέν ὑπάρχει ἁγνή φιλία. Ὅταν λέμε φίλο, συνήθως ἐννοοῦμε τόν σύντροφο στήν αἰσχρή ἁμαρτία. Τό πιό πάνω παράδειγμα - δυστυχῶς- δέν εἶναι τό μοναδικό. Πολλοί γονεῖς ντρέπονται πού τά παιδιά τους δέν ἔχουν φίλο. Τό ἴδιο καί κάποιες κοπέλες αἰσθάνονται μειωνεκτικά ἕναντι κάποιων ἄλλων, πού ἔχουν σχέσεις ἀνεπίτρεπτες. Ὅμως καρφί δέν τούς καίγεται πού δέν ἔχουν πνευματικό, πού δέν ἔχουν καμμία σχέση μέ τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία του. Αὐτούς τούς γονεῖς, λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ Θεός θά τούς καταδικάσει σάν ἐγκληματίες.
Σ᾿ ἕνα βιβλίο του γράφει ὁ Τώθ, ὅτι μία μητέρα πῆγε κι᾿ αὐτή νά παραπονεθεῖ στόν ἱερέα τῆς ἐνορίας της. Ὁ γυιός μου εἶναι τριάντα ὀκτώ ἐτῶν καί δέν μέ ἀκούει. Μέ μαλώνει, μέ προσβάλλει, μοῦ ἀντιμιλάει, εἶναι νευρικός, σπαταλάει τήν περιουσία μου. Ὁ ἱερεύς τήν ξάφνιασε μέ τήν ἐρώτησή του. Κυρία μου, πόσα χρόνια ἔχετε νά ἐξομολογηθεῖτε καί νά κοινωνήσετε; Τά᾿ χασε ἐκείνη. Ἄλλα πράγματα περίμενε. Ὅταν συνῆλθε τοῦ ἀπάντησε: Ἀπό τότε πού παντρεύτηκα, δέν προσῆλθα στά ἅγια Μυστήρια. Ἐ, τότε μή ρωτᾶμε καί μή παραπονούμεθα, γιατί ἔγιναν ἔτσι τά παιδιά μας. Ὅταν ἐπί 40 χρόνια δέν ἔχουμε καμμία σχέση μέ τήν ἐκκλησία καί τά μυστήρια, τότε δέν φταῖνε ἐκεῖνα. Ἐμεῖς φταῖμε, πού δέν τά διδάξαμε Χριστό, τόν ὁποῖο ἐμεῖς δέν εἴχαμε.
Γιά νά τελειώσουμε, ἀγαπητοί μου, σᾶς ἀναφέρω καί τοῦτο. Ὁ ἅγιος Παντελεήμων πολλές φορές παρακαλοῦσε καί προέτρεπε τόν πατέρα του νά γίνει χριστιανός. Μάλιστα δέ τοῦ ἔλεγε, ὅτι αὐτό ἤθελε πολύ καί ἡ μητέρα του καί, ἄν γίνει, θά χαρεῖ ἐκείνη πολύ στόν οὐρανό. Ὁ πάγος ἔσπασε, τό σίδερο λύγισε. Ἡ καρδιά τοῦ Εὐστόργιου ἄρχισε σιγά-σιγά νά μαλακώνει καί ὅταν ὁ Ἅγιος ἐθεράπευσε ἕναν τυφλό, πού κανείς δέν μπόρεσε νά θεραπεύσει, αὐτό τόν συνεκλόνισε καί τόν ὁδήγησε στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Τόν ἔφερε στόν ἅγιο Ἑρμόλαο, ὁ ὁποῖος τόν βάπτισε καί τόν ἔκανε χριστιανό. Ἡ Ἁγία Εὐβούλη ἀπό τόν οὐρανό ἔκανε τό θαῦμα της.
Ἀγαπητοί μου,
Παλαιότερα οἱ χριστιανοί ὁδηγοῦσαν πολλούς εἰδωλολάτρες καί ἄθεους στόν ἀληθινό Θεό. Σήμερα ἕναν χριστιανό δέν μποροῦμε νά τόν φέρουμε κοντά στό Χριστό, νά τόν ὁδηγήσουμε στήν Ἐκκλησία. Αὐτό σημαίνει, ὅτι ἐμεῖς δέν εἴμαστε σωστοί χριστιανοί. Εἴμαστε χλιαροί, νερόβραστοι, ἀδιάφοροι, γι᾿ αὐτό δέν μποροῦμε νά ἐμπνεύσουμε, νά συγκινήσουμε καί νά διδάξουμε τούς ἄλλους.
Ἔλεγε ὁ σοφός Ἀρχιμήδης τῆς ἀρχαιότητος, δῶσε μου τόπο νά σταθῶ καί θά κινήσω τήν γῆ ὁλόκληρη. Ἐγώ σᾶς λέω, ἄν ἔχουμε σωστές γυναῖκες, ἅγιες γυναῖκες, τότε μποροῦμε νά ἀλλάξουμε τό πρόσωπο ὅλης τῆς γῆς. Νά τό κάνουμε ἀγνώριστο, πολύ διαφορετικό ἀπό ὅ,τι εἶναι σήμερα.
Καί νά σᾶς πῶ κάτι; Οἱ γυναῖκες δέν ἀποτελοῦν τό ἀσθενές φύλο. Εἶναι τό ἰσχυρότερο. Ὅ,τι βάλουν στό μυαλό τους τό πετυχαίνουν κι᾿ ἄς μή τό θέλουν οἱ ἄντρες τους. Αὐτήν τήν ἱκανότητά τους, αὐτό τό ταλέντο τους νά τό ἀξιοποιήσουν καί νά τό χρησιμοποιοῦν πάντοτε γιά τό ἀγαθό, μιμούμενες τήν Ἁγία Εὐβούλη, πού σήμερα γιορτάζουμε.
Σ᾿ αὐτό ἄς μᾶς ὁδηγεῖ ἡ Ἁγία Εὐβούλη καί νά ἔχουμε ὅλοι μας πάντοτε τήν εὐχή της. Ἀμήν.- 

                   https://kyrigma.blogspot.com/2010/06/30-3-2008.html

Παρασκευή 14 Μαρτίου 2025

Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης: "Ἡ καλλιέργεια τῶν καλῶν λογισμῶν"

 Ἀπό τό Βιβλίο Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου

ΛΟΓΟΙ Γ' «Πνευματικός Ἀγῶνας»
ἐκδόσεις ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ὁ ΘΕΟΛΟΓΟΣ» ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Ἡ καλλιέργεια τῶν καλῶν λογισμῶν
– Γέροντα, οἱ καλοὶ λογισμοὶ ἔρχονται μόνοι τους ἢ πρέπει νὰ τοὺς καλλιεργῶ;
– Πρέπει νὰ τοὺς καλλιεργῆς. Νὰ παρακολουθῆς τὸν ἑαυτό σου, νὰ τὸν ἐλέγχης καὶ νὰ προσπαθῆς, ὅταν ὁ ἐχθρὸς σοῦ φέρνη κακοὺς λογισμούς, νὰ τοὺς διώχνης καὶ νὰ τοὺς ἀντικαθιστᾶς μὲ καλοὺς λογισμούς. Ὅταν ἀγωνίζεσαι ἔτσι, θὰ καλλιεργηθῆ ἡ διάθεσή σου καὶ θὰ γίνη καλή. Τότε ὁ Θεός, βλέποντας τὴν καλή σου διάθεση, θὰ συγκαταβῆ καὶ θὰ σὲ βοηθήση, ὁπότε οἱ κακοὶ λογισμοὶ δὲν θὰ βρίσκουν μέσα σου τόπο. Θὰ φεύγουν καὶ θὰ ἔχης πλέον φυσιολογικὰ καλοὺς λογισμούς. Θὰ ἀποκτήσης μιὰ συνήθεια πρὸς τὸ καλό, θὰ ἔρθη ἡ καλωσύνη στὴν καρδιά σου, καὶ τότε θὰ φιλοξενῆς μέσα σου τὸν Χριστό. Αὐτὸ ὅμως δὲν γίνεται...ἀπὸ τὴν μιὰ μέρα στὴν ἄλλη· χρειάζεται χρόνος καὶ συνεχὴς ἀγώνας, γιὰ νὰ λάβη ἡ ψυχὴ τὸν στέφανο τῆς νίκης. Τότε πιὰ ὁ πόλεμος ἐξαλείφεται γιὰ πάντα, διότι οἱ πόλεμοι εἶναι ξεσπάσματα ἐσωτερικῆς ἀκαταστασίας, ποὺ τὴν ἐκμεταλλεύονται οἱ προπαγάνδες τῶν ἐχθρῶν.

– Δηλαδή, Γέροντα, ὅσοι ἔχουν καλοὺς λογισμούς, τὸ πέτυχαν μὲ ἀγώνα;
– Ἀνάλογα. Ἄλλοι ἄνθρωποι ἔχουν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς πνευματικῆς τους ζωῆς καλοὺς λογισμοὺς καὶ ἔτσι προχωροῦν. Ἄλλοι, ἐνῶ στὴν ἀρχὴ ἔχουν καλοὺς λογισμούς, ὕστερα δὲν προσέχουν καὶ ἀρχίζουν νὰ ἔχουν ἀριστερούς. Ἄλλοι ἔχουν στὴν ἀρχὴ ἀριστεροὺς λογισμούς, ἀλλά, παρακολουθώντας τὸν ἑαυτό τους καὶ βλέποντας πόσες φορὲς τὴν παθαίνουν, χάνουν τὴν ἐμπιστοσύνη στὸν ἑαυτό τους καὶ μετὰ ἔχουν καλοὺς λογισμούς. Ἄλλοι μπορεῖ νὰ ἔχουν μισοὺς καλοὺς καὶ μισοὺς κακούς. Ἄλλοι περισσότερους καλούς, ἄλλοι περισσότερους κακούς. Κάποιος λ.χ. ποὺ πάει νὰ γίνη καλόγερος, ἀνάλογα μὲ τὸ περιβάλλον, μὲ τὶς συνθῆκες στὶς ὁποῖες ἔζησε, ἔχει λογισμοὺς καλοὺς καὶ κακούς. Μπορεῖ νὰ ἔχη δέκα μέχρι εἴκοσι τοῖς ἑκατό, ἀκόμη καὶ ὀγδόντα τοῖς ἑκατό, κακοὺς λογισμούς. Ὅταν ἀρχίση νὰ κάνη ἐσωτερικὴ ἐργασία, παρακολουθεῖ τὸν ἑαυτό του, προσπαθεῖ νὰ διώχνη τοὺς κακοὺς λογισμοὺς καὶ νὰ καλλιεργῆ τοὺς καλούς. Συνεχίζοντας αὐτὴν τὴν προσπάθεια, φθάνει μετὰ ἀπὸ ἕνα χρονικὸ διάστημα νὰ ἔχη μόνον καλοὺς λογισμούς. Ἀπὸ τὸ διάστημα ποὺ εἶχε τοὺς κακοὺς λογισμοὺς στὸν κόσμο, θὰ ἐξαρτηθῆ καὶ τὸ διάστημα ποὺ θὰ χρειασθῆ γιὰ νὰ φύγουν. Στὴν συνέχεια, σιγὰ-σιγὰ σταματοῦν καὶ οἱ καλοὶ λογισμοὶ καὶ φθάνει σὲ ἕνα ἄδειασμα. Τότε περνᾶ μία περίοδο ποὺ δὲν ἔχει οὔτε καλοὺς οὔτε κακοὺς λογισμούς. Αὐτὴ ἡ φάση φέρνει καὶ κάποια ἀνησυχία στὴν ψυχὴ καὶ ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζει νὰ ἀναρωτιέται: «Τί συμβαίνει; Τί γίνεται τώρα; Εἶχα κακοὺς λογισμούς, ἔφυγαν· ἦρθαν καλοί. Τώρα δὲν ἔχω οὔτε κακοὺς οὔτε καλούς». Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ τὸ ἄδειασμα γεμίζει ὁ νοῦς μὲ τὴν θεία Χάρη καὶ ἔρχεται ὁ θεῖος φωτισμός.

– Αὐτὸ τὸ γέμισμα, Γέροντα, πῶς εἶναι;
– Σὲ ἕναν ποὺ δὲν ἔχει δεῖ τὰ ἄστρα δὲν μπορεῖς νὰ τοῦ περιγράψης πῶς εἶναι ὁ ἥλιος. Ἂν ἔχη δεῖ τοὐλάχιστον τὰ ἄστρα, μπορεῖς νὰ τοῦ δώσης νὰ καταλάβη περίπου πῶς εἶναι ὁ ἥλιος.

– Γέροντα, τί βοηθάει νὰ φθάση κανεὶς σ᾿ αὐτὸ τὸ ἄδειασμα ποὺ ἀναφέρατε;
– Ἡ πνευματικὴ μελέτη, ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή, ἡ σιωπὴ καὶ ἡ φιλότιμη ἄσκηση. Μιὰ ψυχὴ ποὺ θὰ πάρη στὰ ζεστὰ τὸν ἀγώνα κατὰ τῶν κακῶν λογισμῶν μπορεῖ νὰ φθάση σὲ καλύτερη κατάσταση ἀπὸ μιὰ ἄλλη ποὺ δὲν ἔχει σχεδὸν καθόλου κακοὺς λογισμούς. Μπορεῖ δηλαδὴ στὴν ἀρχὴ τῆς πνευματικῆς ζωῆς νὰ εἶχε ἐνενῆντα κακοὺς λογισμοὺς καὶ δέκα καλοὺς καὶ νὰ φθάση σὲ καλύτερη κατάσταση ἀπὸ αὐτὴν ποὺ εἶχε ἐνενῆντα καλοὺς καὶ δέκα κακούς.

Τρίτη 4 Μαρτίου 2025

Άγιος Γεράσιμος ο Ιορδανίτης.

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού