Σάββατο 13 Μαρτίου 2021

ΕΧΕΙΣ ΜΕΣΑ ΣΟΥ ΤΟ ΦΙΔΙ ΤΟΥ ΜIΣΟΥΣ; ΔΕΝ ΣΥΓΧΩΡΕΙΣ; ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ!

 Κυριακὴ τῆς Τυροφάγου (Ματθ. 6,14-21)

Ὁμιλία τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου

ΔΕΝ ΣΥΓΧΩΡΕΙΣ; ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ!

«Ἐὰν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος» (Ματθ. 6,14)

π. A. εφ. ιντ.Εἶνε, ἀγαπητοί μου, σήμερα Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς. Αὔριο ἀρχίζει μία νέα περίοδος στὴ ζωὴ τῆς Ἐκ­κλησίας ποὺ ὀνομάζεται Μεγάλη Τεσσαρα­κοστή. Τί εἶνε ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή;

⃝ Εἶνε διάστημα 40 ἡμερῶν. Ὅσοι πιστεύουν, αἰσθάνονται χαρὰ ποὺ ἔφτασε ὁ καιρὸς αὐτός. Εἶνε μία ἐξαιρετικὴ περίοδος τοῦ ἔτους.
⃝ Πιὸ ἁπλᾶ, Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ εἶνε μιὰ προ­θεσμία. Ὅσοι εἶνε ἔμποροι καὶ συν­αλλάσσον­ται, καταλαβαίνουν. Εἶνε προθεσμία, ἴσως ἡ τελευταία ποὺ μᾶς δίνει ὁ Μεγαλοδύναμος, γιὰ νὰ ἐξοφλήσουμε τὰ χρέη μας. Τὸ δὲ μεγαλύτε­ρο χρέος εἶνε τὰ ἁμαρτήματά μας. Μεγάλη Σαρακοστὴ προθεσμία γιὰ ἐξόφλησι ἁμαρτιῶν.
⃝ Τί ἄλλο εἶνε ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή; Εἶνε ἀγώνας. Ἔφτασε ἡ ὥρα, ἀνοίγει τὸ στά­διο, γιὰ νὰ λάβουμε μέρος ὅλοι σὲ πνευματικὸ ἀγῶνα. Ὄχι νὰ κλωτσᾶμε μπάλλες, ἀλλὰ νὰ πολεμήσουμε τοὺς τρεῖς μεγάλους ἐ­χθρούς μας. Κι αὐτοὶ εἶνε· ὁ διεφθαρμένος ἑ­αυτός μας, ὁ κόσμος ποὺ μᾶς περιβάλλει μὲ τὰ θέλγητρα καὶ ὅλη τὴ γοητεία του, καὶ ὁ σατανᾶς ἢ ἑωσφόρος. Καλούμεθα λοιπὸν νὰ ἀγωνιστοῦμε ἐναν­τίον αὐτῶν, νὰ νι­κήσουμε, καὶ νικηταὶ νὰ φθάσουμε στὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, νὰ κρατή­σουμε στὰ χέρια τὰ βάϊα, νὰ προσκυνήσουμε τὸ Χριστὸ καὶ νὰ ποῦμε κ᾽ ἐμεῖς «Ὡσαννά, εὐλογη­μένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου» (Μᾶρκ. 11,9).

⃝ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ τί ἄλλο εἶνε; Εἶνε μιὰ σκάλα μὲ 40 σκαλοπάτια. Τὸ πρῶτο σκα­λοπάτι εἶνε αὔριο, μὲ τὴν προσ­ευχὴ τῆς Ἐκκλησίας μας ποὺ λέει «Κύριε, τῶν δυνάμεων μεθ᾿ ἡμῶν γενοῦ…» (Μέγ. Ἀπόδ.), καὶ τὸ τελευταῖο σκαλο­πάτι εἶ­νε τὸ Μέγα Σάββατο ποὺ φωνάζουμε «Ἀ­νά­στα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν…» (Ψαλμ. 81,8· Τριῴδ. Μ. Σάβ. ἑσπ.).
Μεγάλη Σαρακοστή· χαρὰ τῶν ἀγγέλων, τραῦ­μα τῶν δαιμόνων, ἀγαλλίασις τῶν ὀρθοδόξων. Τὴν περίοδο αὐτὴ ἔχουμε ἱερὰ χρέη. Ἀπ᾿ ὅλα τὰ χρέη, ποὺ πρέπει νὰ ἐκτελέσουμε, θέλω νὰ ὑπενθυμίσω στὴν ἀγάπη σας ἕνα, ποὺ δυστυχῶς τὸ παρα­μελοῦμε. Ποιό εἶν᾽ αὐτό; Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἴσον – τί; ἱερὰ ἐξομολόγησις.

Ἱερὰ ἐξομολόγησις, ἀγαπητοί μου! Καταλα­βαίνετε; Πῶς νὰ σᾶς τὸ ἐξηγήσω; Ἂν θέλῃ καν­εὶς νὰ καταλάβῃ τί εἶνε ἡ ἐξομολόγησις, νὰ πάῃ στὸ σπίτι του, νὰ πάρῃ τὸ συναξάρι –μὴν κοροϊδεύουμε· τὰ συναξάρια εἶνε γεμᾶτα σοφία, στάζουν οὐράνιο νάμα– καὶ νὰ διαβάσῃ τὸν βίο τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰ­γυ­­πτίας. Νὰ δῆτε ἐκεῖ πῶς ἐξωμολογήθηκε αὐτὴ ἡ ἁγία στὸν Ζωσιμᾶ τὸν πνευματικό της πατέρα καὶ εἶπε μὲ δάκρυα ὅλα τὰ ἁμαρτήματα ποὺ εἶχε διαπράξει.

Ἐξομολόγησις εἶνε, ν᾽ ἀνοίξῃς τὴν καρδιά σου καὶ νὰ πῇς τὰ ἁμαρτήματά σου· νὰ τὰ πῇς μὲ εἰλικρίνεια, μὲ κατάνυξι, μὲ δάκρυα. Νὰ τὰ πῇς μὲ πίστι. Ποιά πίστι; Ὅτι γιὰ τὴ σωτηρία χρειάζονται δύο σταγόνες. Ἡ μία εἶνε τὸ δάκρυ τῆς μετανοίας· κάθε δάκρυ ποὺ πέ­φτει ἀπ᾽ τὰ μάτια τοῦ ἁμαρτωλοῦ γίνεται – τί; ἕνας Ἰορδάνης, ποὺ πλένει ὅλα τὰ ἁμαρτήμα­τά του, καὶ τὰ μεγαλύτερα ἀκόμη. Καὶ ἡ ἄλλη σταγόνα ποὺ λυτρώνει τὸν ἁμαρτωλὸ εἶνε τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Ὅλη ἡ Ἐκκλησία ἐκεῖ στηρί­ζεται. Ὅλη ἡ ζωή μας δυὸ δάκρυα εἶνε· ἅμα δὲν τά ᾿χῃς αὐτά, τὰ ἄλλα τί νὰ τὰ κάνῃς; Ἂν πιστεύῃς στὴ θυσία – στὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ καὶ στὴ δύναμι τῆς ἐξομολογήσεως – στὸ δάκρυ τῆς μετανοίας, νά ἡ πραγματικὴ χαρὰ καὶ εὐτυχία.

Νὰ ἐξομολογηθοῦμε λοιπὸν στὸν πνευματικό. Οἱ καλοὶ πνευματικοὶ εἶνε σπάνιοι καὶ γιὰ νὰ τοὺς βρῇς πρέπει νὰ ψά­ξῃς. Βρῆκες πνευματικὸ πατέρα σεβάσμιο ν᾿ ἀνοίξῃς τὴν καρδιά σου νὰ πῇς τὰ μυστικά σου; Ὁ πνευματικὸς εἶ­νε ὁ ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος εἶπε στοὺς ἁγίους ἀποστόλους καὶ διὰ τῶν ἀποστόλων ἡ φωνή του φτάνει στοὺς σημερινοὺς κληρικοὺς καὶ λέει· «Ἄν τινων ἀ­φῆτε τὰς ἁμαρτί­ας, ἀφίενται αὐτοῖς»· σὲ ὅσους δηλαδὴ συγχωρήσετε ἐσεῖς τὶς ἁμαρτίες, εἶνε συγχωρημένες (Ἰω. 20,23). Ὁ πνευματικὸς δίνει τὴ συγχώρη­σι, ἀλλὰ ἡ ῥίζα τῆς ἐξομολογήσεως εἶνε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.

Μαζὶ μὲ τὴ συγχώρησι ὁ πνευματικὸς δίνει καὶ συμβουλὲς – ὑποδείξεις, καὶ μαζὶ μ᾽ αὐτὲς δίνει καὶ φάρμακα. Ὅπως ὁ γιατρὸς δίνει στὸν ἄρρωστο συντα­γή, τοῦ λέει τί νὰ κάνῃ, ἔτσι κι ὁ πνευματικὸς δίνει τὰ φάρμακά του ποὺ λέγονται ἐπιτίμια ἤ, ὅπως τὰ λέει ὁ λαός, κανόνες. Πῆγα, λέει, στὸν πνευματικὸ καὶ μοῦ ἔβαλε κανόνα… Τί θὰ πῇ κανόνας; Φάρμακο, συνταγὴ ποὺ πρέπει νὰ ἐκτελέσῃς.

Ἀνάλογα μὲ τὴν ψυχικὴ ἀσθένεια εἶνε καὶ τὰ φάρμακα, οἱ κανόνες. Ἔρχεται ἕνας καὶ λέει· –Παππούλη, ἔχω πάθος μὲ τὸ πιοτό. Ὁ πνευματικὸς τοῦ λέει· –Ὁ κανόνας σου, παιδί μου, εἶνε νὰ μὴν ξαναπιάσῃς ποτήρι· θὰ κόψῃς τὸ κρασί, ὅλα τὰ οἰνοπνευματώδη. Ἔρ­χε­ται ὁ ἄλλος· –Ἐγώ, πάτερ, εἶ­μαι χαρτοπαίχτης. –Ὁ κανόνας σου εἶνε, δὲ θὰ ξα­ναπιάσῃς τράπουλα. Ἔρ­χεται ὁ ἄλλος· –Ἐγὼ βλέπω αἰσχρὰ ἔργα. –Ὁ κανόνας σου εἶνε νὰ μὴ ξαναδῇς· γιά προσπάθησε ἔτσι μέχρι τὸ Πάσχα. Ὁ ἄλλος λέει· –Ἐγὼ διαβάζω αἰσχρὰ περιοδικά. –Ὁ κανόνας σου εἶνε, σταμάτα νὰ τὰ διαβάζῃς γιὰ νὰ σοῦ ἐπιτρέψω νὰ κοινωνήσῃς· ἂν εἶνε ἁμαρτία νὰ τρῶς κρέας τὴ Σαρα­κοστὴ καὶ Τετάρτη καὶ Παρασκευή, πιὸ βαρὺ εἶνε νὰ τρῶς σάρκες μὲ τὰ ἔντυπα αὐτά. Ὁ ἄλλος λέει· –Ἐγὼ ἀγα­πῶ τὰ λεφτά. Ἄ, ἐδῶ θὰ μπῇ ἄλλος κανόνας· –«Πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς…» (Ματθ. 19,21), νὰ τὰ δώσῃς ὅλα στοὺς φτωχούς. –Μμ δὲν μπορῶ… –Ἔ, τότε τὰ μισά. –Δὲν μπορῶ. –Δῶσε τὸ ἓν τέταρ­τον. –Δὲν μπορῶ… Ἄ, τὸ ἕνα δὲ μπορεῖς, τ᾽ ἄλ­λο δὲν μπορεῖς· πῶς θὰ γίνῃ λοιπόν;

Καθένας θέλει τὸν κανόνα του. Γι᾽ αὐτὸ ὁ πνευματικὸς πρέπει νά ᾽νε σοφός, νὰ ξέρῃ τί φάρμακο θὰ δώσῃ. Σήμερα τὰ πράγματα εἶνε δύσκολα. Ἐγὼ ἔπαυσα νὰ ἐξομολογῶ. Ἔρχεται μιὰ γυναίκα ποὺ τὰ χέρια της στάζουν αἷμα, σκότωσε ἄνθρωπο. Ποιόν; Τὸ παιδί της, τὸ σπλάχνο της! Πῆγε σὲ γιατροὺς ἀναξίους κ᾽ ἔκανε ἔκτρωσι, ξερρίζωσε μέσ᾽ ἀπ᾽ τὰ σπλάχνα της τὸ ἄνθος, τὸ λουλούδι τ᾽ οὐρανοῦ. Καὶ ὁ πνευματικὸς σκέπτεται· Τί νὰ κάνω μὲ τὴ γυναῖκα αὐτή;… Ἐγὼ εἶμαι ἁμαρτωλός, ὑπερβαίνει τὴ σοφία μου, ξεπερνᾷ τὴν καρδία μου, δὲ βρίσκω τί νὰ τῆς πῶ· διαβάζω τὰ βιβλία, δὲ βρίσκω κατάλληλο κανό­να γι᾽ αὐτὸ τὸ ἁμάρτημα· ἂς πάῃ αὐτὴ νὰ βρῇ κανέναν ἀσκητὴ ἀπ᾽ τὸ Ἅγιο Ὄρος, ἀπὸ ᾽κείνους ποὺ γονατίζουν καὶ προσεύχονται, ποὺ τρῶνε χορτάρια κ᾽ εἶνε σκελετοί, νὰ τῆς ὁρίσῃ τί κανόνα νὰ κάνῃ.

–Βαρειά, θὰ πῆτε, εἶν᾽ αὐτά· πῶς νὰ τὰ σηκώσουμε;… Ἔ, ἐγὼ νὰ σοῦ πῶ ἕναν εὔκολο κανόνα, ποὺ κι αὐτὸν ὅμως δὲν τὸν δέχονται. Ἂν πῇς σὲ μιὰ γυναῖκα, «Ἄντε ν᾽ ἀνοίξῃς τὴν ἐκκλησιὰ καὶ νὰ κάνῃς 40 λειτουργίες», τὸ κάνει· ἂν τῆς πῇς νὰ νηστεύῃ, νὰ κάνῃ μετάνοιες, νὰ πηγαί­νῃ πρωὶ – βράδυ στὴν ἐκκλησιά, τὰ κάνει. Μὰ ἂν τῆς πῇς «–Δὲ μοῦ λές, εἶσαι μὲ καν­ένα μαλωμένη, ἔχεις ἔχθρα; τώρα ποὺ ἀρχίζει ἡ σα­ρακοστὴ πήγαινε νὰ συγχωρηθῆτε», σοῦ ἀπαντᾷ· –Ὤ, ὄχι! ἔχεις τίποτ᾽ ἄλλο νὰ μοῦ πῇς, παππούλη; –Δὲν ἔχω. –Ὄχι, δὲν πάω γιὰ συγχώρησι. –Κ᾽ ἐγὼ δὲν ἔχω τίποτε ἄλλο νὰ σοῦ πῶ· σοῦ λέω, ὅτι πρέπει νὰ συγχωρηθῆτε. Τὸ λέει καθαρὰ σήμερα τὸ εὐαγγέλιο· «Ἐὰν δώσετε συγχώρησι, θὰ πάρετε συγχώρησι· ἐ­ὰν δὲν δώσετε, δὲν θὰ λάβετε συγχώρησι» (βλ. Ματθ. 6,14-15).

–Παπᾶ, λένε, διάβασέ μου μιὰ συγ­χωρητικὴ εὐχή. Κ᾽ ἐμεῖς δὲ ρωτᾶμε· –Μὲ ποιόν εἶσαι μαλωμένος; ἄντε πρῶτα νὰ συγχωρηθῆτε καὶ μετὰ νὰ ᾽ρθῇς νὰ σοῦ διαβάσω τὴν εὐχή· γιατὶ ἂν εἴμαστε μέσ᾽ στὸ μῖσος, κο­ροϊδεύουμε τὸ Θεό. Ἂν πάρῃς ὅλα ὅσα γράφουν τὰ βιβλία τῆς Ἐκ­κλησίας καὶ τὰ στύψῃς, στὸ τέλος τί θὰ βγῇ; μία λέξι, ἀγάπη! Ἂν δὲν ἔχῃς ἀγάπη, τί νὰ τὰ κάνῃς τ᾽ ἄλλα; Τὸ εὐαγγέλιο λέει· «Ἐὰν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν», θ᾽ ἀφήσῃ καὶ ὁ Θεὸς τὰ δικά σας· ἐὰν δὲν συγχωρήσετε ἐσεῖς τοὺς ἄλλους, οὔτε «ὁ πατὴρ ὁ οὐράνιος» θὰ συγχωρήσῃ ἐσᾶς (ἔ.ἀ.).

Τὸ συμπέρασμα ποιό εἶνε; Ἔχεις μέσα σου αὐτὸ τὸ φίδι τοῦ μίσους; Ὄχι ἕνας παπᾶς, ὄχι ἑκατὸ παπᾶδες –τί λέω;–, πατριάρχης νὰ σοῦ διαβάσῃ εὐχή, τὰ ἁμαρτήματά σου εἶνε ἀσυγχώρητα. Πρέπει νὰ ζητήσῃς καὶ νὰ δώσῃς συγ­χώρησι μὲ ὅλη σου τὴν καρδιά. Δὲν τὸ κάνεις αὐτό; δὲν εἶσαι Χριστιανός!

* * *

Ἀδελφοί μου, ὁ ἅγιος Ἀντώνιος ἔχει μιὰ προφητεία. –Θά ᾽ρθουν χρόνια κατηραμένα. –Πῶς θὰ τὸ καταλάβουμε; –Ὅταν, λέει, οἱ ἄνθρωποι θὰ βλέπουν κά­ποιον νὰ κρατάῃ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ θὰ λένε πὼς τρελλάθηκε, ἔφτασε τὸ τέλος. Καὶ σήμερα, ἂν π.χ. στὸ ἀεροπλάνο δοῦν μιὰ κοπέλλα νὰ διαβάζῃ Εὐαγγέλιο, οἱ πολλοὶ τί λένε; Δὲν εἶνε καλὰ στὰ μυαλά της… Ἐκεῖ φτάσαμε.

Ἂς φύγουμε πιὰ ἀπ᾽ τὴ βρωμιά. Για­τὶ –νὰ τὸ θυμᾶστε–, θὰ πέσῃ «σκούπα ἠλεκτρική», θὰ καθαρίσῃ ὁ Θεὸς τὴ βρωμιὰ ὁ­πωσδήποτε, θὰ τὴν καθαρίσῃ ἐν πυρὶ φοβε­ρῷ! Προθεσμία μᾶς ἔδωσε νὰ ἐξ­­οφλήσουμε χρέη, νὰ σβήσου­με ἁμαρ­τήματα. Αὐτὴ τὴ σαρακοστὴ ἂς κά­νουμε φτερὰ ἀγγελικὰ νὰ πετάξουμε ψηλά.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Γεωργίου Ν. Ἰωνίας – Ἀθηνῶν τὴν 28-2-1960 .

http://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=86803