25 Νοεμβρίου: Η μέρα που ο σκοτεινός δικτάτορας βγήκε από τις σκιές
Σαν σήμερα, το 1973, ο Δημήτριος Ιωαννίδης ρίχνει τη χούντα με… (νέα πιο σκληρή) χούντα. Του Γιώργου Ευγενίδη.
Ξημερώματα της 25ης Νοεμβρίου 1973. Στρατιωτικά άρματα αναπτύσσονται στους δρόμους της πρωτεύουσας. Η δημόσια ραδιοφωνία δεν έχει ακόμα τροποποιήσει το πρόγραμμά της. Οι κυβερνητικοί κοιμούνται μακάριοι. Πρώτος ειδοποιείται ο Γεώργιος Παπαδόπουλος. Στρατιωτικοί φτάνουν στο σπίτι του και του επιδίδουν την παραίτησή του, ενώ τον διαβεβαιώνουν πως θα διαφυλαχθεί η υστεροφημία του. Γύρω στις 6 το πρωί φτάνουν και στο σπίτι του Στυλιανού Παττακού, ο οποίος είναι ήδη ξύπνιος. Ξαφνικά το ραδιόφωνο αρχίζει και μεταδίδει στρατιωτικά εμβατήρια αλλά και τον Εθνικό Ύμνο. Οι αγουροξυπνημένοι Έλληνες ζουν ξανά την 21η Απριλίου. Μόνο που εκείνη τη μέρα, άλλος είναι ο πρωταίτιος και δεν σκοπεύει σε καμία περίπτωση να απελευθερώσει τη χώρα από τα δεσμά της δικτατορίας που βίαια είχε επιβληθεί 6,5 χρόνια πριν. Και το όνομα αυτού, Δημήτριος Ιωαννίδης ή αλλιώς ο "σκοτεινός δικτάτορας", ένας άνθρωπος που αγάπησε το παρασκήνιο και ακόμα και όταν ήρθε η ώρα να βγει μπροστά, επέλεξε για τον εαυτό του τον προσφιλή του κόσμο των σκιών.
Ελάχιστοι θυμούνται πλέον αυτή την ημερομηνία και όμως, τότε εγκαινιάστηκε η πιο σκληρή αλλά και η πιο εγκληματική για τα εθνικά συμφέροντα φάση της στρατιωτικής αγκύλωσης της χώρας. Ο Ιωαννίδης και οι συν αυτώ ήταν δυσαρεστημένοι από την προσπάθεια φιλελευθεροποίησης του καθεστώτος από τον Γεώργιο Παπαδόπουλο. Ο τελευταίος είχε ορίσει ως μεταβατικό Πρωθυπουργό τον Σπύρο Μαρκεζίνη, αρχηγό του μικρού κόμματος των Προοδευτικών, ενώ παράλληλα είχε αποφασίσει και τη διενέργεια εκλογών τον Φεβρουάριο του 1974. Ο Ιωαννίδης πίστευε πως η Ελλάδα δεν ήταν έτοιμη για μια δυτικού δημοκρατία, τουλάχιστον μέχρι να εξαλειφθεί η κομμουνιστική απειλή, κάτι το οποίο εκτιμούσε πως θα διαρκούσε περίπου 10-20 χρόνια! Ο Ιωαννίδης, ο οποίος ήθελε να αυτοπροσδιορίζεται ως ο θεωρητικός της "Επανάστασης" θεωρούσε πως ο Παπαδόπουλος και ο κύκλος του είχαν απομακρυνθεί από τις αρχές του καθεστώτος, ενώ τον ενοχλούσαν οι ακραίες κοσμικότητες και η χλιδή, την οποία απολάμβαναν.
Ελάχιστοι θυμούνται πλέον αυτή την ημερομηνία και όμως, τότε εγκαινιάστηκε η πιο σκληρή αλλά και η πιο εγκληματική για τα εθνικά συμφέροντα φάση της στρατιωτικής αγκύλωσης της χώρας. Ο Ιωαννίδης και οι συν αυτώ ήταν δυσαρεστημένοι από την προσπάθεια φιλελευθεροποίησης του καθεστώτος από τον Γεώργιο Παπαδόπουλο. Ο τελευταίος είχε ορίσει ως μεταβατικό Πρωθυπουργό τον Σπύρο Μαρκεζίνη, αρχηγό του μικρού κόμματος των Προοδευτικών, ενώ παράλληλα είχε αποφασίσει και τη διενέργεια εκλογών τον Φεβρουάριο του 1974. Ο Ιωαννίδης πίστευε πως η Ελλάδα δεν ήταν έτοιμη για μια δυτικού δημοκρατία, τουλάχιστον μέχρι να εξαλειφθεί η κομμουνιστική απειλή, κάτι το οποίο εκτιμούσε πως θα διαρκούσε περίπου 10-20 χρόνια! Ο Ιωαννίδης, ο οποίος ήθελε να αυτοπροσδιορίζεται ως ο θεωρητικός της "Επανάστασης" θεωρούσε πως ο Παπαδόπουλος και ο κύκλος του είχαν απομακρυνθεί από τις αρχές του καθεστώτος, ενώ τον ενοχλούσαν οι ακραίες κοσμικότητες και η χλιδή, την οποία απολάμβαναν.
Επενέβη λοιπόν τα ξημερώματα της 25ης Νοεμβρίου. Ο Ιωαννίδης και μια ομάδα πιστών σε αυτόν αξιωματικών σχεδίαζαν, σύμφωνα και με τα απόρρητα ντοκουμέντα των Αμερικανικών Μυστικών Υπηρεσιών, για μεγάλο χρονικό διάστημα μια αντικατάσταση του Παπαδόπουλου. Η αφορμή τους δόθηκε με την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Ο Ιωαννίδης είχε εξοργιστεί από το γεγονός πως ο Παπαδόπουλος δεν μπορούσε να καταστείλει μια εξέγερση φοιτητών και έπαιξε και ο ίδιος πρωτεύοντα ρόλο στην καταστολή της φοιτητικής αντίστασης τη νύχτα της 16ης προς 17η Νοεμβρίου. Αποφάσισε λοιπόν να επιταχύνει τα σχέδιά του, με σκοπό να αποτρέψει τον περαιτέρω εκφυλισμό του καθεστώτος, όπως τουλάχιστον αυτός θεωρούσε.
Για οχτώ μήνες, ο Ιωαννίδης επέβαλε ένα σκληρό και αδυσώπητο καθεστώς. Οι βασανισμοί και οι δολοφονίες αντιφρονούντων πολλαπλασιάστηκαν, αν και ο ίδιος ο δικτάτορας-φάντασμα αρνείται σθεναρά αυτόν τον ισχυρισμό. Ένα κύμα φόβου σκέπασε την Ελλάδα. Την Ελλάδα πλέον κυβερνούσε η ΕΑΤ-ΕΣΑ, η περιβόητη στρατιωτική αστυνομία. Πλέον, τα στελέχη της, όπως ο Σπανός, ο Θεοφιλογιαννάκος, ο Μπάμπαλης, ο Μάλλιος το δήλωναν με υπερηφάνια. Ο Ιωαννίδης που ήταν αρχηγός της ΕΣΑ την προηγούμενη εξαετία είχε αποφασίσει να χρησιμοποιήσει κατά το μέγιστο δυνατό την επιρροή του στο σώμα και με τη βοήθεια των πιστών του αξιωματικών κατέλαβε όλες τις θέσεις κλειδιά. Ο ίδιος όμως δεν εμφανιζόταν πουθενά, δεν είχε επίσημο ρόλο. Πρόεδρος ορίστηκε ο Στρατηγός Φαίδων Γκιζίκης και Πρωθυπουργός ο οικονομολόγος Αδαμάντιος Ανδρουτσόπουλος. Άλλαξε τους αρχηγούς των επιτελείων και τοποθέτησε νέους στη θέση τους (Μπονάνος, Γαλατσάνος, Αραπάκης, Παπανικολάου), ενώ και τις υπόλοιπες κυβερνητικές θέσεις κατέλαβαν εξίσου σκληροπυρηνικοί άνθρωποι. Δεν υπήρχε επιτροπή λογοκρισίας αλλά ο Ιωαννίδης φρόντισε να φιμώσει τον Τύπο δια του εξαιρετικά αυστηρού ελέγχου που ασκούσε, με κυρίως εκτελεστικό όργανο τον φόβο και τον τρόμο των δημοσιογράφων, Υφυπουργό Τύπου, Βύρωνα Σταματόπουλο.
Ποιος ήταν όμως ο Ιωαννίδης, τον οποίον πλέον ελάχιστοι θυμούνται στις εκδηλώσεις για τον εορτασμό της 17ης Νοεμβρίου; Γεννήθηκε το 1923 σε μια μεσοαστική οικογένεια, το 1940 μπήκε στη Σχολή Ευελπίδων και έγινε Ανθυπολοχαγός το 1953. Στον Εμφύλιο πόλεμο διαδραμάτισε σκοτεινό ρόλο ως αξιωματικός των Ταγμάτων Εθνοφυλακής, ενώ είχε ξεκινήσει την καριέρα του από ν οργάνωση του Νικηφόρου Ζέρβα. Υπηρέτησε για αρκετά χρόνια στη Μακρόνησο, τόπο εξορίας τόσων αντιφρονούντων, τους οποίους υπέβαλλε σε φρικτά βασανιστήρια. Αρχίζει να διαδραματίζει κεντρικό ρόλο από τις αρχές της δεκαετίας του '60, όταν και τοποθετείται σε καίρια θέση στο ΓΕΣ (Γενικό Επιτελείο Στρατού). Το 1966 διορίστηκε Διοικητής της Σχολής Ευελπίδων, αν και δεν ήταν ιδιαίτερα καλός φοιτητής και είχε μάλιστα απολυθεί από τους τελευταίους στην τάξη του. Το πιο σημαντικό βήμα όμως για την καριέρα του Ιωαννίδη ήταν η συμμετοχή του στη συνωμοτική οργάνωση μεσαίων αξιωματικών, τον ΙΔΕΑ. Εισήλθε στους κόλπους του το 1945, συμμετείχε στο αποτυχημένο πραξικόπημα του 1951 και το 1956 ανέλαβε την αρχηγία του ΙΔΕΑ, για να την παραδώσει τρία χρόνια αργότερα στον Δημήτριο Πατίλη, μετέπειτα Αναπληρωτή Πρωθυπουργό υπό τον Παπαδόπουλο, στον οποίον και τελικά παρέδωσε την αρχηγία του ΙΔΕΑ το 1960. Ο Ιωαννίδης όμως έμεινε στην οργάνωση μέχρι το τέλος, έχοντας μάλιστα ιδιαίτερα ενεργό συμμετοχή.
Είχε πάντα τεράστια διείσδυση στη νέα γενιά και, όπως μαρτυρούν, συνάδελφοί του είχε έναν ιδιαίτερο τρόπο να πείθει τους άλλους για να περάσει αυτό που ήθελε. Αυτή την επιρροή του χρησιμοποίησε και τον Απρίλιο του 1967, όταν το βράδυ της 20ης προς 21η Απριλίου κινητοποίησε τους φοιτητές της Σχολής Ευελπίδων, οι οποίοι κατέλαβαν δημόσια κτίρια και έστησαν μπλόκα στους δρόμους. Αυτή η νέα γενιά ζυμώθηκε στο χρόνο και αποδείχθηκε πολύτιμος σύμμαχος, όταν ο ταξίαρχος το 1974 Ιωαννίδης αποφάσισε να πάρει στα χέρια του τα ηνία της στρατιωτικής δικτατορίας. Στα χρόνια που υπηρέτησε την "Επανάσταση" ανέλαβε σημαντικότατα καθήκοντα, όπως την παρακολούθηση εν ενεργεία και απόστρατων αξιωματικών, κάτι που οδήγησε το1969 σε ένα κύμα συλλήψεων αποστράτων, οι οποίοι θεωρήθηκαν ύποπτοι για ανατροπή. Η πιο σκοτεινή πλευρά όμως του Ιωαννίδη βρίσκει έκφραση στους υγρούς τοίχους της ΕΣΑ. Ενημερώνεται για κάθε κρατούμενο που φτάνει αλλά και για τα βασανιστήρια, στα οποία υποβάλλεται, μέχρι να αποσπάσουν οι αξιωματικοί του την πληροφορία που θέλουν. Παρακολουθεί πολύ συχνά βασανιστήρια, χωρίς ποτέ να φαίνεται στον βασανιζόμενο. Ελάχιστοι κρατούμενοι είχαν δει το πρόσωπό του. Υπήρχαν όμως και φορές που και οι ΕΣΑτζήδες θα εύχονταν να μην το έβλεπαν, ιδίως όταν δεν είχαν καταφέρει να "σπάσουν" τον κρατούμενο. Ο Ιωαννίδης εξοργιζόταν και μοίραζε αυστηρές καμπάνες, γι' αυτό και τα εκτελεστικά οργανά του έκαναν το παν για να μην δυσαρεστείται.
Με αυτές τις περγαμηνές λοιπόν, υποκινεί στις 25/11 το νέο πραξικόπημα κατά του Παπαδόπουλου. Επιχειρεί αρχικά να επανανομιμοποιήσει στη λαϊκή συνείδηση το καθεστώς. Επί των ημερών του γίνεται η μοναδική δίκη σκανδάλου της Χούντας (υπόθεση Μπαλόπουλου, όπου έγινε και πλημμελής διαχείριση). Ο Ιωαννίδης, ως θεωρητικός του καθεστώτος, προσπαθεί να επαναφέρει την "Επανάσταση" στα ιδεολογικά πρότυπα που πρέσβευε και το 1967, χωρίς να το καταφέρει ιδιαίτερα. Ήθελε να καταπολεμήσει τα φαινόμενα ελιτισμού των διοικούντων, αν και ο ίδιος δεν απέφυγε κοσμικές στιγμές, όπως ένα χαμογελαστό φωτογραφικό ενσταντανέ με την Αλίκη Βουγιουκλάκη
Για οχτώ μήνες, ο Ιωαννίδης επέβαλε ένα σκληρό και αδυσώπητο καθεστώς. Οι βασανισμοί και οι δολοφονίες αντιφρονούντων πολλαπλασιάστηκαν, αν και ο ίδιος ο δικτάτορας-φάντασμα αρνείται σθεναρά αυτόν τον ισχυρισμό. Ένα κύμα φόβου σκέπασε την Ελλάδα. Την Ελλάδα πλέον κυβερνούσε η ΕΑΤ-ΕΣΑ, η περιβόητη στρατιωτική αστυνομία. Πλέον, τα στελέχη της, όπως ο Σπανός, ο Θεοφιλογιαννάκος, ο Μπάμπαλης, ο Μάλλιος το δήλωναν με υπερηφάνια. Ο Ιωαννίδης που ήταν αρχηγός της ΕΣΑ την προηγούμενη εξαετία είχε αποφασίσει να χρησιμοποιήσει κατά το μέγιστο δυνατό την επιρροή του στο σώμα και με τη βοήθεια των πιστών του αξιωματικών κατέλαβε όλες τις θέσεις κλειδιά. Ο ίδιος όμως δεν εμφανιζόταν πουθενά, δεν είχε επίσημο ρόλο. Πρόεδρος ορίστηκε ο Στρατηγός Φαίδων Γκιζίκης και Πρωθυπουργός ο οικονομολόγος Αδαμάντιος Ανδρουτσόπουλος. Άλλαξε τους αρχηγούς των επιτελείων και τοποθέτησε νέους στη θέση τους (Μπονάνος, Γαλατσάνος, Αραπάκης, Παπανικολάου), ενώ και τις υπόλοιπες κυβερνητικές θέσεις κατέλαβαν εξίσου σκληροπυρηνικοί άνθρωποι. Δεν υπήρχε επιτροπή λογοκρισίας αλλά ο Ιωαννίδης φρόντισε να φιμώσει τον Τύπο δια του εξαιρετικά αυστηρού ελέγχου που ασκούσε, με κυρίως εκτελεστικό όργανο τον φόβο και τον τρόμο των δημοσιογράφων, Υφυπουργό Τύπου, Βύρωνα Σταματόπουλο.
Ποιος ήταν όμως ο Ιωαννίδης, τον οποίον πλέον ελάχιστοι θυμούνται στις εκδηλώσεις για τον εορτασμό της 17ης Νοεμβρίου; Γεννήθηκε το 1923 σε μια μεσοαστική οικογένεια, το 1940 μπήκε στη Σχολή Ευελπίδων και έγινε Ανθυπολοχαγός το 1953. Στον Εμφύλιο πόλεμο διαδραμάτισε σκοτεινό ρόλο ως αξιωματικός των Ταγμάτων Εθνοφυλακής, ενώ είχε ξεκινήσει την καριέρα του από ν οργάνωση του Νικηφόρου Ζέρβα. Υπηρέτησε για αρκετά χρόνια στη Μακρόνησο, τόπο εξορίας τόσων αντιφρονούντων, τους οποίους υπέβαλλε σε φρικτά βασανιστήρια. Αρχίζει να διαδραματίζει κεντρικό ρόλο από τις αρχές της δεκαετίας του '60, όταν και τοποθετείται σε καίρια θέση στο ΓΕΣ (Γενικό Επιτελείο Στρατού). Το 1966 διορίστηκε Διοικητής της Σχολής Ευελπίδων, αν και δεν ήταν ιδιαίτερα καλός φοιτητής και είχε μάλιστα απολυθεί από τους τελευταίους στην τάξη του. Το πιο σημαντικό βήμα όμως για την καριέρα του Ιωαννίδη ήταν η συμμετοχή του στη συνωμοτική οργάνωση μεσαίων αξιωματικών, τον ΙΔΕΑ. Εισήλθε στους κόλπους του το 1945, συμμετείχε στο αποτυχημένο πραξικόπημα του 1951 και το 1956 ανέλαβε την αρχηγία του ΙΔΕΑ, για να την παραδώσει τρία χρόνια αργότερα στον Δημήτριο Πατίλη, μετέπειτα Αναπληρωτή Πρωθυπουργό υπό τον Παπαδόπουλο, στον οποίον και τελικά παρέδωσε την αρχηγία του ΙΔΕΑ το 1960. Ο Ιωαννίδης όμως έμεινε στην οργάνωση μέχρι το τέλος, έχοντας μάλιστα ιδιαίτερα ενεργό συμμετοχή.
Είχε πάντα τεράστια διείσδυση στη νέα γενιά και, όπως μαρτυρούν, συνάδελφοί του είχε έναν ιδιαίτερο τρόπο να πείθει τους άλλους για να περάσει αυτό που ήθελε. Αυτή την επιρροή του χρησιμοποίησε και τον Απρίλιο του 1967, όταν το βράδυ της 20ης προς 21η Απριλίου κινητοποίησε τους φοιτητές της Σχολής Ευελπίδων, οι οποίοι κατέλαβαν δημόσια κτίρια και έστησαν μπλόκα στους δρόμους. Αυτή η νέα γενιά ζυμώθηκε στο χρόνο και αποδείχθηκε πολύτιμος σύμμαχος, όταν ο ταξίαρχος το 1974 Ιωαννίδης αποφάσισε να πάρει στα χέρια του τα ηνία της στρατιωτικής δικτατορίας. Στα χρόνια που υπηρέτησε την "Επανάσταση" ανέλαβε σημαντικότατα καθήκοντα, όπως την παρακολούθηση εν ενεργεία και απόστρατων αξιωματικών, κάτι που οδήγησε το1969 σε ένα κύμα συλλήψεων αποστράτων, οι οποίοι θεωρήθηκαν ύποπτοι για ανατροπή. Η πιο σκοτεινή πλευρά όμως του Ιωαννίδη βρίσκει έκφραση στους υγρούς τοίχους της ΕΣΑ. Ενημερώνεται για κάθε κρατούμενο που φτάνει αλλά και για τα βασανιστήρια, στα οποία υποβάλλεται, μέχρι να αποσπάσουν οι αξιωματικοί του την πληροφορία που θέλουν. Παρακολουθεί πολύ συχνά βασανιστήρια, χωρίς ποτέ να φαίνεται στον βασανιζόμενο. Ελάχιστοι κρατούμενοι είχαν δει το πρόσωπό του. Υπήρχαν όμως και φορές που και οι ΕΣΑτζήδες θα εύχονταν να μην το έβλεπαν, ιδίως όταν δεν είχαν καταφέρει να "σπάσουν" τον κρατούμενο. Ο Ιωαννίδης εξοργιζόταν και μοίραζε αυστηρές καμπάνες, γι' αυτό και τα εκτελεστικά οργανά του έκαναν το παν για να μην δυσαρεστείται.
Με αυτές τις περγαμηνές λοιπόν, υποκινεί στις 25/11 το νέο πραξικόπημα κατά του Παπαδόπουλου. Επιχειρεί αρχικά να επανανομιμοποιήσει στη λαϊκή συνείδηση το καθεστώς. Επί των ημερών του γίνεται η μοναδική δίκη σκανδάλου της Χούντας (υπόθεση Μπαλόπουλου, όπου έγινε και πλημμελής διαχείριση). Ο Ιωαννίδης, ως θεωρητικός του καθεστώτος, προσπαθεί να επαναφέρει την "Επανάσταση" στα ιδεολογικά πρότυπα που πρέσβευε και το 1967, χωρίς να το καταφέρει ιδιαίτερα. Ήθελε να καταπολεμήσει τα φαινόμενα ελιτισμού των διοικούντων, αν και ο ίδιος δεν απέφυγε κοσμικές στιγμές, όπως ένα χαμογελαστό φωτογραφικό ενσταντανέ με την Αλίκη Βουγιουκλάκη