“Η Τουρκία θα είναι το επόμενο κράτος που θα καταρρεύσει στη Μέση Ανατολή”. Το άρθρο που υπογράφει ο Ντέϊβιντ Γκόλντμαν για τους Asia Times είναι πολύ σκληρό για το καθεστώς Ερντογάν.“Δεν γνωρίζουμε ποιος πυροδότησε τις δύο βόμβες στην Άγκυρα ,αλλά η κυβέρνηση του Προέδρου Ερντογάν δεν είναι αθώα”, γράφει και προσθέτει:
“Ο βουλευτής Lutfu Turkkan, έγραψε μετά τη βομβιστική επίθεση: “η επίθεση ήταν μια αποτυχία, για την υπηρεσία πληροφοριών, ή έγινε από την υπηρεσία πληροφοριών”. Βαριές κατηγορίες αλλά ο αρθρογράφος έχει επιχειρήματα:
“Προδομένος τόσο από τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και από τη Ρωσία, αντιμέτωπος με την εμφάνιση ενός κουρδικού κράτους στα σύνορά της Τουρκίας και την αύξηση των κουρδικών κομμάτων στην κοινοβουλευτική αντιπολίτευση, ο Ερντογάν έχει στριμωχθεί. Θεωρεί ότι το κόμμα του το AKP δεν θα μπορεί να κυβερνήσει μετά τις επερχόμενες εκλογές του Νοεμβρίου. Σε κίνδυνο μεσοπρόθεσμα είναι η συνοχή του ίδιου του τουρκικού κράτους.
Δημόσια, δυτικοί ηγέτες έχουν χαρακτηρίσει την Τουρκία ως «μια μεγάλη ισλαμική δημοκρατία».Ο Πρόεδρος Ομπάμα το είπε σε συνέντευξή του το 2010. Αυτή ήταν και η άποψη του Τζορτζ Μπους , ο οποίος κάλεσε τον Ερντογάν στο Λευκό Οίκο πριν από την εκλογή του ως πρωθυπουργός τον Νοέμβριο του 2002. Μια μειοψηφία στρατιωτικών και μυστικών αναλυτών, ωστόσο, προειδοποιούσε ότι η Τουρκία δεν μπορεί να είναι βιώσιμη μέσα στα σημερινά της σύνορα, σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Το πρόβλημα είναι ότι η κουρδική μειονότητα, είναι σήμερα το 20% του συνολικού πληθυσμού, έχει διπλάσιο αριθμό παιδιών, τόσα πολλά ώστε το ήμισυ του πληθυσμού της “στρατιωτικής ηλικίας” της Τουρκίας θα μιλήσει κουρδικά ως πρώτη γλώσσα σε λιγότερο από είκοσι χρόνια.
Μια υπαρξιακή κρίση για την Τουρκία ήταν στα σκαριά εδώ και χρόνια, όπως ανέφερα, το 2011 στο βιβλίο μου, “Πεθαίνουν οι Πολιτισμοί” (και γιατί το Ισλάμ πεθαίνει, επίσης). Κατά τη διάρκεια της περασμένης εβδομάδας, μια τέλεια καταιγίδα έχει ξεπεράσει την τουρκική πολιτική, και απειλεί να προκαλέσει βαθιά πολιτική αστάθεια. Η Τουρκία μπορεί να γίνει το επόμενο κράτος της περιοχής που θα καταρρεύσει”.
Ο αρθρογράφος κάνει λόγο για τη δημόσια ταπείνωση που υπέστη ο Ερντογάν από την Ουάσινγκτον και από τη Μόσχα. Η πρώτη ανακοίνωσε μια στροφή 180 μοιρών στη Συρία εγκαταλείποντας τη σουνιτική αντιπολίτευση υπέρ των Κούρδων της Συρίας.
“Μέχρι την περασμένη Παρασκευή, η Αμερική και η Τουρκία υποστήριζαν τη σουνιτική αντιπολίτευση στην κυβέρνηση Άσαντ, με σκοπό την εξάλειψή του και την εγκατάσταση ενός καθεστώτος Σουνιτών. Αυτή η πολιτική επέτρεψε στους Τούρκους για παροχή συγκεκαλυμμένης υποστήριξης προς το ISIS”.
Η ρωσική επέμβαση έκανε τα πράγματα ακόμη πιο δύσκολα για το καθεστώς Ερντογάν. Οι παραβιάσεις του τουρκικού εναέριου χώρου από ρωσικά μαχητικά είναι μόνο ένα στοιχείο που δείχνει την δυσκολία που αντιμετωπίζει η Άγκυρα. Η επέμβαση των Ρωσών αναγκάζει την Ουάσινγκτον να αναθεωρήσει στρατηγικές και αυτό την οδήγησε να στραφεί προς του Κούρδους την μόνη αποτελεσματική δύναμη που δεν συνδέεται με το ISIS η την Αλ Κάϊντα. Έτσι προέκυψε αυτό ακριβώς που η Τουρκία φοβόταν. Η κουρδική στρατιωτική ζώνη στο βόρειο τμήμα της Συρίας “συνδέθηκε” με την περιοχή του βόρειου Ιράκ που βρίσκεται υπό κουρδικό έλεγχο. Κι αυτή η περιοχή αποτελεί τον πυρήνα ενός μελλοντικού κουρδικού κράτους.Ο αρθρογράφος υποστηρίζει ότι η Τουρκία στην πραγματικότητα δεν έχει άλλη επιλογή από το να έρθει σε συμφωνία με την Ρωσία για τη Συρία.
Επισημαίνει ακόμη μία παράμετρο της απολύτως αποτυχημένης εξωτερικής πολιτικής του διδύμου Ερντογάν-Νταβούτογλου. Την επιδείνωση των σχέσεων με την Κίνα λόγω τηςσυγκεκαλυμμένης υποστήριξης της Άγκυρας για το Ανατολικό Τουρκεστάν. Παρά τις επίσημες διαβεβαιώσεις, η Τουρκία συνεχίζει να παρέχει ασφαλή δίοδο προς την Τουρκία για χιλιάδες Κινέζους Ουιγούρους , μερικοί από τους οποίους βρίσκονται στις γραμμές του ISIS στη Συρία.
Τα λάθη μετά από τις εκλογές
Σ΄ αυτό το κλίμα ο Ερντογάν αντί να προχωρήσει σε μία κυβέρνηση συνασπισμού μετά από το εκπληκτικό ποσοστό του 13% που πήρε το κουρδικό κόμμα HDP τον Ιούνιο, οδήγησε τη χώρα σε νέες εκλογές. Κι όχι μόνο αυτό. Έδωσε εντολή για νέες επιχειρήσεις κατά των Κούρδων στοχεύοντας στις ψήφους εθνικιστών.
Ο Ντέϊβιντ Γκόλντμαν στο άρθρο του επισημαίνει ότι οι Κούρδοι δεν “τσίμπησαν” στις προκλήσεις του Ερντογάν και έχουν επικεντρωθεί στις εκλογές του Νοεμβρίου.
Μετά τις βομβιστικές επιθέσεις του Σαββάτου, Τόμας Σέϊμπερτ σημείωσε στο Daily Beast:
“Πολλοί αναλυτές συμφωνούν ότι οι εκρήξεις της Άγκυρας πιθανώς συνδέονται με την απόφαση των ανταρτών του ΡΚΚ να αναστείλουν τις εχθροπραξίες. Το PKK είχε υπαινιχθεί τις τελευταίες ημέρες ότι θα κηρύξει μια νέα κατάπαυση του πυρός, προκειμένου να ενισχύσει τις εκλογικές πιθανότητες του HDP . Όσοι είναι πίσω από την επίθεση ήθελαν να «αποτρέψουν την κατάπαυση του πυρός" γράφει ο δημοσιογράφος Κάντρι Γκιουρσέλ . Η ανακοίνωση της κατάπαυσης του πυρός του PKK έγινε δημοσίως αμέσως μετά την επίθεση, αλλά η απόφαση από τους αντάρτες πιθανώς είχε ληφθεί πριν”.
Ο επίλογος του άρθρου του Γκόλντμαν είναι πραγματικός …εφιάλτης για το καθεστώς Ερντογάν. Υποστηρίζει ότι ανέξαρτητα από το ποιος πραγματικά έκανε τις επιθέσεις τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στο εξωτερικό η αίσθηση που κυριαρχεί είναι ότι “τα άθλια γεγονότα στην Άγκυρα το Σάββατο αντικατοπτρίζουν την απελπισία του καθεστώτος Ερντογάν. Καθεστώτα που καταφεύγουν σε αυτού του είδους θηριωδίαες δεν διαρκούν πολύ.
Το καλύτερο πράγμα που θα μπορούσε να κάνει η Τουρκία υπό αυτές τις περιστάσεις θα ήταν να ζητήσει από τα Ηνωμένα Έθνη να επιβλέψουν ένα δημοψήφισμα για να επιτρέψουν στις περιοχές με κουρδική πλειοψηφία να αποφασίσουν την απόσχιση εάν το επιθυμούν. Τα βουνά της νοτιοανατολική Τουρκίας με την υψηλή συγκέντρωση Κούρδων είναι μια διαρροή για τον εθνικό προϋπολογισμό και δεν έχουν καμία στρατηγική σημασία. Ούτε ο Ερντογάν, ούτε η εθνικιστική αντιπολίτευσή του, όμως, θα εξετάσει μια τέτοια προοπτική που θα υπονόμευε τόσο τον νεο-οθωμανισμό του Ερντογάν όσο τους εθνικιστές . Οι πιέσεις κάτω από τις τεκτονικές πλάκες των γεγονότων θα οδηγήσουν μόνο στα χειρότερα.Η βομβιστική επίθεση του Σαββάτου μπορεί να έχει οριοθετήσει το τέλος του τουρκικού κράτους που προέκυψε από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο”.
onalert
“Ο βουλευτής Lutfu Turkkan, έγραψε μετά τη βομβιστική επίθεση: “η επίθεση ήταν μια αποτυχία, για την υπηρεσία πληροφοριών, ή έγινε από την υπηρεσία πληροφοριών”. Βαριές κατηγορίες αλλά ο αρθρογράφος έχει επιχειρήματα:
“Προδομένος τόσο από τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και από τη Ρωσία, αντιμέτωπος με την εμφάνιση ενός κουρδικού κράτους στα σύνορά της Τουρκίας και την αύξηση των κουρδικών κομμάτων στην κοινοβουλευτική αντιπολίτευση, ο Ερντογάν έχει στριμωχθεί. Θεωρεί ότι το κόμμα του το AKP δεν θα μπορεί να κυβερνήσει μετά τις επερχόμενες εκλογές του Νοεμβρίου. Σε κίνδυνο μεσοπρόθεσμα είναι η συνοχή του ίδιου του τουρκικού κράτους.
Δημόσια, δυτικοί ηγέτες έχουν χαρακτηρίσει την Τουρκία ως «μια μεγάλη ισλαμική δημοκρατία».Ο Πρόεδρος Ομπάμα το είπε σε συνέντευξή του το 2010. Αυτή ήταν και η άποψη του Τζορτζ Μπους , ο οποίος κάλεσε τον Ερντογάν στο Λευκό Οίκο πριν από την εκλογή του ως πρωθυπουργός τον Νοέμβριο του 2002. Μια μειοψηφία στρατιωτικών και μυστικών αναλυτών, ωστόσο, προειδοποιούσε ότι η Τουρκία δεν μπορεί να είναι βιώσιμη μέσα στα σημερινά της σύνορα, σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Το πρόβλημα είναι ότι η κουρδική μειονότητα, είναι σήμερα το 20% του συνολικού πληθυσμού, έχει διπλάσιο αριθμό παιδιών, τόσα πολλά ώστε το ήμισυ του πληθυσμού της “στρατιωτικής ηλικίας” της Τουρκίας θα μιλήσει κουρδικά ως πρώτη γλώσσα σε λιγότερο από είκοσι χρόνια.
Μια υπαρξιακή κρίση για την Τουρκία ήταν στα σκαριά εδώ και χρόνια, όπως ανέφερα, το 2011 στο βιβλίο μου, “Πεθαίνουν οι Πολιτισμοί” (και γιατί το Ισλάμ πεθαίνει, επίσης). Κατά τη διάρκεια της περασμένης εβδομάδας, μια τέλεια καταιγίδα έχει ξεπεράσει την τουρκική πολιτική, και απειλεί να προκαλέσει βαθιά πολιτική αστάθεια. Η Τουρκία μπορεί να γίνει το επόμενο κράτος της περιοχής που θα καταρρεύσει”.
Ο αρθρογράφος κάνει λόγο για τη δημόσια ταπείνωση που υπέστη ο Ερντογάν από την Ουάσινγκτον και από τη Μόσχα. Η πρώτη ανακοίνωσε μια στροφή 180 μοιρών στη Συρία εγκαταλείποντας τη σουνιτική αντιπολίτευση υπέρ των Κούρδων της Συρίας.
“Μέχρι την περασμένη Παρασκευή, η Αμερική και η Τουρκία υποστήριζαν τη σουνιτική αντιπολίτευση στην κυβέρνηση Άσαντ, με σκοπό την εξάλειψή του και την εγκατάσταση ενός καθεστώτος Σουνιτών. Αυτή η πολιτική επέτρεψε στους Τούρκους για παροχή συγκεκαλυμμένης υποστήριξης προς το ISIS”.
Η ρωσική επέμβαση έκανε τα πράγματα ακόμη πιο δύσκολα για το καθεστώς Ερντογάν. Οι παραβιάσεις του τουρκικού εναέριου χώρου από ρωσικά μαχητικά είναι μόνο ένα στοιχείο που δείχνει την δυσκολία που αντιμετωπίζει η Άγκυρα. Η επέμβαση των Ρωσών αναγκάζει την Ουάσινγκτον να αναθεωρήσει στρατηγικές και αυτό την οδήγησε να στραφεί προς του Κούρδους την μόνη αποτελεσματική δύναμη που δεν συνδέεται με το ISIS η την Αλ Κάϊντα. Έτσι προέκυψε αυτό ακριβώς που η Τουρκία φοβόταν. Η κουρδική στρατιωτική ζώνη στο βόρειο τμήμα της Συρίας “συνδέθηκε” με την περιοχή του βόρειου Ιράκ που βρίσκεται υπό κουρδικό έλεγχο. Κι αυτή η περιοχή αποτελεί τον πυρήνα ενός μελλοντικού κουρδικού κράτους.Ο αρθρογράφος υποστηρίζει ότι η Τουρκία στην πραγματικότητα δεν έχει άλλη επιλογή από το να έρθει σε συμφωνία με την Ρωσία για τη Συρία.
Επισημαίνει ακόμη μία παράμετρο της απολύτως αποτυχημένης εξωτερικής πολιτικής του διδύμου Ερντογάν-Νταβούτογλου. Την επιδείνωση των σχέσεων με την Κίνα λόγω τηςσυγκεκαλυμμένης υποστήριξης της Άγκυρας για το Ανατολικό Τουρκεστάν. Παρά τις επίσημες διαβεβαιώσεις, η Τουρκία συνεχίζει να παρέχει ασφαλή δίοδο προς την Τουρκία για χιλιάδες Κινέζους Ουιγούρους , μερικοί από τους οποίους βρίσκονται στις γραμμές του ISIS στη Συρία.
Τα λάθη μετά από τις εκλογές
Σ΄ αυτό το κλίμα ο Ερντογάν αντί να προχωρήσει σε μία κυβέρνηση συνασπισμού μετά από το εκπληκτικό ποσοστό του 13% που πήρε το κουρδικό κόμμα HDP τον Ιούνιο, οδήγησε τη χώρα σε νέες εκλογές. Κι όχι μόνο αυτό. Έδωσε εντολή για νέες επιχειρήσεις κατά των Κούρδων στοχεύοντας στις ψήφους εθνικιστών.
Ο Ντέϊβιντ Γκόλντμαν στο άρθρο του επισημαίνει ότι οι Κούρδοι δεν “τσίμπησαν” στις προκλήσεις του Ερντογάν και έχουν επικεντρωθεί στις εκλογές του Νοεμβρίου.
Μετά τις βομβιστικές επιθέσεις του Σαββάτου, Τόμας Σέϊμπερτ σημείωσε στο Daily Beast:
“Πολλοί αναλυτές συμφωνούν ότι οι εκρήξεις της Άγκυρας πιθανώς συνδέονται με την απόφαση των ανταρτών του ΡΚΚ να αναστείλουν τις εχθροπραξίες. Το PKK είχε υπαινιχθεί τις τελευταίες ημέρες ότι θα κηρύξει μια νέα κατάπαυση του πυρός, προκειμένου να ενισχύσει τις εκλογικές πιθανότητες του HDP . Όσοι είναι πίσω από την επίθεση ήθελαν να «αποτρέψουν την κατάπαυση του πυρός" γράφει ο δημοσιογράφος Κάντρι Γκιουρσέλ . Η ανακοίνωση της κατάπαυσης του πυρός του PKK έγινε δημοσίως αμέσως μετά την επίθεση, αλλά η απόφαση από τους αντάρτες πιθανώς είχε ληφθεί πριν”.
Ο επίλογος του άρθρου του Γκόλντμαν είναι πραγματικός …εφιάλτης για το καθεστώς Ερντογάν. Υποστηρίζει ότι ανέξαρτητα από το ποιος πραγματικά έκανε τις επιθέσεις τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στο εξωτερικό η αίσθηση που κυριαρχεί είναι ότι “τα άθλια γεγονότα στην Άγκυρα το Σάββατο αντικατοπτρίζουν την απελπισία του καθεστώτος Ερντογάν. Καθεστώτα που καταφεύγουν σε αυτού του είδους θηριωδίαες δεν διαρκούν πολύ.
Το καλύτερο πράγμα που θα μπορούσε να κάνει η Τουρκία υπό αυτές τις περιστάσεις θα ήταν να ζητήσει από τα Ηνωμένα Έθνη να επιβλέψουν ένα δημοψήφισμα για να επιτρέψουν στις περιοχές με κουρδική πλειοψηφία να αποφασίσουν την απόσχιση εάν το επιθυμούν. Τα βουνά της νοτιοανατολική Τουρκίας με την υψηλή συγκέντρωση Κούρδων είναι μια διαρροή για τον εθνικό προϋπολογισμό και δεν έχουν καμία στρατηγική σημασία. Ούτε ο Ερντογάν, ούτε η εθνικιστική αντιπολίτευσή του, όμως, θα εξετάσει μια τέτοια προοπτική που θα υπονόμευε τόσο τον νεο-οθωμανισμό του Ερντογάν όσο τους εθνικιστές . Οι πιέσεις κάτω από τις τεκτονικές πλάκες των γεγονότων θα οδηγήσουν μόνο στα χειρότερα.Η βομβιστική επίθεση του Σαββάτου μπορεί να έχει οριοθετήσει το τέλος του τουρκικού κράτους που προέκυψε από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο”.
onalert