Πέμπτη 2 Ιουλίου 2009

ΑΘΑΝΑΤΕ ΑΥΛΩΝΙΤΗ


ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΥΛΩΝΙΤΗΣ (1904-1970)

Ήταν ένας γίγαντας της υποκριτικής τέχνης, έκανε τα πιο σύνθετα πράγματα μέσα από απλές ερμηνείες, είχε την ικανότητα να κάνει μια ολόκληρη πλατεία θεάτρου να δονείται, χωρίς να αρθρώσει έστω και μια λέξη, ερμήνευσε με μοναδικό τρόπο τον τύπο του αδιόρθωτου Έλληνα, πέρασε στην αιωνιότητα ως ο αγαπημένος λατερνατζής, ο καλλιτέχνης που ακόμη και στη φτώχεια του δεν ξεχνάει ποιος είναι και πού πηγαίνει. Ήταν κεφάτος και ευρηματικός, ήταν ο Βασίλης Αυλωνίτης κι αυτό τα λέει όλα. Ο Βασίλης Αυλωνίτης γεννήθηκε στο Θησείο το 1904. Η οικογένεια ήταν φτωχή κι έτσι ο Βασίλης κι ο αδερφός του αναγκάστηκαν να μπουν από πολύ μικροί στην παραγωγική διαδικασία. Εργάστηκε λοιπόν κοντά σε έναν τεχνίτη που κατασκεύαζε τσάντες, με σκοπό να μάθει κι ο ίδιος την τέχνη, αλλά η γνήσια καλλιτεχνική του φύση έψαχνε εναγωνίως ευκαιρίες να εκφραστεί. Έτσι, κάθε φορά που το αφεντικό έλειπε από το μαγαζί, ο μικρός Βασίλης αναλάμβανε το ρόλο του διασκεδαστή των υπόλοιπων εργατών, κάνοντας διάφορα νουμεράκια.
Στη συνέχεια, ο Βασίλης πέρασε από διάφορα επαγγέλματα, έγινε κατασκευαστής πορτοφολιών, κουβάλαγε μπαούλα, έκανε όποια δουλειά του παρουσιαζόταν, ώσπου κατέληξε να εργάζεται ως βοηθός σκηνικών στο θέατρο «Έντυ» που βρισκόταν στη γειτονιά του. Το πέρασμα από το παρασκήνιο στη σκηνή έγινε άθελά του, όταν ο θεατρώνης Σκούρας –ξέροντας πως του Βασίλη τού άρεσε να κάνει διάφορα αστεία και γκριμάτσες, τον έσπρωξε, έτσι για πλάκα, στη σκηνή. Ξεπερνώντας την πρώτη αμηχανία, ο καλλιτέχνης ξεπήδησε και κέρδισε με ευκολία το κοινό που γέμιζε την πλατεία και παράλληλα την πρώτη του μάχη με τη σκηνή. Η πρώτη του επί της ουσίας επαγγελματική εμφάνιση στη σκηνή έγινε το 1924, όταν ο Βασίλης Αυλωνίτης, συμμετέχοντας στον θίασο του Ζαφειρίου, πήρε μέρος στην παράσταση «Ερωτικές γκάφες». Ξεχώρισε αμέσως και τέσσερα χρόνια μετά ίδρυσε τον δικό του θίασο. Έκτοτε, ο Βασίλης Αυλωνίτης κατάφερε να κυριαρχήσει στην Αθηναϊκή επιθεώρηση και να παίζει δίπλα στα μεγαλύτερα ονόματα της εποχής. Η πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση πραγματοποιήθηκε το 1926, αλλά δεν χαρακτηρίστηκε ιδιαίτερα επιτυχημένη. Το ίδιο συνέβη και με τις αμέσως επόμενες συμμετοχές του σε κάποιες ταινίες. Αυτός ήταν κι ένας από τους ο λόγος που αρκετά χρόνια αργότερα ο Φιλοποίμην Φίνος αρνήθηκε σθεναρά να τον συμπεριλάβει στο καστ της ταινίας «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο» την οποία ετοιμαζόταν να γυρίσει ο Αλέκος Σακελλάριος. Πιο συγκεκριμένα, ο Φιλοποίμην Φίνος είχε πει «Όχι, δεν τον θέλω! Έχει παίξει σε ταινίες βήτα διαλογής» (1).Και ο Βασίλης δεν θα συμμετείχε στην ταινία αν δεν επέμεινε ο Σακελλάριος, ο οποίος τελικά ανέλαβε το ρίσκο για τη διανομή. Τελικά ο παραγωγός πείστηκε και ο Βασίλης Αυλωνίτης σημείωσε τεράστια επιτυχία στο ρόλο του πλανόδιου λατερνατζή, και η παρουσία του στη μεγάλη οθόνη εθεωρείτο πλέον από όλους επιβεβλημένη. Η επιτυχία του Αυλωνίτη στον κινηματογράφο φαίνεται και απ’ όσα έγραψε ο Δημήτρης Κωνσταντάρας «Οι σίγουρες επιτυχίες προέρχονται πλέον από τον Βασίλη Λογοθετίδη…και από την ομάδα Μακρή – Αυλωνίτη - Φωτόπουλου είτε με τη μια είτε με την άλλη σύνθεση…» (2) Ο Βασίλης Αυλωνίτης πρωταγωνίστησε σε ταινίες που άφησαν εποχή, ανάμεσα στις οποίες αναφέρουμε ενδεικτικά: «Η Χιονάτη και τα επτά γεροντοπαλίκαρα», «Θησαυρός του μακαρίτη», «Ο Κλέαρχος, η Μαρίνα και ο κοντός», «Γαμπροί της Ευτυχίας», «Κορόιδο γαμπρέ», «Μικροί και μεγάλοι εν δράσει», «Όταν λείπει η γάτα», «Ο τζίτζικας και ο μέρμηγκας» κ.ά., ενώ παράλληλα έκανε μικρές συμμετοχές που κατάφεραν να κλέψουν την παράσταση, όπως για παράδειγμα ο περίφημος «Γύλος» του στην «Σοφερίνα». Ο Βασίλης Αυλωνίτης, μετά από σφοδρό έρωτα, παντρεύτηκε το 1945 με την αγαπημένη του Γιογιό από την οποία απέκτησε δυο παιδιά, τον Γιάννη και την Ελένη. Έφυγε αθόρυβα το 1970, χωρίς ίσως να υποπτεύεται πως ακόμη και σήμερα, μισό αιώνα και μετά τις μεγάλες του κινηματογραφικές επιτυχίες, εξακολουθεί να κατέχει περίοπτη θέση στις καρδιές όλων μας. Και μας είναι αδύνατον να μην χαμογελάσουμε κάθε φορά που τον ακούμε να διαλαλεί το περίφημο «Πνεύμα και ηθική», ή όταν στην ταινία «Όταν λείπει η γάτα» αναφωνεί πελαγωμένος «Εδώ μέσα τρελάθηκαν και τα παντζούρια»… (1) Μάκης Δελαπόρτας «Αλέκος Σακελλάριος –το ταλέντο βγήκε απ’τον παράδεισο», Εκδοσεις Άγκυρα, 2001, σελ. 39 (2) Δημήτρης Κωνσταντάρας «Λάμπρος Κωνσταντάρας –μέσα από τα δικά μου μάτια», Εκδόσεις Καστανιώτης, 1997, σελ. 194. Σημείωση: Τα στοιχεία για τη συγγραφή του κειμένου προέρχονται από το βιβλίο του Κώστα Παπασπήλιου «Πινακοθήκη γέλιου – Από τον Λογοθετίδη και μετά», Εκδόσεις Εμπειρία Εκδοτική, 2002
Κατάθεσις της τιμίας Εσθήτος της παναγίας Θεοτόκου εν Βλαχερναίς (473). Ιουβεναλίου, πατριάρχου Ιεροσολύμων. Μάρτυρος Κοίντου. Νεομαρτύρων Γεωργίου, Γεωργίου, Εμμανουήλ, Θεοδώρου, Μιχαήλ, Θεοδώρου, Ιωάννου και Λάμπρου, των εκ Σαμοθράκης και εν Μάκρη Αλεξανδρουπόλεως αθλησάντων (†1835).
Οι αυτάδελφοι πατρίκιοι, Γάλβιος και Κάνδιδος , πηγαίνοντας στα Ιεροσόλυμα να προσκυνήσουν, έφτασαν στην Παλαιστίνη. Κατά την επίσκεψή τους στους Αγίους Τόπους, συνάντησαν μία Εβραία, η οποία είχε στην κατοχή της και φύλαγε με πολύ μεγάλη ευσέβεια, μέσα σε ειδικό κιβώτιο την τίμια Εσθήτα (φόρεμα) της Παναγίας. Τότε οι Γάλβιος και Κάνδιδος, αφού προσκύνησαν το ιερό ένδυμα, έβαλαν σκοπό να το μεταφέρουν στην Κωνσταντινούπολη. Αφού έφτασαν στα Ιεροσόλυμα και προσκύνησαν, στην συνέχεια κατασκεύασαν ένα ειδικό κιβώτιο, όμοιο με αυτό που είχε η Εβραία γυναίκα και φύλαγε το φόρεμα της Θεοτόκου. Το κιβώτιο αυτό, χωρίς να τους πάρει είδηση η γυναίκα, το άλλαξαν με αυτό που περιείχε την τιμία Εσθήτα. Έτσι λοιπόν πήραν το κιβώτιο με το ιερό ένδυμα και ξεκίνησαν για την Κωνσταντινούπολη. Όταν έφθασαν στην Πόλη, προσπάθησαν να κρύψουν αυτόν τον πολύτιμο θησαυρό στις Βλαχέρνες. Επειδή όμως δεν μπορούσαν, γνωστοποίησαν αυτό το γεγονός στον αυτοκράτορα της Πόλης. Εκείνος μόλις πληροφορήθηκε τη μεταφορά της τιμίας Εσθητος στην Κωνσταντινούπολη ασπάστηκε με μεγάλη ευλάβεια το ιερό ένδυμα και αμέσως έδωσε εντολή να κατασκευαστεί Ναός και αργότερα μέσα σ` αυτόν τοποθέτησε το ιερό ένδυμα, το οποίο βρίσκεται μέχρι και σήμερα σ` αυτόν τον τόπο, αποτελώντας φυλακτήριο και συνάμα πολύτιμο κειμήλιο για τούς χριστιανούς.

Η ανεργία

Η ανεργία οδηγεί τους ανθρώπους σε μαρασμό γιατί δεν κάνουν κάτι αλλά είπαμε τεχνοκράτες είναι όχι μαλάκες